ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: 21. Πώς πρέπει νά ετοιμάζεται ό ιερέας

Τρίτη 16 Αυγούστου 2016

21. Πώς πρέπει νά ετοιμάζεται ό ιερέας


tiokn

Ό παπάς απάντησε: «Ασφαλώς, πάτερ Ιερόθεε, έγκρατεύομαι όσο μπορώ άπό τά αρτύσιμα καί λαδωμένα φαγητά. Γιά μία βδομάδα κοιμάμαι σε χωριστό δωμάτιο άπό τήν παπαδιά μου καί προσπαθώ, έν όψει τής θείας Λειτουργίας καί τού Μυστηρίου πού θά έπιτελέσω, νά μήν έχω μίσος μέ κανένα συνάνθρωπό μου. μέ τή γυναίκα μου, μέ τά παιδιά μου καί κυρίως νά μή συκοφαντήσω ή κατηγορήσω κανένα καί προσπαθώ μέ όλη τή δύναμη τής ψυχής μου νά έχω τήν καρδιά καί τήν συνείδησή μου καθαρή μέ τή συχνή εξομολόγηση».
Ό γερο-'Ιερόθεος είπε: «Όλα αύτά πού μου είπες, παπά μου. είναι καλά καί ωραία καί πρέπει κάθε χριστιανός καί, πολύ περισσότερο, κάθε ιερέας νά τά φυλάττει μέ ακρίβεια. Αλλά θά σέ ρωτήσω κάτι καί θέλω μέ ειλικρίνεια καί φόβο Θεού νά μού απαντήσεις: «Βγαίνοντας άπό τό κελλί σου, μέχρι νά φθάσεις στήν έκκλησία γιά νά κάνεις τό Μυστήριο ή τά πνευματικά σου καθήκοντα, είσαι στή σκέψη, στό λογισμό σου καί γενικά σέ όλες τις αισθήσεις σου ό ίδιος, όπως ξεκίνησες, ή φθάνεις διαφορετικός στήν εκκλησία;».
Ό ιερέας είπε: «Έχεις δίκιο, πάτερ Ιερόθεε, μέχρι νά φθάσω στήν έκκλησία γεμίζει τό μυαλό μου άπό διάφορες σκέψεις καί βλαπτικούς λογισμούς τόσο, πού ποτέ σχεδόν δέν κατορθώνω νά είπώ μία καθαρή προσευχή μέ καθαρό μυαλό στόν Θεό».
«Έ, λοιπόν, αυτά και χειρότερα θά πάθω κι έγώ, είπε ό γέρο'Ιερόθεος, αν ακούσω τις συμβουλές σας καί παραμείνω στόν κόσμο. Καί τό άποτέλεσμα θά είναι, αντί νά ωφελήσω, νά βλαφθώ ό ίδιος καί ίσως νά γίνω καί πρόξενος μεγάλης βλάβης καί σε σάς. Γι’ αύτό, γνωρίζοντας τό χαρακτήρα καί την αδυναμία μου, ζητώ νά μέ συγχωρέσετε νά επιστρέφω έκεί που είναι τό θέλημα τού Θεού νά τελειώσω τη ζωή μου. Επειδή άλλοι είναι εκείνοι που ό Θεός τούς προορίζει καί τούς δίνει δύναμη καί χαρίσματα γιά νά μπορούν μέ την ένάρετη ζωή καί τό πνευματικό παράδειγμά τους νά ωφελήσουν τούς αδελφούς χριστιανούς».
Έτσι, μέ ειρήνη καί αληθινή αδελφική αγάπη ευχήθηκε στόν ιερέα καί τούς χριστιανούς καί γύρισε στή μετάνοιά του. στά Καυσοκαλύβια, όπου μέ όσιακό τέλος παρέδωκε τό πνεύμα καί πέταξε στούς ούρανούς, μέ τήν ελπίδα τής αιωνίου ζωής καί τής μακαρίας άναπαύσεως στή Βασιλεία τών Ουρανών.
Διαφορά έμφανίσεως Όρθοδόξου καί Ρωμαιοκαθολικού ίερέως
Ό μακαρίτης ό γερο-Ιερόθεος μου διηγήθηκε ότι, όταν σάν κοσμικός εργαζόταν στήν Αμερική σέ ένα εργοστάσιο, επειδή έκ φόσεως ήταν καλός άνθρωπος, είχε κερδίσει τή συμπάθεια τού ιδιοκτήτη τού εργοστασίου μέ τον όποιο άπέκτησε καί φιλικές σχέσεις. Εκείνος ήταν χριστιανός άλλά ανήκε στή Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Μιά μέρα πήγε στό έργοστάσιο ό ρωμαιοκαθολικός παπάς, ή μορφή τού όποιου, έπειδή ήταν χωρίς γένεια, έφερνε καί σάν γέρος πού ήταν περισσότερο σέ γριά. Δέν ένέπνεε λοιπόν κανένα σεβασμό στούς άνθρώπους καί δέν έ'καμε ιδιαίτερα σοβαρή εντύπωση σ’ αυτούς πού τόν έ'βλεπαν, όπως αρμόζει καί πρέπει σ’ έναν ιερέα.


Ό Ορθόδοξος έμοιαζε μέ Άγγελο



Μιά άλλη μέρα έπισκέφθηκε τόν π. Ιερόθεο στό εργοστάσιο Παναγιώτης ήταν τότε τό κοσμικό του όνομα ό πνευματικός έξομολόγος καί φίλος του. Ό ιερέας αυτός είχε, όπως ήταν φυσικό, τή γνωστή έξωτερική εμφάνιση τού Όρθόδοξου ιερέα μέ τά γένεια, τά ράσα, τό καλυμμαύχι, όπως είναι όλοι οί ιερείς μας.
Ό π. Ιερόθεος μόλις είδε τον φίλο του Ιερέα νά μπαίνει στό εργοστάσιο, κάλεσε αμέσως τόν έργοστασιάρχη νά τού τον συστήσει και νά δει πώς είναι ένας Όρθόδοξος ιερέας.
Ό άμερικανός ιδιοκτήτης τού εργοστασίου, μόλις άντίκρισε τόν δικό μας ίερέα, έμεινε κατάπληκτος καί ώρα πολλή τόν κοιτούσε με θαυμασμό. "Οταν έφυγε ό ιερέας από τό εργοστάσιο, είπε στον Παναγιώτη: «Μά αυτός, παιδί μου, περισσότερο μοιάζει με Άγγελο παρά με άνθρωπο. ’Έτσι είναι όλοι οί παπάδες σας;». Ό π. Ιερόθεος τού απάντησε: «Ναί, βέβαια, άγαπητέ μου κ. προϊστάμενε. Τόσο καί περισσότερο φωτεινοί φαίνονται, όταν τελούν τά Μυστήρια τής άγιας Όρθοδόξου Εκκλησίας μας. Και μάλιστα στό Μυστήριο τής θείας Εύχαριστίας, στη Θεία Λειτουργία, δεν μπορείς νά τους κοιτάξεις κατά πρόσωπο, αλλά και δέν χορταίνεις νά τους βλέπεις, από τή λάμψη καί τή θεία ακτινοβολία που εκπέμπουν».
Τότε ό Αμερικανός είπε: «Αδελφέ μου. πίστεψέ με, σε βεβαιώνω πώς μού φάνηκε ότι είδα τόν ϊδιο τόν Δεσπότη Χριστό. Γι’ αυτό θά πρέπει νά είναι πιο άληθινή ή πίστη σας, γιατί οί παπάδες σας φαίνονται πολύ χαριτωμένοι καί φωτεινοί, ένώ οί δικοί μας δέν μοιάζουν μέ παπάδες. Όμολογώ πώς ό δικός σας παπάς μού έκανε άριστη έντύπωση, διότι ή έξωτερική περιβολή του καί ή γενικότερη έμφάνιση σού προκαλούν τό δέος καί σέ εμπνέουν νά τόν σεβασθείς, νά τόν αγαπήσεις καί νά τόν αναγνωρίσεις σάν στολίδι τής έκκλησίας καί πραγματικό μεσίτη μεταξύ Θεού καί ανθρώπων, γιά τήν ψυχική τους σωτηρία.

Τά άγια Λείψανα έχουν τή χάρη τού Θεού


Ό σεβαστός μου 'Αγιοπαυλίτης Προηγούμενος παπαΆνδρέας μού διηγήθηκε ότι. όταν γιά ήσυχία καί περισσότερη περισυλλογή έμενε στήν έρημο τού Άγιοβασίλη καί έμαθε ότι ό γερο-Ίερόθεος ήταν βαριά άρρωστος, πήγε στό Μοναστήρι τού Αγίου Παύλου, πήρε μέρος από τά άγια Λείψανα καί τά «Τίμια Δώρα» καί τά μετέφερε στά Καυσοκαλύβια.
Σάν έφτασε έκεΐ. ό γερο-Ίερόθεος από τό βάρος τής αρρώστιας του δέν μπορούσε νά ανοίξει τά μάτια του καί πονούσε τρομερά σ’ όλο τό σώμα.
Μόλις προσκύνησε τά αγία Λείψανα καί τον σταύρωσε ό π. Άνδρέας με τά «Τίμια Δώρα», άνοιξε αμέσως τά μάτια του, ζήτησε νά φάει, σταμάτησαν οί τρομεροί πόνοι πού είχε καί έγινε εντελώς καλά. Σηκώθηκε άπό τό κρεβάτι κι άρχισε νά δοξάζει τον Θεό καί νά ευχαριστεί θερμά τον φίλο του παπαΆνδρέα, πού είχε την καλοσύνη καί τη φώτιση νά μεταφέρει τη χάρη καί τη δωρεά τών άγιων Λειψάνων.


Διάφοροι πατέρες



Στη Σκήτη τών Καυσοκαλυβίων έζησαν πολλοί πνευματικοί καί έμπειροι έξομολόγοι. όπως ό έκ Σμύρνης καταγόμενος Πνευματικός Νικόδημος στην Καλύβη της «Ζωοδόχου Πηγής». Γέροντας τού πνευματικού τούτου υπήρξε ό μεγαλύτερος καλλιτέχνης τής ξυλογλυπτικής τέχνης, ό γέρων Αρσένιος, ό όποίος καταγόταν άπό τη Μυτιλήνη καί ήταν σεμνός μοναχός, ταπεινός καί λιγόλογος. Την τέχνη καί τά έργα του θαύμασαν καί θά θαυμάζουν οί αιώνες στο Άγιον Όρος, στην Ελλάδα καί στην Αμερική. Μέχρι σήμερα σώζονται τά μεγάλα καί θαυμάσια αύτά έργα πού παριστάνουν τό ένα τή «Σταύρωση τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού», τό άλλο την «Ανάσταση τών νεκρών» καί τό τρίτο τή «Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου». Τά έργα αύτά χρειάστηκαν γιά νά κατασκευαστούν περισσότερα άπό δεκαπέντε χρόνια τό καθένα καί κρίθηκαν άπό τούς ειδικούς έργα υπομονής καί άριστουργηματικής καλλιτεχνίας.
Στην ίδια Σκήτη άφησε εποχή πνευματικής άκτινοβολίας καί ενάρετης πολιτείας ό έξομολόγος παπαΊωάσαφ άπό τον άγιογραφικό οίκο τών αδελφών Ίωασαφαίων. Ή αδελφότητα αυτή μέ πρώτο Γέροντα τον μοναχό Ίωάσαφ άπό τήν Καππαδοκία άσκήτευε στήν αρχή στην Κερασιά, στο Κελλί τών «Είσοδίων τής Θεοτόκου». Όταν όμως ή άδελφότητα έγινε πολυάριθμη, λόγω καί τής δυσκολίας τού τόπου, μεταφέρθηκε στη Σκήτη τών Καυσοκαλυβίων, ή όποια είναι παραθαλάσσια καί έχει ευκολίες γιά τή μετακίνηση τού εργόχειρου, τών εικόνων καί τών άγαθών. Εκεί οί αδελφοί έκτισαν διώροφη κατοικία μέ θαυμάσια έκκλησία στο όνομα τού «Αγίου Γεωργίου». Όλα αύτά, καθώς μου είπαν, σπίτι καί έκκλησία. στοίχισαν τότε, τό 1880, δύο χιλιάδες χρυσές λίρες, τις όποίες  κατά ομολογία τους ξεχρέωσαν μέσα σέ διάστημα ενός χρόνου μέ τό έργόχειρο τής αγιογραφίας, στο όποιο δούλευαν οί έντεκα από τούς δώδεκα μοναχούς πού αποτελούσαν τότε τό μικρό αυτό κοινόβιο των Ίωασαφαίων. Τούτο μαρτυρεί την εργατικότητα καί τή μέχρι θανάτου αυταπάρνηση της αδελφότητας αυτής.
Στην ώραία αύτή Καλύβη των Ίωασαφαίων έμεινε πολλές φορές καί ό Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ ό Γ', όταν έπί δύο φορές εξόριστος τού θρόνου του ησύχαζε στο 'Άγιον "Ορος: μέ ενέργειες αυτού κτίστηκε τό Καμπαναριό τού Κυριάκού τής Σκήτης. Ό Πατριάρχης Ιωακείμ ό Γ' έκινεΐτο άπό τή Μονή Μεγίστης Λαύρας μέχρι τή Σκήτη των Καυσοκαλυβίων, διότι, όπως έλεγε, τού άρεσε πάρα πολύ ή συναναστροφή μέ τούς πατέρες τής περιοχής.
Αλλά καί ό έθνομάρτυρας Γρηγόριος ό Ε' επίσης, στή διάρκεια των δέκα ετών πού παρέμεινε στό 'Άγιον Όρος, τον περισσότερο καιρό έμενε στή Μονή των Ίβήρων. στό Ησυχαστήριο τού «Προφήτη Ήλία», στον Μυλοπόταμο, στή Μεγίστη Λαύρα καί στα Καυσοκαλύβια, στήν ασκητική αύτή Καλύβη των Ίωασαφαίων. Συχνά μάλιστα πήγαινε καί προσκυνούσε στή σπηλιά καί τό Ησυχαστήριο τού Αγίου Ακακίου τού νέου. Ό Εύλόγιος ό Κουρίλας, άδελφός τής Μεγίστης Λαύρας πού έγινε καθηγητής τού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου καί πέθανε ώς Μητροπολίτης Κορυτσάς, έγραψε τό πολύτιμο βιβλίο «Τά Ασκητικά». Επίσης ό ιατρός ΣπυρίδωνΆθανάσιος Καμπανάος, άδελφός κι αυτός τής Μεγίστης Λαύρας, ό Παντοκρατορινός Αθανάσιος, ό όποίος ήταν σχολάρχης τής Αθωνιάδος Σχολής καί άλλοι, έπισκέπτονταν τακτικά τά μέρη αύτά, πού ανέκαθεν καί μέχρι σήμερα χαρακτηρίζονται ώς τά ήσυχαστικώτερα καί πνευματικώτερα τού Αγίου Όρους. Στό χώρο αυτό άσκήτευσαν κι άλλοι αξιόλογοι πνευματικοί έξομολόγοι. όπως ό παπαΠαΰλος άπό τήν Καλύβη «Κοίμησις» τής Αγίας ’Άννης. ό παπαΠαντελεήμων άπό τον «'Άγιο Γεώργιο» καί πολλοί άλλοι τούς οποίους δέν αξιωθήκαμε νά γνωρίσουμε κατά τό δεκαετές χρονικό διάστημα πού ζήσαμε στήν περιφέρεια εκείνη.


Άγνωστος έρημίτης άγιος



Ό Γέροντας τής Καλύβης τού Αγίου Ακακίου τού Νέου, Ιερόθεος μοναχός, μάς διηγήθηκε ότι στήν περιφέρεια μεταξύ τής Μονής
Μεγίστης Λαύρας καί τής Σκήτης τών Καυσοκαλυβίων άσκήτευε ένας έρημίτης γνωστός με τό όνομα Πανάρετος, ό όποίος μία μέρα, μετά από την καθιερωμένη προσευχή καί τον Κανόνα του, σκέφτηκε να φτιάξει μπροστά στη σπηλιά του ένα μικρό κηπάκι, για να έχει σωματική άσκηση καί απασχόληση, άλλα καί λίγη παράκληση άπό τά κηπευτικά που θά καλλιεργούσε.
'Ριζώστε στην Πέτρα. Ασφαλιστείτε στον κύκλο κι ελάτε στην κορφή μου...
Μετά άπό πολλές μέρες άγώνα καί μέ πολύ κόπο, έπειδή τά μέρη εκείνα είναι πετρώδη, έσκαψε αρκετό μέρος καί έφτασε σέ ένα σημείο όπου μιά πλάκα πού βρήκε τόν δυσκόλευε νά προχωρήσει.
Όταν βραδάκι καί ό Γέροντας από τήν πολλή έργασία κουράστηκε καί σκέφτηκε να σταματήσει τό σκάψιμο ώς εκεί. Ή περιέργεια όμως νά μάθει τί πλάκα είναι εκείνη καί τί κρύβει μέσα δεν τόν άφηνε ήσυχο. Πήρε λοιπόν ένα σίδερο, τό έ'βαλε σέ μία γωνιά της κι όταν τήν άνασήκωσε λίγο, βγήκε άπό μέσα άρρητη εύωδία. Όλος ό τόπος πλημμύρισε άπό ουράνιο άρωμα.
Ό ήλιος είχε άπό ώρα βασιλέψει κι έ'παιρνε νά σκοτεινιάζει. Τότε ό γέροντας ερημίτης ξεχνώντας τήν κούρασή του βάλθηκε νά σηκώσει όλη τήν πλάκα. Όταν τελικά τά κατάφερε, τί νά δεί μέσα; Ή πλάκα έκρυβε έναν κανονικό τάφο μέσα στόν όποιο υπήρχε μία σορός σέ σχήμα κοιμωμένου άνθρώπου. ένδεδυμένου ιερά άμφια. Ποιος ξέρει πριν άπό πόσα χρόνια είχε ταφεί έκεί; Κι όμως φαινόταν σάν νά είχε πεθάνει και ένταφιασθεί τήν προηγουμένη.
Στό μέρος εκείνο μόνο ό γέρων Πανάρετος είχε πολλά χρόνια πού άσκήτευε καί δέν έτυχε νά γνωρίζει κανείς έκεί γύρω (που είχανε άλλος πενήντα κι άλλος εξήντα χρόνια άσκησης) οτιδήποτε γιά τή ζωή, τήν άσκηση ή τό θάνατο κάποιου μεγάλου άσκητή καί έρημίτη, όπως έδειχνε νά ήταν ό ευλογημένος αύτός Άγιος.
Ό έρημίτης άπό τή χαρά γιά τό εύρημά του κι άπό τήν πολλή εύωδία που άνεδύετο άπό τό άγιο έκεΐνο Λείψανο, έμεινε γιά πολλή ώρα άκίνητος. κατάπληκτος. Όταν συνήλθε άπό τήν πρώτη αύτή συγκίνηση, άρχισε μέ δάκρυα νά προσεύχεται καί νά παρακαλεί: «Άγιε τού Θεού, σέ ευχαριστώ, που φανερώθηκες σέ μένα τόν άνάξιο καί αμαρτωλό. Παρακαλώ τήν άγιωσύνη σου, πές μου ποιος είσαι καί πόσα χρόνια έχουν περάσει άπό τότε που τελείωσες τόν ιερό άγώνα σου, άπό τότε που άφήκες τόν έρημο τούτο τόπο καί πέρασες στήν αιώνια μακαριότητα; Εφόσον ευδόκησε ό Θεός νά σέ βρώ καί άξιώθηκα νά δώ τήν όψη σου, πές μου. σέ παρακαλώ, ποιό είναι τ’ όνομά σου;».
Γιά μία στιγμή σκέφτηκε ότι πρέπει νά πάει στό Μοναστήρι τής Λαύρας, γιά ν’ άναφέρει τό γεγονός καί νά έρθουν οί πατέρες τής μονής νά παραλάβουν τό άγιο αύτό Λείψανο μέ δόξες καί τιμές, όπως πρέπει σέ έναν τέτοιο μεγάλο άγιο.
Μέ αύτή τή σκέψη προσευχόμενος έμεινε πολλές ώρες ό γέρων Πανάρετος. Κόντευε νά ξημερώσει. Άπό τόν πολύ κόπο καί τήν άγρυπνία άπόκαμε καί τόν πήρε γιά λίγο ένας έλαφρός ύπνος. Βλέπει τότε τον Άγιο αότόν νά παρουσιάζεται μπρος του  καί μέ πολύ θυμωμένο πρόσωπο καί αυστηρό ύφος νά τού λέγει:
        Δεν μοϋ λές, πάτερ, τί σκέφτεσαι νά κάνεις;
Ό Γέρων άπάντησε μέ πολύ φόβο:
        Άγιε τού Θεού, σκέφτηκα νά ειδοποιήσω, όταν φέξει ό Θεός την ημέρα, τό Μοναστήρι τής Λαύρας, γιά νά ’ρθούν νά σέ πάρουν καί νά μην είσαι ’δώ στην έρημο περιφρονημένος!»
Ό άγιος, που ή στολή του έλαμπε σάν τον ήλιο, τού είπε μέ πολύ αυστηρό ΰφος:
        Δέν μού λές, Γέροντα, μαζί κάναμε έδώ τους αγώνες καί την ύπομονή, που θέλεις έσό νά κανονίσεις γιά μένα καί τό λείψανό μου; Πώς θέλεις τώρα νά μέ πάρουν άπό τον άγιο τούτο τόπο στόν οποίον, μέ τη δύναμη καί τη χάρη τού Θεού, πέρασα άγωνιζόμενος περισσότερα άπό πενήντα χρόνια σκληρής καί στερημένης ζωής; Δέν έχεις κανένα δικαίωμα νά διαταράξεις τη μακάρια ησυχία, που μέ τη δωρεά τού Θεοϋ τό σώμα μου απολαμβάνει έδώ, ως τήν ήμέρα τή μεγάλη εκείνη καί επιφανή, τής Δευτέρας ενδόξου Παρουσίας τού Χριστού, που θά λάβει ή ψυχή μέ τό σώμα τήν αιώνια άμοιβή άπό τον δίκαιο μισθαποδότη καί κριτή Δεσπότη Χριστό καί Θεό μας. Καί τώρα, σέ παρακαλώ, νά βάλεις πάλι τήν πλάκα στη θέση της. όπως τή βρήκες. Καί μέχρι τήν ήμέρα πού θά σέ πάρει ό Κύριος άπό τή ζωή αυτή, δέν θά φανερώσεις τίποτα άπό όσα είδες καί ακόυσες! Πρόσεξε, άν παρακούσεις θά πάθεις μεγάλο κακό άπό τον Κύριο.
Μ’ αύτά ξύπνησε ό γερο-Πανάρετος τρομαγμένος καί παρακάλεσε τόν άγνωστο καί άνώνυμο εκείνον άγιο νά τόν συγχωρέσει καί θά κάνει κατά τήν επιθυμία του. Κάλυψε αμέσως τόν τάφο καί όταν γέρασε πολύ, άφησε τό μέρος εκείνο καί πήγε στή Σκήτη τών Καυσοκαλυβίων όπου έζησε άρκετά χρόνια.
Ό γερο-Πανάρετος, που είδε μέ τά μάτια του καί έ'ζησε τό γεγονός αύτό, όταν προείδε τό θάνατό του τις τελευταίες μέρες τής ζωής του, κάλεσε τούς πατέρες τής Σκήτης στους οποίους έκαμε γνωστό τό γεγονός αύτό, χωρίς όμως νά φανερώσει τήν τοποθεσία. Έτσι, έμεινε καί θά μείνει γιά πάντα άγνωστος στους άνθρώπους ό εύλογημένος καί χαριτωμένος εκείνος μοναχός καί άγιος άσκητής.


Φοβερό κριτήριο τήν ώρα τού θανάτου



Στην Καλύβη «Ζωοδόχος Πηγή» άπό τό 1910 διαβίωνε ασκητικά ένας μεγάλος καλλιτέχνης ξυλογλύπτης άπό τη Μυτιλήνη, ό γερο-Άρσένιος, μέ τους ύποτακτικούς του. τον πνευματικό έξομολόγο παπαΝικόδημο καί τόν μοναχό Γερμανό.
Ό μοναχός Γερμανός παρέλαβε δύο άπό τά καλύτερα ξυλόγλυπτα έργα τού Γέροντα του, άπό τά όποια τό μέν ένα παρίστανε τη «Σταύρωση τού Κυρίου», τό δε άλλο τή «Δευτέρα Παρουσία καί τη μέλλουσα Κρίση Αυτού».
Τά μεγάλης άξίας έργα αυτά ό π. Γερμανός μετέφερε προς πώληση στην Αμερική, άλλ’ έπειδή, όπως μάς πληροφόρησαν, ζητούσε μεγάλα χρηματικά ποσά καί γιά τά δύο, δεν μπόρεσε να τά πουλήσει καί τά είχε τοποθετήσει σέ μιά μεγάλη έκθεση στην οποία, όσοι έπιθυμοϋσαν να τά δοϋν, πλήρωναν ιδιαίτερο εισιτήριο.
Άπό τά ποσά που είσέπραττε βαστούσε ένα μέρος γιά τή συντήρησή του καί τά υπόλοιπα τά έστελνε στόν Γέροντά του. διότι ήταν πολύ ευλαβής καί θεοφοβούμενος υποτακτικός.
Πέρασαν περισσότερα άπό σαράντα χρόνια άπό τότε πού έφυγεκι όταν γύρισε ό π. Γερμανός στά Καυσοκαλύβια στή Μετάνοιά του, ό Γέροντάς του μέ τόν Πνευματικό παπαΝικόδημο είχαν άπέλθει στάς αιωνίους Μονάς, στή Βασιλεία των Ουρανών. Στή ζωή βρήκε μόνον τόν νεώτερο άπό τή Συνοδεία αυτή καί άνεψιό τού παπαΝικόδημου, Έπιφάνιο Ιερομόναχο.
Ό π. Έπιφάνιος μέ άμετρη χαρά δέχθηκε τόν εξ Αμερικής έπιστρέψαντα γέροντα Γερμανό, τόν όποιο μετά προθυμίας εξυπηρέτησε μέχρι βαθέος γήρατος.
Ό γέρο-Γερμανός, γεροντάκι πλέον, όταν πλησίασε ό καιρός τής άναχωρήσεώς του άπό τήν ψεύτικη αυτή ζωή, είπε στόν π. Έπιφάνιο: «Αδελφέ, νομίζω πώς ήλθε ό καιρός νά φύγω γιά πάντα άπό τή ζωή αυτή. Γι’ αύτό, αν θέλεις, παρακάλεσε τους πατέρες τής Σκήτης νά κάνουν δέηση καί θερμή προσευχή προς τόν Κύριο γιά τήν ταλαίπωρη ψυχή μου καί ό Θεός νά ελεήσει καί σένα καί όλους τους άδελφούς».
Λέγοντας αυτά τά λόγια στόν π. Έπιφάνιο. παρουσία καί άλλων πατέρων τής Σκήτης, άρχισε ένα φοβερό Κριτήριο, στό όποιο άπαντούσε ό π. Γερμανός μονολεκτικά, μέ ένα ναι ή ένα όχι. Πού καί ποϋ έλεγε: «Όχι! Αυτό δεν τό έκαμα. Ψέμματα λέτε! Για κείνο έκαμα αύτό τό καλό, έκαμα έκείνη τή μετάνοια». Καί πάλι έλεγε: «Ναί. Τό έκαμα, άλλα έδωκα ελεημοσύνη». Καί άλλοτε έλεγε: «Όχι! Αύτό δεν τό έκαμα». Τούτο διήρκεσε αρκετή ώρα καί σ’ αύτή τήν κατάσταση παρέδωκε τό πνεύμα του κατά τό έτος 1955.


Ό διάβολος φανερώνεται σαν φώς



Ό μοναχός Αντώνιος άπό τά Καυσοκαλύβια έλεγε ότι ό υποτακτικός του ένα άπό τά καλογέρια του έκανε κρυφά απ’ αυτόν πεντακόσιες μετάνοιες κάθε βράδυ. Σε μικρό χρονικό διάστημα, μέσα στά άγρια μεσάνυχτα, είδε στο κελλί του νά παρουσιάζεται φώς. Στην αρχή λίγο, άλλα μετά σιγάσιγά άρχισε νά φουντώνει καί νά γίνεται άγριο σάν φωτιά.
Ό υποτακτικός φοβήθηκε άπό τό παράξενο φαινόμενο καί έτρεξε αμέσως καί τό είπε στόν Γέροντά του. Εκείνος τον κανόνισε αυστηρότατα για τό κρυφό αύτό θέλημά του. πού έδωκε τό δικαίωμα νά παρουσιαστεί ό σατανάς σάν φώς, γιά νά τόν ξεγελάσει καί νά τού κάνει αργότερα μεγάλο κακό στό μυαλό.
Έτσι δεν ξαναφάνηκε τό άγριο έκείνο φώς στό κελλί τού ύποτακτικοϋ του. εφόσον σταμάτησε καί κείνος νά κάνει τό κρυφό αύτό θέλημά του.
Από τότε τόσο φόβο πήρε ό ύποτακτικός έκείνος. πού ούτε νερό δέν έπινε, αν προηγουμένως δέν έπαιρνε εύλσγία άπό τόν Γέροντά του. καί έτσι προοδέυσε καί πρόκοψε στήν πνευματική ζωή καί γενικά στήν αρετή τής ύπακοής ή οποία γεννάει τήν πραγματική ταπείνωση.
Κι όταν ό χριστιανός αποκτήσει τήν αληθινή ταπείνωση, τότε όλες του οί καλοσύνες καί οί άρετές είναι εύπρόσδεκτες στόν Θεό, σύμφωνα μέ τό ρητό τής Αγίας Γραφής πού λέει: «Έπί τίνα έπιβλέψω. άλλ’ εί έπί τόν ταπεινόν καί ήσύχιον καί τρέμοντά μου τούς λόγους».
Εκείνος που κάνει τό θέλημά του, όσο κι &ν φαίνεται καλός, δέν έχει καμμιά σχέση μέ τήν ταπείνωση καί επομένως ό,τι κι άν κάνει χωρίς τήν ταπείνωση, είναι αμαρτία καί ματαιοπονεί.


Ό Πνευματικός που βγήκε δεμένος



Όταν τό 1903 έφησύχαζε σαν εξόριστος ό Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ ό Γ', συνέβη κάτι πού έκανε μεγάλη αίσθηση καί εντυπώσιασε όλους τους πατέρες καί άδελφούς τής Σκήτης.
Στίς Σκήτες αυτές, τις λεγάμενες Ιδιόρρυθμες, όπως είναι τα Καυσοκαλύβια, ή Άγιάννα. ή Νέα Σκήτη καί κάποιες άλλες, δεν έπιτρεπόταν παλαιότερα στους μοναχούς να έχουν ύποζύγια άλογα, μουλάρια κ.λπ  καί για τό λόγο αύτό πήγαιναν άπό τά πλησιέστερα χωριά κοσμικοί με τά υποζύγιά τους καί εργάζονταν μόνιμοι γιά πολλά χρόνια σ’ ολόκληρο τό Άγιον "Ορος.
Ένας τέτοιος ξυλοκόπος καί μεταφορέας κοσμικός εργαζόταν πολλά χρόνια στή Σκήτη των Καυσοκαλυβίων. "Εκοβε καί μετέφερε ξύλα καί εξυπηρετούσε τούς πατέρες, με αμοιβή βέβαια, γιατί ήταν οίκογενειάρχης.
Τά χρήματα πού με τόν ίδρωτα καί τον κόπο του έπαιρνε, γιά να μην τά έχει έπάνω του ή να τά αφήνει στο έργατόσπιτο πού έ'μενε. τά έ'δινε γιά μεγαλύτερη ασφάλεια σέ έναν άπό τούς πολλούς Πνευματικούς πού είχε ή Σκήτη καί τού είχε έμπιστοσύνη.
Κατά καιρούς ό ξυλοκόπος αυτός πήγαινε στο χωριό του στην οϊκογένειά του καί έ'παιρνε μερικά άπό τά χρήματα πού άφηνε στον Πνευματικό. Από τίς πολλές φορές πού πηγαινοερχόταν ό εργάτης αυτός στό χωριό του. επειδή ύπήρχε εμπιστοσύνη στον Πνευματικό, ό κοσμικός δεν σημείωνε πόσα χρήματα έπαιρνε καί πόσα μένανε· καί όταν μια φορά είχε άνάγκη να πάει στήν οϊκογένειά του καί είπε στον Πνευματικό νά τού δώσει τά χρήματα, έκεΐνος τού είπε ότι τά είχε πάρει όλα καί δέν είχε άλλα νά λαβαίνει.
Μέ τήν αμφιβολία αυτή καί φιλονικία μέ τόν έργάτη ό Πνευματικός άρρώστησε καί σέ λίγες μέρες πέθανε. Μετά άπό τρία χρόνια πού έγινε ή εκταφή γιά τήν ανακομιδή, ό Πνευματικός βρέθηκε δεμένος καί αδιάλυτος.
Τό γεγονός αύτό λύπησε τούς πατέρες, οί όποίοι  παρεκάλεσαν τόν ΟΙκουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ τόν Γ' νά προσευχηθεί κι αυτός γιά τόν Πνευματικό πού βρέθηκε δεμένος. Ό Πατριάρχης, αφού έκαμε εύχή πάνω στό σώμα τού νεκρού, είπε στούς πατέρες νά στήσουν τό άλιωτο σώμα τού Πνευματικού σέ κεντρικό πέρασμα τής Σκήτης, σε σημείο που οί πατέρες καί όλοι οί δ (.ερχόμενοι νά λένε τήν ευχή για την ανάπαυση τής ψυχής τού Πνευματικού.
Πράγματι οί μοναχοί έστησαν τό σώμα τού νεκρού στο δρόμο κι όσοι περνούσαν άπ' εκεί έλεγαν άνάλογες ευχές.
Στάθηκα όρθιος μπρος στη μεγαλωσύνη Του. «Στον τόπο μου θέλω νά σπουδάζουν τό πρόσωπο τού Θεού...»
Λίγο πιο πάνω άπό τό νεκρό σώμα έβαλε ό Πατριάρχης ένα δικό του μοναχό νά παρακολουθεί μέσα άπό τά κλαδιά καί ν’ άκούει τί λένε στο νεκρό σώμα τού Πνευματικού αυτοί πού περνάνε.

Τό άδικο δεν συγχωρεΐται


Σέ λίγο πέρασε από τό μέρος έκείνο κι ό ξυλοκόποςμεταφορέας, ποό μόλις είδε τό αδιάλυτο σώμα καί έφτασε κοντά είπε στον νεκρό: «Βλέπεις, Πνευματικέ, τά χάλια σου; Πώς έγινες, γιά νά μοϋ κρατήσεις τά λεφτά καί τις λίρες μου ποό σοϋ είχα άφήσει νά τά φυλάξεις; Τώρα τά πληρώνεις στην Κόλαση. Καλά νά πάθεις έτσι όπως είσαι».
Ό μοναχός μετέφερε αυτά ποό ακούσε στον Πατριάρχη, ό όποίος κάλεσε άμέσως τόν ξυλοκόπο καί άφοϋ έμαθε την αιτία, τόν ρώτησε πόσα ήταν τά χρήματά του. 'Ο ξυλοκόπος είπε τό ποσό, οί πατέρες τά έδωσαν στόν έργάτη καί έκείνος μέ τη σειρά του λυπήθηκε τόν Πνευματικό, έκλαψε καί τόν συγχώρεσε μέ όλη του την καρδιά.
Ό Πατριάρχης Ιωακείμ μέ πολλή κατάνυξη διάβασε συγχωρητική εύχή στό νεκρό σώμα τό όποιο, μετά τήν ευχή τού Πατριάρχη, πού έκλαψε κι αυτός, διαλύθηκε άμέσως καί έγινε σκόνη μπροστά σέ όλους.
Οί πατέρες δόξασαν τόν φιλάνθρωπο Θεό καί όλοι μέ δάκρυα προσευχήθηκαν καί παρακάλεσαν γιά τήν άνάπαυση τής ψυχής τού Πνευματικού καί ευχαρίστησαν τόν Κύριο που μέ τόν πάνσοφο αυτό τρόπο δίνει μαθήματα σέ όλους τούς άνθρώπους καί μέ πολλή πατρική άγάπη έπιθυμεί καί φροντίζει γιά τήν ψυχική σωτηρία τών άνθρώπων.

Εισαγωγή  σε πρώτη αποκλειστική δημοσίευση  στό Ορθόδοξο Διαδίκτυο από το Βιβλίο :
ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ
ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

Η ηλεκτρονική επεξεργασία αναρτήσων κειμένων, τίτλων  και εικόνων έγινε από τον N.B.B

Επιτρέπεται η χρήση, διάθεση και αναπαραγωγή κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια, αρκεί να διατηρείται το αρχικό νόημα χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :

© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ








Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |