ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: ΙΒ' Απο πού να αρχίζουμε τήν άσκηση

Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2017

ΙΒ' Απο πού να αρχίζουμε τήν άσκηση



Μικρός Ευεργετινός
Μοναχού Παύλου Ευεργετινού
ΙΒ. ΑΠΟ ΠΟΥ ΝΑ ΑΡΧΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ. ΟΙ ΑΡΧΑΡΙΟΙ ΕΧΟΥΝ ΑΝΑΓΚΗ ΑΠΟ ΥΠΟΜΟΝΗ ΚΑΙ ΕΠΙΜΟΝΗ ΓΙΑΤΙ Η ΑΡΕΤΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΔΥΣΚΟΛΗ ΥΣΤΕΡΑ ΟΜΩΣ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ ΕΥΚΟΛΗ.
Από το βίο της άγίας Συγκλητικής

H ΜΑΚΑΡΙΑ Συγκλητική έλεγε, ότι περιμένει μεγάλος αγώνας αυτούς πού έρχονται κοντά ατό Θεό, και ότι στις αρχές απαιτείται πάρα πολύς κόπος, μετά όμως ακολουθεί χαρά απερίγραπτη. 'Όπως δηλαδή εκείνοι πού θέλουν νά ανάψουν φωτιά, στην αρχή πνίγονται από τον καπνό και δακρύζουν, ύστερα όμως κατορθώνουν αυτό πού θέλουν, έτσι ακριβώς κι εμείς, αν θέλουμε ν' ανάψουμε στις καρδιές μας τη θεϊκή φωτιά, ας αγωνιζόμαστε νά το πετύχουμε με δάκρυα και κόπο. Γιατί λέει ο Κύριος: «πυρ ήλθον βαλείν επί την γήν, και τι θέλω ει' ήδη ανήφθη!» (Λουκ. 12:49). Μερικοί όμως, από αμέλεια, ενώ κοπίασαν λιγάκι και υπέμειναν τον καπνό, δεν άναψαν τη φωτιά, επειδή εγκατέλειψαν σύντομα την προσπάθεια και δεν έδειξαν μέχρι το τέλος καρτερία και υπομονή. Από το Γεροντικό Ένας γέροντας είπε: Το νά βιάζουμε σε όλα τον εαυτό μας (για νά κατορθώσουμε την αρετή), αυτός είναι ο δρόμος που οδηγεί στο Θεό. Ο ίδιος γέροντας είπε: Αυτός πού βιάζει τον εαυτό του για το Θεό, είναι όμοιος με τον ομολογητή της πίστεως. Μερικοί αδελφοί ρώτησαν έναν από τούς πατέρες: Πώς ή ψυχή δεν προστρέχει στις επαγγελίες πού έδωσε ο Θεός με τις αγίες Γραφές, αλλά παραστρατίζει προς τα ακάθαρτα; και ο γέροντας απάντησε: 



Νομίζω ότι δεν γεύθηκε ακόμα τα επουράνια, και γι' αυτό ποθεί τα ακάθαρτα. Ένας αδελφός είπε στον αββά Ποιμένα: το σώμα μου αδυνάτισε; αλλά τα πάθη μου δεν αδυνατίζουν. τα πάθη μοιάζουν με αγκαθωτά φυτά, αποκρίθηκε ο γέροντας. Αυτό σημαίνει, ότι, όπως ακριβώς εκείνος πού θέλει νά ξεριζώσει τα φυτά αυτά, πληγώνει και ματώνει τα χέρια του, έτσι και εκείνος πού θέλει νά ξεριζώσει τα πάθη του, έχει ανάγκη από ίδρώτες και κόπους. Του άββά Ησαΐα Αδελφέ, μη λιποψυχήσεις μπροστά σε κανέναν κόπο, για νά Μην περάσουν μέσα σου οι ενέργειες του εχθρού. Γιατί όπως ακριβώς ένα ερειπωμένο σπίτι έξω από την πόλη γίνεται τόπος ακαθαρσιών, έτσι και ή ψυχή του οκνηρού αρχάριου γίνεται κατοικητήριο κάθε ακάθαρτου πάθους. Του άββά Mάρκoυ Κάθε βαπτισμένος ορθόδοξα έλαβε μυστικά όλη τη χάρη, την ενέργεια της όποίας αισθάνεται στο έξης ανάλογα με την εργασία των εντολών. Εντολή του Χριστού πού εκτελείται με επίγνωση, δηλαδή με ορισμένο σκοπό, χαρίζει παρηγοριά ανάλογη με τις οδύνες της καρδιάς. Του άγίου Διαδόχου Ο δρόμος της αρετής, σ' εκείνους πού αρχίζουν ν` αγαπούν την ευσέβεια, φαίνεται πολύ σκληρός και σκοτεινός, όχι γιατί είναι πράγματι τέτοιος, αλλά γιατί ή φύση του ανθρώπου, από τη γέννησή του κιόλας, έρχεται σε επαφή με την άνεση των ηδονών. Σ' εκείνους όμως πού μπόρεσαν να φτάσουν ως τη μέση του δρόμου, φαίνεται ευχάριστη και πολύ ξεκούραστη, γιατί, με τη συνέργια του αγαθού, έχει υποταχθεί ή κακία ατή συνήθεια της αρετής και χάνεται μαζί με την ανάμνηση των παράλογων ηδονών. Γι' αυτό ή ψυχή βαδίζει στο έξης με ευχαρίστηση το δρόμο των αρετών. Νά γιατί ο Κύριος, προτρέποντάς μας στην οδό της σωτηρίας, λέει: «τι στενή και τεθλιμμένη ή οδός ή απάγουσα εις την βασιλείαν, και ολίγοι δι' αυτής εισπορεύονται» (πρβλ. Ματθ. 7:14). Σ' εκείνους όμως πού με θερμή διάθεση αποφασίζουν την τήρηση των αγίων εντολών Του, λέει: «Ο ζυγός μου χρηστός και το Φορτίο μου ελαφρό εστί» (Ματθ. 11:30). Πρέπει λοιπόν από την αρχή του πνευματικού αγώνα νά βιάζουμε τη θέλησή μας στην εργασία των αγίων εντολών του Θεού, ώστε ο αγαθός Κύριος, βλέποντας το σκοπό και τον κόπο μας και ότι έχουμε την προαίρεση νά υπηρετήσουμε όλο πρόθυμα τις ένδοξες βουλές Του, νά μάς στείλει έτοιμο το άγιο θέλημά Του. Γιατί από τον Κύριο ετοιμάζεται ή θέλησή μας (Παροιμ. 8:35), ώστε με πολλή χαρά νά εργαζόμαστε ακατάπαυστα το αγαθό. Τότε πράγματι θα αισθανθούμε, ότι «ο Θεός εστίν ο ενεργών εν ημίν και το θέλει και το ενεργείν υπέρ της ευδοκίας» (Φιλιπ. 2:13). Του αββα Ζωσιμά Η χάρη του Θεού ακολουθεί πάντα την προαίρεσή μας. και με τη χάρη κατορθώνουμε κάθε αγαθό. Εμείς όμως δεν ζητάμε νά κάνουμε αρχή στο αγαθό ούτε δείχνουμε μεγάλη και πρόθυμη προαίρεση, ώστε νά ελκύσουμε τη χάρη του Θεού σε βοήθειά μας. ' Αλλά κι αν ποτέ φανούμε ότι δείχνουμε κάποια προαίρεση, είναι νωθρή, ασήμαντη και ανάξια νά λάβει κάποιο αγαθό από το Θεό. Δεν ξέρουμε ότι ολόκληρος ο πνευματικός αγώνας μας είναι σαν τη σπορά και την καρποφορία; Ό γεωργός δηλαδή σπέρνει το χωράφι του, ύστερα όμως περιμένει το έλεος του Θεού. και ο Θεός, Στη συνέχεια, στέλνει τη δωρεά Του, προξενώντας βροχές στον κατάλληλο καιρό και ευνοϊκούς ανέμους, κάνοντας νά φυτρώσουν και ν' αυξηθούν και νά τελειοποιηθούν τα σπέρματα πού έριξε ο γεωργός Στη γη, και βοηθώντας τον έτσι νά κερδίσει πολλά από τα λίγα. 'Έτσι κι Εμείς, αν σπείρουμε στα καλά έργα πλούσια και μεγαλόψυχη προαίρεση, τότε και ή χάρη, πού θα ορούμε από το Θεό, θα είναι ανάλογη. Μ' αυτή θα μπορέσουμε Στη συνέχεια, χωρίς πίεση και κόπο, νά κατορθώσουμε όλα τα αγαθά. Το ίδιο βλέπουμε νά συμβαίνει και στις τέχνες. Εκείνος δηλαδή πού έρχεται για νά μάθει μία τέχνη, στην αρχή κοπιάζει και δυσκολεύεται και πολλές φορές αποτυχαίνει. δεν χάνει όμως το κουράγιο του ούτε απογοητεύεται, αλλά πάλι προσπαθεί. 'Όσες φορές κι αν αποτύχει, άλλες τόσες ζητάει νά διορθωθεί, φανερώνοντας έτσι στο μάστορα την προαίρεσή του. Αν όμως λιποψυχήσει και κάνει πίσω, δεν μαθαίνει τίποτα. 'Έτσι, καθώς συχνά κάνει σφάλματα και διορθώνεται από το μάστορα και πάλι επιμένει και εργάζεται με κόπο και υπομονή, σιγάσιγά μαθαίνει καλά την τέχνη. και τότε κάνει άνετα τη δουλειά του και βγάζει μ' αυτή το ψωμί του. 'Έτσι πρέπει νά κάνει κι αυτός πού θέλει νά καταπιαστεί με την εργασία κάποιας αρετής: Πρώτα δηλαδή νά δείξει μεγάλη γενναιότητα και καλή προαίρεση, κι έπειτα νά ασχολείται υπομονετικά με την εργασία του αγαθού, ζητώντας τη βοήθεια και την προστασία του Θεού. Νά μη λιποψυχεί ούτε ν' απελπίζεται από τις πτώσεις και νά εγκαταλείπει τον αγώνα γιατί έτσι δεν θα μπορέσει νά πετύχει ποτέ κάτι καλό , αλλά, όσες φορές κι αν πέφτει, νά ξανασηκώνεται, νά τροφοδοτεί την προθυμία του με την ελπίδα ατό Θεό και νά περιμένει το έλεος Του. Αυτό δηλαδή εΙναι εκείνο πού Είπε ο αββάς Μωυσης: '«Η δύναμη αυτών πού θέλουν ν' αποκτήσουν τις αρετές, εδώ φαίνεται: "Αν πέσουν, νά μη λιποψυχήσουν, αλλά νά προσπαθήσουν πάλι". Του αββά Ισαάκ Μακάριοι εΙναι εκείνοι πού ζώστηκαν την υπομονή και την ελπίδα και ρίχθηκαν στη θάλασσα των θλίψεων για την αγάπη του Θεού με απλότητα, χωρίς νά το πολυεξετάσουν, χωρίς νά δειλιάσουν από το σάλο και τα κύματα, πού σηκώνονται μπροστά τους, και χωρίς νά λιποψυχήσουν από τη θαλασσοταραχή. Αυτοί βρίσκουν γρήγορα σωτηρία ατό λιμάνι της βασιλείας και αναπαύονται στα σκηνώματα εκείνων πού κοπίασαν με καλό τρόπο και αγάλονται μέσα στην ευφροσύνη γέννημα της ελπίδας τους. 'Όσοι τρέχουν με ελπίδα στον ανώμαλο και δύσκολο δρόμο (της σωτηρίας), δεν γυρίζουν πίσω ούτε χρονοτριβούν για νά εξετάσουν την αιτία της δυσκολίας. 'Όταν πια περάσουν το δρόμο και φτάσουν καλά στο τέρμα, τότε μόνο σκέφτονται τις δυσκολίες και τις ανωμαλίες του δρόμου και ευχαριστούν το Θεό, πού τούς γλίτωσε από τόσα και μεγάλα κακά, χωρίς και οι ίδιοι να γνωρίζουν το πώς. Αντίθετα, από αυτούς πού κάνουν πολλές σκέψεις και θέλουν τόσο πολύ νά πιστεύουν πώς εΙναι σοφοί και παραδίνονται στις περιπλανήσεις των λογισμών τους και προπαρασκευάζονται με τη δειλία και θέλουν νά προβλέψουν τις αιτίες πού ίσος θα τούς προξενήσουν βλάβη, οι περισσότεροι (λέω απ' αυτούς) βρίσκονται να κάθονται πάντα στην εξώπορτα των σπιτιών τους. Πραγματικά, για κάτι τέτοιους εΙναι πού λέει ή Γραφή: «Λέγει οκνηρός αποστελλόμενος εις οδόν. λέων εν ταις όδοίς, εν δε ταίς πλατείες φονευταί» (Παροιμ. 26:13). ΕΙναι σαν κι αυτούς πού είπαν: «Εκεί εωράκαμεν τούς γίγαντας και ημεν ενώπιον αυτών ωσεί ακρίδες» (Άριθ. 13:34). Αυτοί εΙναι πού θέλουν πάντα νά παρουσιάζονται σοφοί, αρχή όμως ποτέ δεν αποφασίζουν νά βάλούν. Η πολλή σοφία νά μη γίνει παγίδα μπροστά σου και αιτία νά γλιστρήσεις. Στήριξε το θάρρος σου στο Θεό, πλησίασε και άρχισε νά βαδίζεις με τον πρώτο θερμό ζήλο σου πάνω στον αιματοβαμμένο δρόμο, χωρίς νά φροντίζεις καθόλου για το σώμα σου και χωρίς νά εξετάζει ς περιττές λεπτομέρειες, για νά μη βρεθείς γυμνός από τη γνώση του Θεού. Γιατί και ο γεωργός πού φοβάται ή περιμένει νά έρθουν (ευνοϊκοί) άνεμοι, ποτέ δεν θα σπείρει. Προτιμότερος εΙναι ο θάνατος για χάρη του Θεού, παρά μία ζωή γεμάτη ντροπή και οκνηρία. Εσύ λοιπόν, όταν θελήσεις ν' αρχίσει ς έργο Θεού, πρώτα νά δώσεις υπόσχεση στο Θεό, σαν νά Μην έχεις πια ζωή σ' αυτόν τον κόσμο, σαν ετοιμασμένος για θάνατο, σαν άνθρωπος πού έχει χάσει κάθε ελπίδα στην παρούσα ζωή. Αυτό νά κρατάς στο νου σου, κι έτσι θα μπορέσεις, με τη βοήθεια του Θεού, ν' αγωνιστείς και νά νικήσεις. Γιατί Τι ελπίδα της ζωής αυτής δημιουργεί στο λογισμό χαύνωση, και δεν αφήνει τον άνθρωπο νά προκόψει σε τίποτα καλό. Νά μην αρχίσεις, επομένως, την εργασία του καλού έργου με διψυχία πού οδηγεί στη χαυνότητα, για νά μη φτάσει νά γίνει ανώφελος ο κόπος σου και αφόρητη εργασία της (πνευματικής) καλλιέργειάς σου. "Άρχισε το αγαθό με ανδρεία και αδίστακτη πίστη στο Θεό αφού γνωρίζεις ότι ο Κύριος εΙναι ελεήμων και έτοιμος πάντα νά βοηθήσει αυτούς πού τον επιζητούν. Μα και γενναιόδωρος μισθαποδότης γίνεται, δίνοντάς μας τη χάρη Του όχι ανάλογα με την εργασία μας, αλλ' ανάλογα με την προθυμία και την πίστη των ψυχών μας. Γιατί Αυτός εΙναι πού λέει: Ως επίστευσας γενηθήτω σοι» (Ματθ. 8:13). 'Όποιος λοιπόν θέλει νά έρθει πίσω Του, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, όπως είπε Εκείνος (Ματθ. 16:24), και έτσι μόνο θα μπορέσει νά σηκώσει το σταυρό και νά τον ακολουθήσει. Γιατί ο σταυρός αυτό φανερώνει, ότι δηλαδή είμαστε έτοιμοι για κάθε θλίψη και για κάθε κακοπάθεια, ακόμα και γι' αυτόν το θάνατο.



ΙΓ. ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΠΟΛΕΜΟΥΝ ΤΟΥΣ ΣΘΕΝΑΡΟΥΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ, ΕΝΩ ΑΔΙΑΦΟΡΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΜΕΛΕΙΣ. ΟΣΟΙ ΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ, ΒΡΙΣΚΟΥΝ ΣΥΝΕΡΓΟ ΤΟ ΘΕΟ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΧΩΡΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΤΟΥΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝ.

Του άγίου Έφραίμ


ΑΔΕΛΦΟΣ πρέπει νά περιφρουρεί με κάθε προφυλακτικό μέσο την καρδιά και τις αισθήσεις του, γιατί σ' αυτή τη ζωή έχουμε μεγάλο πόλεμο και ο εχθρός εΙναι μανιασμένος, προπαντός εναντίον των αγωνιστών, και τριγυρίζει, όπως λέει ή Γραφή, «ζητών τίνα καταπίn» (Α' Πετρ. 5:8). Σ' αυτόν λοιπόν (τον εχθρό) πρέπει ν' αντιστέκεται κανείς σθεναρά, ζητώντας την ενίσχυση του Θεού. Πώς όμως θα πολεμήσει τα πάθη του εκείνος πού έχει συμφιλιωθεί μαζί τους, και έχει κάνει πια δούλο τον εαυτό του στις ηδονές, πληρώνοντας ολοπρόθυμα φόρους στον τύραννο (διάβολο); Γιατί όπου υπάρχει έχθρα, εκεί και πόλεμος και όπου πόλεμος, εκεί και αγώνας και όπου αγώνας, εκεί και τα στεφάνια (της νίκης). Αν λοιπόν θέλει κανείς νά ελευθερωθεί από την πικρή δουλεία, ας κηρύξει πόλεμο στον εχθρό. Γιατί έτσι έκαναν και οι άγιοι. Και αφού τον νίκησαν, αξιώθηκαν ν' απολαύσουν τα επουράνια αγαθά. Άλλά μπορεί νά με ρωτήσει κάποιος: Αν πράγματι όπου υπάρχει έχθρα εναντίον των παθών, εκεί ειναι φυσικό νά γίνεται και ο πόλεμος, όπως είπες, πώς βλέπουμε τούς φιλήδονους νά πολεμούνται φοβερά από τα αισχρά πάθη και νά μη δέχονται νά μετανοήσουν; Σ' αυτόν θα μπορούσα ν' απαντήσω το έξης: Δεν νομίζω, αγαπητέ, ότι αυτός ο πόλεμος είναι για χάρη της αρετής και ότι περιέχει αντίσταση στον εχθρό. Μάλλον είναι πάθος, εξαιτίας της δουλείας στα πάθη και της φιληδονίας. (Γι' αυτό και οι φιλήδονοι δεν διαφωνούν με τον εχθρό ως προς την προαίρεση). Γιατί αυτοί πού πολεμούν, δεν συμφωνούν σε τίποτα μεταξύ τους. Πως λοιπόν θα μπορούσαμε νά μιλήσουμε για πραγματικό πόλεμο στην περίπτωση εκείνων, πού έχουν παραδοθεί ατά θελήματα του εχθρού και έχουν πουληθεί στις ηδονές; και αν πολεμούνται, αυτό δεν οφείλεται ατό ότι αγωνίζονται για την αρετή και ενοχλούν τον εχθρό, αλλά στο ότι δεν βρίσκουν πως ν' ανταποκριθούν στην άνομη συναλλαγή τους, πως θα πληρώσουν τούς συνηθισμένους φόρους ( της αμαρτίας ) και πως δεν θα διακόψουν ούτε για λίγο την εκπλήρωση των αισχρότατων επιθυμιών, στις όποίες θεληματικά παραδόθηκαν ως δούλοι. Γιατί, όπως είναι γραμμένο, «,ω τις ηττηται, τούτω και δεδούλωται» (Β' Πέτρ. 2:19). Αυτοί λοιπόν δεν οδηγούνται ακούσια και βίαια (στην αμαρτία), αλλά και χρήματα προσφέρουν για νά κάνουν το θέλημα εκείνου πού τούς αποπλάνησε. Γι' αυτό και, αφού κάνουν το κακό, καμιά μετάνοια δεν δείχνουν ούτε εγκράτεια κάνουν ούτε φυλάγονται για νά μην ξαναπέσουν. Απεναντίας, ο πόλεμος των αγωνιστών δεν γίνεται έτσι. Γιατί όταν ,πολεμούνται (από το διάβολο, τον) πολεμούν κι εκείνοι' και όταν φλέγονται (από τη σαρκική επιθυμία, εγκρατεύονται και όταν θλίβονται), κάνουν υπομονή' και όταν είναι παρόν το ίδιο το αντικείμενο του πειρασμού, το αποστρέφονται χάρη στο φόβο του Κυρίου' και αν συμβεί νά πέσει κανείς τους, γρήγορα σηκώνεται. Γιατί απ' αυτούς πού αιχμαλωτίστηκαν από βαρβάρους κι έπεσαν στα χέρια κάποιου τυράννου, όσοι μεν χαίρονται για τις επιτυχίες των αιχμαλωτιστών τους, μένουν κοντά στους εχθρούς με ευχαρίστηση, χωρίς δεσμά και φυλακή, και αγωνίζονται για χάρη τους, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο νά γίνονται και κατάσκοποι σε βάρος των συμπατριωτών τους όσοι όμως λυπούνται για την αιχμαλωσία τους, αυτοί και τα ήθη των βαρβάρων αντιπαθούν, και την άθεσμη πολιτεία τους (σιχαίνονται), και νά φύγουν από κοντά τους βιάζονται και ευκαιρία περιμένουν για νά τρέξουν πάλι στους συντρόφους τους και ν' απολαύσουν την προηγούμενη ελευθερία, και σε βοήθειά τους εύχονται νά έρθουν οι συμπατριώτες τους. Αυτοί, μόλις ξεφύγουν από τούς εχθρού ς, αμέσως ξαναγίνονται αντίπαλοί τους και πολεμούν εναντίον τους μαζί με τούς συντρόφους τους και νικούν με τη βοήθεια εκείνων. 'Όσοι λοιπόν θέλουν νά ελευθερωθούν από την πικρή δουλεία του εχθρού, οφείλουν ν' αντισταθούν στα θελήματά του και νά σηκώσουν φανερό πόλεμο εναντίον του, αφού του πουν με όλη τους την καρδιά τα λόγια των Παίδων: «Γνωστόν έστω σοι, διάολε, ότι ημείς της φωνής σου ουκ ακουσόμεθα και ταίς ηδονές σου ουκέτι λατρεύσομε» (πρβλ. Δαν. 3:18). Πρέπει μάλιστα, στον καιρό του αγώνα, νά ζητούν και τη θεϊκή βοήθεια, λέγοντας πάλι μαζί με τούς Παίδες στο Θεό: Κύριε, «και νυν εξακολουθούμε εν όλη καρδία και φοβ0ύμεθά σε και ζητούμε το πρόσωπόν σου' μη καταισχύνnς ημάς, αλλά ποίησον μεθ' ημών κατά την επιείκεια σου και κατά το πλήθος του ελέους σου' εξελού ημάς κατά τα θαυμάσιά σου και δός δόξα τω ονόματί σου, Κύριε, και εντραπείησαν πάντες οι ενδεικνύμενοι τοις δούλοις σου κακά, και καταισχυνθείησαν από πάσης δυναστείας, και ή ισχύς αυτών συντριβείη' και γνώτωσαν ότι συ ει Κύριος Θεός μόνος και ένδοξος εφ' όλη την οικουμένη» (Δαν. 'Ύμνος Τριών Παίδων: 1721). και αν ο τύραννος (διάολος) φρυάξει από το κακό του και κάψει το καμίνι των ηδονών εφτά φορές περισσότερο (πρβλ. Δαν. 3:19), ας έχουν θάρρος αυτοί πού δείχνουν εμπιστοσύνη στον Κύριο. Γιατί σε λίγο το καμίνι θα μεταβληθεί σε δροσιά και ο τύραννος, πού πρωτύτερα φοβόντουσαν, θα τρέμει στο έξης και τη σκιά τους, χάρη στη βοήθεια πού θα τούς δοθεί από τον ουρανό. Εκείνος πού θέλει νά ευαρεστήσει το Θεό και νά γίνει κληρονόμος Του μέσω της πίστεως και νά ονομαστεί και ο ίδιος παιδί του Θεού, πού γεννήθηκε από το 'Άγιο Πνεύμα, πρέπει, αφού αποκτήσει πριν απ' όλα τη μακροθυμία και την υπομονή, νά υπομένει με γενναιότητα και ευχαρίστηση τις θλίψεις και τις δυσκολίες πού συναντά, δηλαδή σωματικές αρρώστιες και πόνους, εξευτελισμούς και προσβολές από τούς ανθρώπους η διάφορους αόρατους πολέμους, πού κινούν εναντίον της ψυχής τα πονηρά πνεύματα, θέλοντας νά την οδηγήσουν σε χαύνωση και αμέλεια. Αυτό γίνεται με οικονομία τού Θεού, πού παραχωρεί νά δοκιμαστεί ο καθένας μας με διάφορες θλίψεις, για νά φανούν εκείνοι πού τον αγαπούν με όλη τους την ψυχή, αν υπομένουν με γενναιότητα και ευχαρίστηση όλα όσα προξενούνται από τον πονηρό και δεν απομακρύνονται από την ελπίδα και την εμπιστοσύνη σ' Αυτόν, αλλά πάντα περιμένουν με πολλή πίστη και υπομονή νά λυτρωθούν από τις δοκιμασίες με τη βοήθεια της χάριτος. Μ' αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουν νά γλιτώσουν από κάθε πειρασμό και νά πετύχουν έτσι την εκπλήρωση της υποσχέσεως, αφού φάνηκαν κι αυτοί άξιοι της Βασιλείας με το ν' ακολουθήσουν τα ίχνη όλων των άγίων κάθε εποχής και του ίδιου τού Κυρίου, και έγιναν κοινωνοί όχι μόνο των παθημάτων τους αλλά και της δόξας τους (πρβλ. Β' Κορ. 1:7). Παρατήρησε λοιπόν και δες, πώς από την αρχή όλοι οι πατέρες και οι πατριάρχες και οι προφήτες και οι απόστολοι και οι μάρτυρες έτσι κατόρθωσαν νά ευαρεστήσουν το Θεό, περνώντας δηλαδή μέσα από το δρόμο των θλίψεων (και) των πειρασμών και υπομένοντας με καρτερικότητα και χαρά 'όλες τις δυσκολίες, χάρη στην ελπίδα της αναμενόμενης ανταμοιβής, όπως λέει και ή Γραφή: «Τέκνο, ει προσέρχη δουλεύειν Κυρίω Θεώ, έτοίμασον την ψυχήν σου εις πειρασμό' εύθυνον την καρδίαν σου και καρτέρησον» (Σοφ. Σειρ. 2:12) αποβλέποντας, θέλει νά πει, στο Θεό και παίρνοντας δύναμη από την ελπίδα σ' Αυτόν. και ο απόστολος επίσης λέει: «ΕΙ δε χωρίς έστε παιδείας, ης μέτοχοι γεγόνασι πάντες, άρα νόθοι εστε και oύχ υιοί» (Εβρ. 12:8). και ο Κύριος μακαρίζει εκείνους πού αγωνίζονται γι' Αυτόν και βασανίζονται σκληρά είτε φανερά από τούς ανθρώπους είτε κρυφά από τα πονηρά πνεύματα, τα όποία πολεμούν, όπως είπαμε, την ψυχή πού αγαπάει το Θεό και προκαλούν σ' αυτήν ποικίλες θλίψεις, για νά εμποδίσουν την είσοδό της στην (αιώνια) ζωή, αν (βέβαια την κάνουν νά) γλιστρήσει στην αμέλεια και την απελπισία. ΟΙ πειρασμοί, επομένως, δοκιμάζουν και ξεχωρίζουν τις ψυχές πού αγαπούν το Θεό από εκείνες πού δεν Τον αγαπούν, κι έτσι φανερώνουν ποίες εΙναι αξίες του Θεού και ποίες ανάξιές Του. Κάθε ψυχή λοιπόν πού θέλει νά ευαρεστήσει το Θεό, ας κρατάει με γενναιότητα, πριν απ' Όλα, την υπομονή και την ελπίδα' κι έτσι θα μπορέσει νά σηκώσει και νά ξεπεράσει κάθε επίθεση και προσβολή του πονηρού. Γιατί ο Θεός, σε μία ψυχή πού ελπίζει σ' αυτόν και Τον περιμένει με υπομονή, δεν επιτρέπει νά πέσει σε τόσο μεγάλο πειρασμό, ώστε ν' απελπιστεί από ένα βάρος πού δεν μπορεί νά σηκώσει (βλ. Α' Κορ. 10:13). ούτε Όμως και ο πονηρός πειράζει και θλίβει την ψυχή Όσο θέλει, αλλά Όσο του επιτρέπει ο Θεός. Γιατί ξέρει Ο Πλάστης μας πόσο πρέπει νά μπει ή ψυχή σε δοκιμασία και πειρασμό, και τόσο μόνο επιτρέπει. Του αββά 'Ισαάκ Όταν θελήσεις νά κάνεις αρχή καλού έργου, πρώτα νά ετοιμάσεις τον εαυτό σου για την αντιμετώπιση των πειρασμών, πού πρόκειται νά έρθουν εναντίον σου. Γιατί ο εχθρός, όταν δει κάποιον ν' αρχίζει με θερμή πίστη μια θεάρεστη ζωή, συνηθίζει νά του επιτίθεται με διάφορους και φοβερούς πειρασμούς, ώστε νά δειλιάσει απ' αυτούς ο άνθρωπος και νά εγκαταλείψει την καλή του πρόθεση. Και παραχωρεί ο Θεός νά πέσει σε πειρασμό για νά χτυπήσεις επίμονα τη θύρα (του ελέους) Του και για νά ριζώσει μέσα στο νου σου, από το φόβο των θλίψεων, ή μνήμη Εκείνου, και για νά τον πλησιάσεις με τις προσευχές, ώστε ν' αγιαστεί έτσι ή καρδιά σου από την ακατάπαυστη ενθύμησή Του. Και όταν τον επικαλείσαι, θα σε ακούσει. Και θα μάθεις έτσι, ότι ο Θεός ειναι αυτός πού σε λυτρώνει. Και τότε θα νιώσεις την παρουσία Εκείνου πού σ' έπλασε και σε δυναμώνει και σε προστατεύει. Γιατί ή σκέπη και ή πρόνοια του Θεού αγκαλιάζει όλους τούς ανθρώπους. Δεν γίνεται όμως ορατή παρά μόνο σ' εκείνους πού καθάρισαν τον εαυτό τους από την αμαρτία και ειναι συνεχώς προσηλωμένοι στο Θεό. Εξαιρετικά μάλιστα φανερώνεται σ' αυτούς ή βοήθεια και ή πρόνοια του Θεού, όταν μπουν σε μεγάλη δοκιμασία για χάρη της αλήθειας γιατί τότε την αισθάνονται πολύ καθαρά με την αίσθηση του νου. Μερικοί, πού είδαν αυτή (τη βοήθεια) και με τα σωματικά τους μάτια, ανάλογα με τις δοκιμασίες, και διαπίστωσαν έτσι τη συμπαράσταση του Θεού, υποκινήθηκαν απ' αυτή σε γενναίες πράξεις, όπως μαθαίνουμε για τον Ιακώβ και τον Ιησού του Ναυή και τούς Τρεις Παίδες και Τον απόστολο Πέτρο και τούς άλλους αγίους, πού άθλησαν για το Χριστό. Σ' αυτούς (ή θεία βοήθεια) ήταν ολοφάνερη, έχοντας ανθρώπινη μορφή, δίνοντάς τους θάρρος και προετοιμάζοντάς τους για Τον αγώνα της ευσέβειας. Αλλά και στους πατέρες, πού έζησαν στην έρημο και έδιωξαν από κεί τούς δαίμονες και έγιναν κατοικητήριο αγγέλων, και σ' αυτούς παρουσιάζονταν συνεχώς οι άγιοι άγγελοι και με κάθε τρόπο τούς βοηθούσαν και τούς συμπαραστέκονταν σε όλα και τούς στήριζαν και τούς λύτρωναν από τούς πειρασμούς, πού οι άγριοι δαίμονες τούς προξενούσαν. Αλλά και μέχρι σήμερα δεν απομακρύνεται ή βοήθεια του Θεού από τούς ανθρώπους πού ολοκληρωτικά αφιερώθηκαν στα έργα πού 'Εκείνος ευαρεστείται, αλλά βρίσκεται κοντά σε όλους όσοι τον επικαλούνται. Του άγίου Μαξίμου Λένε ότι για πέντε αιτίες παραχωρεί ο Θεός νά πολεμούμαστε από τούς δαίμονες. Και Πρώτη είναι, λένε, ν' αποκτήσουμε τη διάκριση της αρετής και της κακίας, καθώς μάς πολεμούν και τούς πολεμάμε. Δεύτερη, ν' αποκτήσουμε την αρετή με πόλεμο και κόπο, κι έτσι νά την έχουμε βέβαιη και σταθερή. Τρίτη, νά μην υψηλοφρονούμε, καθώς προοδεύουμε στην αρετή, αλλά νά μάθούμε νά ταπεινοφρονούμε. Τέταρτη, νά μισήσουμε τελείως την κακία, αφού τη γνωρίσουμε με τα παθήματά μας. Πέμπτη και κυριότερη απ' όλες, νά μην ξεχνάμε, αφού αποκτήσουμε την απάθεια, ούτε τη δική μας αδυναμία ούτε τη δύναμη 'Εκείνου πού μάς βοήθησε. Από το Γεροντικό Ένας αδελφός, πού πειραζόταν από τούς δαίμονες, πήγε σε κάποιον γέροντα και του φανέρωσε τούς πειρασμούς πού δοκίμαζε. και ο γέροντας του λέει: Αδελφέ, νά μη σε φοβίζουν οι πειρασμοί πού σου συμβαίνουν, γιατί όσο βλέπουν οι εχθροί την ψυχή ν' ανεβαίνει και να ενώνεται με το Θεό, τόσο οργίζονται και λιώνουν από το φθόνο τους. Είναι, άλλωστε, αδύνατον νά μην παραβρίσκονται ο Θεός και οι άγγελοί Του, όταν ο άνθρωπος πειράζεται και ζητάει χέρι βοήθειας. Εσύ λοιπόν μη σταματάς νά σηκώνεις πάντα το βλέμμα σου προς Αυτόν και νά ζητάς τη βοήθειά Του με ταπείνωση, έχοντας συνάμα στο νου σου, κατά την ώρα του πειρασμού, την ακαταμάχητη δύναμη Εκείνου, τη δική μας αδυναμία και του εχθρού μας τη σκληρότητα. 'Έτσι σύντομα θα σε βοηθήσει ο Θεός. Ό αββάς Ποιμήν είπε για τον αββά 'Ιωάννη Τον Κολοβό, ότι παρακάλεσε το Θεό και έφυγαν από πάνω του τα πάθη, κι έτσι ησύχασε. Πήγε λοιπόν σ' ένα γέροντα και του είπε: "Βλέπω τον εαυτό μου νά αναπαύεται (ψυχικά) και νά μην έχει κανένα πόλεμο". και ο γέροντας του λέει: "Πήγαινε και παρακάλεσε το Θεό να σου έρθει πάλι ο πόλεμος, γιατί με τούς πολέμους προκόβει ή ψυχή". Παρακάλεσε λοιπόν (το Θεό ο αββάς 'Ιωάννης νά ξαναγυρίσει ο πόλεμος), και ποτέ πια Δεν προσευχήθηκε νά του φύγει, αλλά έλεγε: "Κύριε, δώσε μου υπομονή στους πολέμους". 'Ένας γέροντας είπε: Αν μας συγχωρεί ο Θεός, μολονότι κάνουμε τόσα κακά, μακροθυμώντας απέναντί μας, Δεν θα μας βοηθήσει, πολύ περισσότερο, αν θελήσουμε νά κάνουμε τα καλά;


ΙΔ. ΣΥΧΝΑ Η ΘΕΙΑ ΧΑΡΗ ΔΙΔΑΣΚΕΙ, ΜΕΣΩ ΑΠΛΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ, ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΝΤΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΝΟΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. ΟΙ ΤΑΠΕΙΝΟΙ ΚΑΤΑΔΕΧΟΝΤΑΙ ΝΑ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΥΧΑΙΟΥΣ.

 Από το βίο του άγίου Έφραίμ

ΜΕΓΑΣ Έφραίμ, πού ήταν πάντα αφοσιωμένος σε θεϊκές σκέψεις και σχεδόν ακατάπαυστα είχε νοερά μπροστά στα μάτια του την ήμέρα της Κρίσεως και συνεχώς πενθούσε, «εμάκρυνε φυγαδεύων» κι αυτός, όπως ο ψαλμωδός, «και ηυλίσθη εν τη ερήμω» (Ψαλμ. 54:8), αποφεύγοντας κάθε θόρυβο και φασαρία και ζάλη της ζωής. Καθώς λοιπόν πήγαινε από τόπο σε τόπο, για νά ωφελήσει και νά οικοδομήσει ψυχές γιατί σ' αυτό τον κινούσε το Άγιο Πνεύμα άφησε κάποτε την πατρίδα του (Νίσιβη της Μεσοποταμίας) με εντολή του Θεού, όπως ο Αβραάμ (Γεν. 12:1), και ήρθε στην πόλη των Έδεσσηνων, τόσο για νά προσκυνήσει τα τίμια λείψανα (τού αποστόλου Θαδδαίου) και τούς ιερούς τόπους, όσο και για νά συναντήσει κάποιον λόγιο άνδρα, πού θα του έδινε καρπό γνώσεως. Γι' αυτό και παρακάλεσε το Θεό: "'Ιησού Χριστέ, Δέσποτα και Κύριε όλων, αξίωσέ με, μόλις θα μπω στην πόλη 'Έδεσσα, νά συναντήσω έναν τέτοιου άνδρα, πού θα είναι ικανός νά μιλήσει μαζί μου για την ωφέλεια και την οικοδομή της ψυχής μου". Μετά από αύτή την προσευχή, καθώς βρισκόταν ήδη στην είσοδο της πόλης και περνούσε την πύλη της, ήταν συλλογισμένος και προσεκτικός και όλος φροντίδα, ψάχνοντας, θαρρείς, για το πώς θ' αντάμωνε εκείνον Τον άνθρωπο και τι θα Τον ρωτούσε και πιάν ωφέλεια θα κέρδιζε (από τη συνάντηση αυτή). 'Έτσι λοιπόν βάδιζε στην άκρη της πόλης, όταν ξαφνικά τον συναντάει μια γυναίκα, πού ήταν μάλιστα πόρνη. Αυτό πάντως ήταν από το Θεό, πού πολλές φορές, μυστικά και ανεξερεύνητα, οικονομεί (τις περιστάσεις, για νά πετύχει) από τα (φαινομενικά) αντίθετα πράγματα τα αντίθετά τους. Ό ιερός Έφραίμ λοιπόν, αφού έτσι ανέλπιστα συνάντησε την πόρνη, στάθηκε αντίκρυ της και την κοίταζε κατάματα, όλος απορία, ενώ ή ψυχή του ήταν γεμάτη ένταση και ταραχή, επειδή όχι μόνο δεν είχε πραγματοποιηθεί ότι είχε ζητήσει από το Θεό, αλλά το εντελώς αντίθετο. Η γυναίκα πάλι, βλέποντάς τον νά την παρατηρεί τόσο επίμονα, ρίχνει κι αυτή επίμονη τη ματιά της επάνω του. 'Αρκετή ώρα κοιτάζονταν έτσι μεταξύ τους. Έπειτα ο μεγάλος (Έφραίμ) θέλησε νά την κάνει νά ντραπεί και ν' αποκτήσει τη σεμνότητα πού αρμόζει στις γυναίκες. και της λέει: Τι λοιπόν, κυρά μου; Δεν κοκκινίζεις, έχοντας έτσι καρφωμένα τα μάτια σου επάνω μου; Μα εκείνη αποκρίθηκε: Σε μένα όμως ταιριάζει νά σε βλέπω έτσι, γιατί έχω πλαστεί από σένα, από τη δική σου πλευρά. Εσύ, αντίθετα, δεν πρέπει νά κοιτάζεις εμένα, αλλά τη γη, από την όποία πλάστηκες. Όταν ο Έφραίμ άκουσε αυτά τα εντελώς απροσδόκητα λόγια, και τη γυναίκα ευγνωμονούσε πολύ για την ωφέλεια (πού του χάρισε), αλλά και το Θεό ευχαριστούσε θερμά, πού πολλές φορές μπορεί νά μας ωφελήσει πολύ περισσότερο με γεγονότα και πρόσωπα πού δεν περιμένουμε, παρά με αλλά πού περιμένουμε. Από το βίο του άγίου Παχωμίου Ο μέγας Παχώμιος χαιρόταν πολύ, διαπιστώνοντας ότι ο μαθητής του Θεόδωρος, ήταν σε όλα συνετός, και όχι μόνο δεν είχε την (ανώριμη) σκέψη αλλά στήριζε στην άσκηση και άλλους, τούς πιο αδύνατους. Καθώς λοιπόν είχαν συνήθεια νά συγκεντρώνονται όλοι (οι μοναχοί) κάθε βράδυ σ' ένα σημείο της μονής και ν' ακούνε τη διδαχή του μεγάλου (Παχωμίου), (κάποια φορά), όταν όλοι είχαν μαζευτεί γι' αυτό, προστάζει εκείνος το Θεόδωρο νέον, όπως είπαμε, όχι πάνω από είκοσι χρόνων νά κηρύξει στους αδελφούς το λόγο του Θεού. Κι αυτός αμέσως, χωρίς καμιά αντιλογία ή παρακοή, άνοιξε το στόμα του και τούς είπε πολλά ωφέλιμα. Μερικοί όμως από τούς γεροντότερους, βλέποντας αυτό το πράγμα, δεν θέλησαν νά Τον ακούσουν. "Θα μας διδάξει αυτός ο αρχάριος;", είπαν μεταξύ τους. "Δεν θα Τον ακούσουμε!". Άφησαν λοιπόν τη σύναξη κι έφυγαν ο καθένας για το κελί του. Όταν τέλειωσε ή διδασκαλία, ο μέγας (Παχώμιος) έστειλε και τούς κάλεσε. και μόλις ήρθαν, τούς ρώτησε: Για ποίο λόγο αφήσατε το κήρυγμα και φύγατε για τα κελιά σας; Καλά, αποκρίθηκαν, έβαλες ένα παιδί νά κάνει το δάσκαλο σε τόσους γέροντες, πού πέρασαν μια ζωή μέσα στο μοναστήρι; Όταν τούς άκουσε (ο όσιος), σκυθρώπιασε και αναστέναξε βαθιά. Ξέρετε, είπε, από που άρχισαν να μπαίνουν τα κακά στον κόσμο; Από πού; ρώτησαν εκείνοι. Από την υπερηφάνεια! Εξαιτίας της «εξέπεσαν εκ τού ουρανού ο εωσφόρος, ο πρωί ανατέλλων» και «συνετρίβη εις την γην» (Ήσ. 14:12). Εξαιτίας της κατοίκησε μαζί με τα θηρία και ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ (Δαν. 4:2530). Η μήπως δεν ακούσατε τι λέει ή Γραφή, ότι «ακάθαρτος παρά Θεώ πας ύψηλοκάρδιος» (Παροιμ. 16:5), και ότι «πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται και ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται» (Λουκ. 14:11); Επειδή λοιπόν δεν τα λογαριάσατε αυτά, νικηθήκατε από το διάβολο και χάσατε όλη σας την αρετή γιατί ή υπερηφάνεια είναι μητέρα και αρχή όλων των κακών. Φεύγοντας, Δεν απομακρυνθήκατε από το Θεόδωρο, αλλά χωριστήκατε από το Άγιο Πνεύμα, καθώς στερηθήκατε το λόγο του Θεού. Είστε πραγματικά αξιολύπητοι. πως Δεν καταλάβατε, ότι ο σατανάς ήταν πού σας παρακίνησε νά φτάσετε σ' αυτό (το κατάντημα); "Ω, τι παράδοξο! Ο Θεός «εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου» (Φιλιπ. 2:8) για μας, κι εμείς, αν και από τη φύση μας ταπεινοί, έχουμε έπαρση! Ο από τη φύση Του υψηλός και άπειρος, πού με το βλέμμα του και μόνο μπορεί νά κατακάψει τα πάντα, έσωσε τον κόσμο με την ταπείνωση. Κι εμείς, πού είμαστε χώμα και στάχτη και ακόμα πιο τιποτένιοι από αυτά, φουσκώνουμε από υπερηφάνεια, αγνοώντας ότι καταποντιζόμαστε έτσι στα κατάβαθα της γης. Δεν είδατε εμένα, με πόση προσοχή παρακολουθούσα (την ομιλία του Θεοδώρου); Σας βεβαιώνω, ότι εγώ πάρα πολύ ωφελήθηκα πού τον άκουσα. Γιατί δεν του επέτρεψα νά σας κηρύξει για νά σας δοκιμάσω, αλλά γιατί ήθελα κι εγώ ο ίδιος νά ωφεληθώ. Πόσο περισσότερο λοιπόν εσείς έπρεπε νά τον ακούσετε με πολλή ταπεινοφροσύνη; 'Αλήθεια σας λέω, ότι εγώ, ο εν Κυρίω πνευματικός πατέρας σας, ήμουν κρεμασμένος άπ' το στόμα του, σαν νά μη γνώριζα τη δεξιά και την αριστερή (στράτα). Σας λέω λοιπόν ενώπιον του Θεού, ότι, αν δεν δείξετε πολύ μεγάλη μετάνοια γι' αυτό το σφάλμα σας, ώστε νά σας συγχωρηθεί ή πτώση, θα χάσετε την ψυχή σας και τούτο γιατί, μετά από αυτή την τόσο κακή αρχή, δεν θα σταματήσετε, ώσπου νά φτάσετε στην έσχατη απόφαση της καταδίκης σας. Με αυτά τα λόγια τούς νουθετούσε (ο όσιος) καυτηριάζοντας αρκετά το πάθος της υπερηφάνειας, κι έτσι γιάτρεψε αποτελεσματικά την (πνευματική) αρρώστια τους. Γιατί ήταν και σκληρός, οπότε χρειαζόταν, άλλά και ήπιος πάλι, όταν το καλούσε ή περίσταση, άλλοτε ελέγχοντας και άλλοτε παρακινώντας προς το αγαθό εκείνους πού αμάρταναν. Από το βίο του άγίου Aρσενίoυ Ο μέγας 'Αρσένιος ήταν άνθρωπος μεγάλης παιδείας, τόσο κοσμικής όσο και χριστιανικής. Θα μπορούσαμε νά πούμε πώς ξεπερνούσε όλους τούς συγχρόνους του σε πολυμάθεια και σε αρετή. Γι' αυτό και ο βασιλιάς Θεοδόσιος τον διάλεξε ανάμεσα σε όλους τούς τότε (μορφωμένους) ανθρώπους ως παιδαγωγό για τούς γιους του Όνώριο και ' Αρκάδιο. Μολονότι όμως και τόσο μορφωμένος ήταν, αλλά και στη Σκήτη, όπου ασκήθηκε πολύ καιρό, απέκτησε ακόμα περισσότερη θεία γνώση, είχε τόσο μεγάλη ταπείνωση, πού δεν ντρεπόταν νά ρωτάει και τούς πιο απαίδευτους και νά παίρνει από αυτούς κάθε δυνατή ωφελεία. Κάποτε ρωτούσε έναν Αιγύπτιο μοναχό και τού ζητούσε πληροφορίες γύρω από τούς λογισμούς. Κάποιος, πού τον είδε, παραξενεύτηκε από το γεγονός και ζήτησε νά μάθει την αιτία. Δεν αρνούμαι, απάντησε εκείνος, πώς είμαι κάτοχος σημαντικής παιδείας. Ομολογώ όμως ότι δεν έχω μάθει ακόμα ούτε το αλφάβητο αυτού τού αμόρφωτου με τον υπαινιγμό εκείνον εννοούσε την κατά Θεό πράξη και γνώση. Από το Γεροντικό Ο αββάς Μακάριος έλεγε, πώς όταν ήταν νέος, επειδή κάποτε έπεσε σε ακηδία, βγήκε έξω από το κελί του, στην έρημο, με τον έξής λογισμό: Όποιον κι αν συναντήσεις, ρώτησέ τον κάτι πού θα σε ωφελήσει". Βρήκε λοιπόν ένα παιδί πού ΄έβοσκε βόδια, και τού λέει: Παιδί μου, πεινάω. τι νά κάνω; 'Έ, νά φας! αποκρίθηκε εκείνο. 'Έφαγα και πάλι πεινάω, είπε ο αββάς.  Νά ξαναφάς, τού λέει το παιδί. Πολλές φορές έφαγα, και όμως πεινάω πάλι. Τότε το παιδί Τον ρωτάει (με απλότητα): Μήπως είσαι γάιδαρος, γέροντα, και γι' αυτό θέλεις όλο νά τρως; Ωφελημένος (απ' αυτό ο αβάς), σηκώθηκε κι έφυγε. Ένας γέροντας είπε: Προτιμώ νά διδαχθώ παρά νά διδάξω.



Εισαγωγή και δημοσίευση κειμένων απο το Βιβλίο:

ΜΙΚΡΟΣ ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ

Επιλογή και νεοελληνική απόδοση κειμένων «πάνυ ωφέλιμων μοναχοίς τε και κοσμικοίς» από τη
ΣΥΝΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΘΕΟΦΘΟΓΓΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΩΝ ΤΩΝ ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
του μοναχού Παύλου Ευεργετινού ( 1054)
ΕΚΔΟΣΗ ΤΡΙΤΗ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2001

Επίτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο με αναφορά πηγής το
Ιστολόγιο
ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

http://www.alavastron.net/





Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |