ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Η Αγία Διακόνισσα Ολυμπιάς

Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2016

Η Αγία Διακόνισσα Ολυμπιάς




Κεφαλαιο Β΄
Η Αγία Διακόνισσα Ολυμπιάς
1. Ο βίος της Ολυμπιάδος46

Η Ολυμπιάς γεννήθηκε μεταξύ των ετών 365 και 368 στην Κωνσταντινούπολη ως γόνος ευγενούς οικογενείας. Ο παππούς της Αβλάβιος υπήρξε επί Μεγάλου Κωνσταντίνου praefector praetorii, ανώτατος διοικητής επί στρατιωτικών υποθέσεων της περιοχής Ασίας και Θράκης. Η θεία της, Ολυμπιάς επίσης, υπήρξε μνηστή του αυτοκράτορος Κώνσταντος και τελικώς συζεύχθηκε τον βασιλέα της Αρμενίας Αρσάκη. Ο πατέρας της ο κόμης Σέλευκος47  είχε διορισθεί από τον αυτόκράτορα Ιουλιανό τον Pαραβάτη διοικητής της Κιλικίας. Η μητέρα της Αλεξάνδρα ήταν φιλόσοφος. Οι γονείς της ήσαν ειδωλολάτρες και διατηρούσαν στενή σχέση με τον περιώνυμο εθνικό φιλόσοφο Λιβάνιο48, τον διδάσκαλο και του Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Η Ολυμπιάς έμεινε ορφανή σε νεαρή ηλικία και την ανατροφή της ανέλαβε η ευσεβής Θεοδοσία, αδελφή του επισκόπου Ικονίου Αμφιλοχίου49. Διακρινόταν για την ευφυΐα, την παιδεία, την ωραιότητα και τη μεγάλη περιουσία, την οποία κληρονόμησε, τόσο στην Κωνσταντινούπολη, όσο και σε επαρχιακά εδάφη της Θράκης και της Μ. Ασίας.
Επίσημος κηδεμόνας της υπήρξε ο θείος της Προκόπιος, άνθρωπος έντιμος και ευσεβής, ο οποίος συνδεόταν με στενή φιλία με τον άγιο Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό. Κατά τα έτη μάλιστα 379-381, της παραμονής του Γρηγορίου στη Βασιλεύουσα, η νεαρή Ολυμπιάς δέχθηκε την ευεργετική επίδραση των λόγων και της παρουσίας του πολλές φορές και ως φιλοξενουμένου στην οικία τους.


Το 386 νυμφεύθηκε τον Νεβρίδιο, έπαρχο της Κωνσταντινουπόλεως. Επ’ ευκαιρία των γάμων τoυς ο Γρηγόριος ο Θεολόγος της αφιέρωσε ως γαμήλιο δώρο ένα ποίημα με 111 στίχους σε αρχαϊκή γλώσσα και μέτρο, το οποίο ως παραινετικό προς την Ολυμπιάδα50 αποτελεί πνευματικό καθρέπτη,  όπου  απεικονίζεται  το  τέλειο  πρότυπο  της έγγαμης χριστιανής γυναίκας. Λόγω του αιφνίδιου θανάτου μετά από  λίγες ημέρες του  συζύγου της  Νεβριδίου η Ολυμπιάς, κατά τον Παλλάδιο, υπήρξε «τῇ ἀληθείᾳ γυνή οὐδενός˙ λέγεται γάρ ἀμίαντος κεκοιμῆσθαι παρθένος»51. Τη συζυγική απώλεια θεώρησε ως φωνή του Θεού, ο οποίος την καλούσε να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στη διακονία της Εκκλησίας. Με την αιτιολογία αυτή αρνήθηκε, παρά τις πιέσεις  του  ιδίου  του  αυτοκράτορος  Θεοδοσίου,  να συζευχθεί τον συγγενή του Ελπίδιο52.
Παρά  το  νεαρό  της  ηλικίας  της  ο  αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νεκτάριος τήν χειροτόνησε περί το 393 διακόνισσα  της   Εκκλησίας,  εκτιμώντας  τα   πλούσια πνευματικά της προσόντα και την επιθυμία της53. Στο σημαντικό αυτό σταθμό της ζωής της αποφάσισε και δώρισε στην Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως μία τεράστια περιουσία, η οποία κληρονομικά είχε περιέλθει στην κατοχή της54.
Πολυσχιδής υπήρξε η δράση της Ολυμπιάδος ως διακόνισσας της Εκκλησίας, με ιδιαίτερη έμφαση στις φιλανθρωπικές δραστηριότητες, οι  οποίες  επεκτείνονταν πέραν της πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας. Η εκκλησιαστική της επιρροή ήταν πολύ σημαντική, καθώς εύρισκαν στο πρόσωπό  της  πάντοτε  την  πολύτιμη  αρωγό  περιώνυμοι ιεράρχες της εποχής όπως ο Ικονίου Αμφιλόχιος, ο Αντιοχείας (της Πισιδίας) Όπτιμος, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, ο Σεβαστείας Πέτρος, ο Κύπρου Επιφάνιος, ο Βεροίας Ακάκιος, ο Πτολεμαΐδος Αντίοχος, ο Γαβάλων Σεβηριανός και εν πρώτοις ο Κωνσταντινουπόλεως Νεκτάριος, ο οποίος την συμβουλευόταν και επί εκκλησιαστικών υποθέσεων55. Την άκρα φιλανθρωπική της προαίρεση υπήρχαν και πρόσωπα, τα οποία δεν δίσταζαν να την εκμεταλλευθούν «ἐλπίδι τοῦ ἀργυρίου», όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Παλλάδιος για τον Αλεξανδρείας Θεόφιλο56.Η κοίμηση του Νεκταρίου και η ανάρρηση του Ιωάννου του Χρυσοστόμου στο θρόνο της αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως άνοιξε το μεγαλειωδέστερο κεφάλαιο της ζωής της οσίας Ολυμπιάδος. Η προσωπική αφοσίωσή της δια βίου έκτοτε στον νέο πνευματικό της πατέρα υπήρξε υποδειγματική, απόλυτη και καρποφόρα για το όλο σώμα της Εκκλησίας. Σε κάθε τομέα διακονίας και ιεραποστολής η συμβολή της ήταν εξαιρετική.
Ίδρυσε γυναικεία μονή ανάμεσα στον καθεδρικό ναό της του Θεού Αγίας Σοφίας και στο ναό της Αγίας Ειρήνης, και ως ηγουμένη καθοδηγούσε           περίπου 250 μοναχές. Από τις μοναχές αυτές ο Ιωάννης       αξιοποίησε αρκετά πρόσωπα         στο θεσμό των διακονισσών, όπως τις συγγενείς της Ολυμπιάδος, Ελισσανθία, Μαρτυρία και Παλλαδία57, καθώς και την Πενταδία, χήρα στρατηγού, την Καρτερία και την Χαλκιδία. Το επιτελείο αυτών των αφιερωμένων διακονισσών υπήρξε πολύτιμο στο πολύπλευρο έργο της κοινωνικής πρόνοιας, στην οργάνωση της ιεραποστολής και στη διεύρυνση των διεκκλησιαστικών σχέσεων.
Η γειτνίαση της μονής προς το επισκοπείο της Μεγάλης Εκκλησίας παρείχε τη δυνατότητα στην Ολυμπιάς να μεριμνά για την καθημερινή λιτή διατροφή του Χρυσοστόμου και μάλιστα από τον Ιούνιο του 404 φρόντιζε «πᾶσαν δαπάνην αὐτοῦ τε καί τῶν σύν αὐτῷ ἐν τῇ ἐξορίᾳ ὄντων»58 στα βάθη της Μ. Ασίας μέχρι και της τελευτής του. Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο ότι και κατ’ αυτή την περίοδο με χρήματα της Ολυμπιάδος ο Ιωάννης απελευθέρωσε αιχμαλώτους που βρήκε στα χέρια Ισαύρων ληστών και γενικώς ανακούφιζε τον πόνο πολλών στερημένων ανθρώπων59.
Η κυριαρχία της αντιχρυσοστομικής μερίδας στην Κωνσταντινούπολη προκάλεσε πολλές θλίψεις και διωγμούς προς όλους τους πιστούς φίλους και συνεργάτες του Ιωάννου, ιδιαιτέρως όμως εναντίον της Ολυμπιάδος, η οποία αρνήθηκε κάθε εκκλησιαστική κοινωνία με τον διάδοχό του60. Κάθε προσπάθειά της υπέρ του Χρυσόστομου απέτυχε απολύτως και η ίδια γνώρισε τελικά την εξορία στη Νικομήδεια της Βιθυνίας, αφήνοντας ως ηγουμένη στη μονή στην πνευματική της Θυγατέρα Μαρίανα61
Κατά την επώδυνη αυτή περίοδο (404-407) και εν μέσω κατάθλιπτικών  συνθηκών  η  Ολυμπιάς  αντιμετώπισε  πολύ έντονη  την  επίθεση  της  ψυχικής  αθυμίας  και  της μελαγχολίας εξ αιτίας των διωγμών και των βασάνων, τα οποία υφίστατο ο πνευματικός της πατέρας. Ακριβώς στην απελευθέρωσή της από την απελπισία στόχευσαν με πατρική φροντίδα και με θεολογική υποστήριξη οι 17 διασωθείσες επιστολές του Ιωάννου «τῇ δεσποίνῃ, τῇ αἰδεσιμωτάτῃ καί θεοφιλεστάτῃ διακόνῳ Ὀλυμπιάδι»62.
Ο μαρτυρικός θάνατος του Χρυσοστόμου στις 14 Σεπτεμβρίου του 407 συγκλόνισε την πιστή μαθήτρια και λίγους μήνες αργότερα στην εξορία της  Νικομήδειας στις 25 Ιουλίου του 408 παρέδωσε με οσιακή κοίμηση την ενάρετη ψυχή της στον Κύριο «περιστοιχούμενη ὑπό πολλῶν εὐσεβῶν μοναστριῶν, διακονισσῶν καί  ἑτέρων εὐσεβῶν γυναικῶν, αἵτινες πᾶσαι ἐξ εὐγνωμοσύνης συνέθεσαν καί ἀφιέρωσαν αὐτῇ φιλολογικόν τι ἀναμνηστικόν ἐπίγραμμα»63.
Το άγιο λείψανό της με θαυματουργικό τρόπο μεταφέρ- θηκε διά θαλάσσης στους Βρόχθους, παραλία της Κωνσταντινουπόλεως και κατατέθηκε στον εκεί ναό του Αποστόλου Θωμά. Με επίσης θαυμαστό τρόπο περί το 540 το άγιο λείψανο κατατέθηκε στη μονή της Αγίας Ολυμπιάδος επί πατριάρχου Σεργίου.
Η μνήμη   της στην Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία εορτάζεται στις 25 Ιουλίου64 και στη Δύση στις 17 Δεκεμ- βρίου65. Ακολουθία προς τιμήν της συνέταξε ο υμνογράφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας μακαριστός γέρων Γεράσιμος ο Μικραγιαννανίτης66.
Ο βίος της αγίας Ολυμπιάδος αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για αμέτρητες γενιές πιστών χριστιανών σε Ανατολή και Δύση. Απόδειξη αυτού αποτελεί το πλήθος των αναφορών και συγγραφών, που έχουν συνταχθεί για την προσωπικότητα και το πολύσχιδές έργο της67.


2. Ο θεσμός των διακονισσών


Η μορφή της διακόνισσας Ολυμπιάδος εξελίχθηκε διαχρονικά σε πρότυπο για τον εκκλησιαστικό θεσμό των διακονισσών κατά τη βυζαντινή εποχή. Η πληρέστερη κατανόηση τόσον του έργου των διακονισσών, όσον και των αγίων μορφών, οι οποίες διακόνησαν την Εκκλησία με το σχήμα αυτό, απαιτεί τη σύντομη ιστορική παρουσίαση του εκκλησιαστικού θεσμού της γυναικείας αυτής διακονικής τάξης. Οι πρώτες μαρτυρίες ανάγονται στην αποστολική εποχή. Ο απόστολος Παύλος συστήνει και κατονομάζει την «Φοί- βην τήν ἀδελφήν ἡμῶν, οὖσαν διάκονον τῆς ἐκκλησίας τῆς ἐν Κεγχρεαῖς …˙ καί γάρ αὕτη προστάτις πολλῶν, ἐγενήθη καί αὐτοῦ ἐμοῦ»68.
Στην Α΄ ποιμαντική του επιστολή προς τον Τιμόθεο, ο οποίος προΐστατο της εκκλησίας στην Έφεσο, μεταξύ των άλ- λων οδηγιών, του εφιστά εκτενώς την προσοχή στο θέμα των χειροτονιών των στελεχών της «ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ»69. Σαφώς προσδιορίζει τα γνωρίσματα των γυναικών διακόνων, τα  οποία  όφειλε  να  προσέχει  ο  Τιμόθεος  προ  των χειροτονιών τους˙ «γυναῖκας ὡσαύτως σεμνάς, μή διαβόλους, νηφαλίους, πιστάς ἐν πᾶσι»70.
Οι  παύλειες  αναφορές  καθιστούν  αναμφίβολη  την παρουσία διακονισσών στις πρώτες χριστιανικές κοινότητες με συγκεκριμένα καθήκοντα, τα οποία πολλαπλασιάστηκαν αναλόγως με τις ανάγκες της Εκκλησίας. Οι   ιστορικές   μαρτυρίες   ύπαρξης   διακονισσών πληθύνονται ακόμη και σε συγγραφές εξωχριστιανικών κειμένων, όπως σε επιστολή του εθνικού φιλοσόφου Πλινίου του Νεώτερου προς τον αυτοκράτορα Τραϊανό περί το 111 ή 112 μ. Χ.71 Βεβαίως σημαντικότερες είναι οι χριστιανικές μαρτυρίες σε έργα του Κλήμεντος του Αλεξανδρέως72 και του Ωριγένους73    καθώς   και   στη   συριακή   «Διδαχή   τῶν Ἀποστόλων»74, καθώς και στις Απόστολικές Διαταγές75.
Στη βυζαντινή περίοδο πλείστα ιστορικά κείμενα, αλλά και επιτάφιες επιγραφές, αποτελούν αδιάψευστες μαρτυρίες για την άνθηση του θεσμού των διακονισσών. Ιεροί Κανόνες τριών Οικουμενικών Συνόδων (Α΄, Δ΄και Πενθέκτης) αναφέρονται στην τάξη των γυναικών διακόνων.
Ο ιθ΄ κανόνας της Α΄ εν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου (325) έχει ως θέμα του την αναγκαιότητα αναβαπτισμού των Παυλικιανών,  οι  οποίοι  επιστρέφουν  στην  Ορθόδοξη Εκκλησία. Στο κείμενο του κανόνος γίνεται λόγος για τις διακόνισσες των Παυλικιανών και τον τρόπο εισδοχής τους στην Εκκλησία.
Στην Δ΄ εν Χαλκηδόνι Οικουμενική Σύνοδο (451) ο ιε΄ κανών ορίζει˙ «Διάκονον μή χειροτονεῖσθαι γυναῖκα πρό ἐτῶν τεσσαράκοντα, καί ταύτην μετ’ ἀκριβοῦς δοκιμασίας. Εἰ δέ γε δεξαμένη τήν χειροθεσίαν, καί χρόνον τινά παραμείνασα τῇ λειτουργίᾳ, ἑαυτήν ἐπιδῷ γάμῳ, ὑβρίσασα τήν τοῦ Θεοῦ χάριν, ἡ τοιαύτη ἀναθεματιζέσθω μετά τοῦ αὐτῇ συναφθέντος». Το περιεχόμενό του καταδεικνύει αφ’ ενός  την  ύπαρξη  διακονισσών,  και  αφ’  ετέρου  την προσπάθεια της Εκκλησίας να επιλύσει εμφανιζόμενα προβλήματα.
Η εν Τρούλλῳ Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος στον ιδ΄ και στον μ΄ κανόνα ορίζει τις ηλικίες χειροτονίας των κληρικών και μοναχών και επαναλαμβάνει τον κανόνα της Χαλκηδόνας «… ὁμοίως μήτε … διακόνισσα πρό τῶν τεσσαράκοντα ἐτῶν χειροτονείσθω».
Η εκκλησιαστική αυτή παράδοση δεν έπαυσε υφισταμένη στην Ανατολή, τόσο σε ελληνικές γυναικείες μονές, όσο και σε περιοχές των λεγόμενων Προχαλκηδόνιων Εκκλησιών. Στη Δύση ο θεσμός μαρτυρείται από τον 5ο μέχρι και τον 11ο αιώνα.
Η «μετ’ ἀκριβοῦς δοκιμασίας» εκλογή των διακονισσών γινόταν από τις τάξεις των μοναζουσών, των παρθένων, των χηρών και των συζύγων των επισκόπων.
Κοινός τόπος όλων των βυζαντινών ευχολογιών στην περιγραφή της χειροτονίας των γυναικών διακόνων είναι ότι δεν έχει τα γνωρίσματα της χειροθεσίας κατώτερων κληρικών (αναγνώστου, ψάλτου, υποδιακόνου), αλλά τα ανάλογα της χειροτονίας των ανδρών διακόνων, ως ανώτερης μυστηριακής χειροτονίας. Πιο συγκεκριμένα η χειροτονία γίνεται εντός του ιερού βήματος με δύο καθιερωτικές ευχές του επισκόπου προ  της  αγίας Τραπέζης κατά τη  διάρκεια της  Θείας Λειτουργίας και με την εκφώνηση «Ἡ Θεία Χάρις, ἡ τά ἀσθενῆ θεραπεύουσα καί τά ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα…». Στη χειροτονούμενη διακόνισσα παρέχεται ως επισφράγισμα το άμφιο του διακονικού ωραρίου76. Ο γυναικείος κλήρος των διακονισσών δημιουγήθηκε για λόγους καθαρά ποιμαντικούς, δηλαδή για την κάλυψη της ιδιαίτερης ανάγκης ασφαλούς και ψυχολογικώς θετικότερης προσέγγισης και φροντίδας των γυναικών. Δεν είχαν ποτέ ιερατικά καθήκοντα και δεν προάγονταν στους βαθμούς του πρεσβυτέρου και του επισκόπου. Εν τούτοις ανήκαν στον ιερό   κλήρο  και   συμπεριλαμβάνονταν  στις   σχετικές βυζαντινές νομικές διατάξεις. Η 6η Νεαρά του Ιουστινιάνειου Κώδικα έχει τον τίτλο «Περί τοῦ πῶς δεῖ χειροτονεῖσθαι τούς ἐπισκόπους καί πρεσβυτέρους καί διακόνους ἄρρενας καί θηλείας» και η 3η την επιγραφή
«Περί τοῦ ὡρισμένον εἶναι τόν ἀριθμόν τῶν κληρικῶν τῆς ἁγιωτάτης μεγάλης Ἐκκλησίας», όπου ορίζεται ότι στο ναό της του Θεού Αγίας Σοφίας πρέπει να υπηρετούν 60 πρεσβύτεροι, 100 διάκονοι και 40 διακόνισσες.77.
Η αναφορά των τομέων της εκκλησιαστικής ζωής, στους οποίους οι γυναίκες διάκονοι προσέφεραν διαχρονικά τις υπηρεσίες τους αρκεί για να καταδείξει τη σπουδαιότητα του λειτουργήματός τους:
α. Επίσκεψη, φροντίδα και μετάδοση των καρπών της χριστιανικής αγάπης σε ενδεείς και πενθούσες γυναίκες
β.  Ιεραποστολικό  και  κατηχητικό  έργο  προς  τις γυναίκες που προετοιμάζονταν να βαπτισθούν.
γ. Φροντίδα και εκπαίδευση ορφανών παιδιών.
δ. Συνεργασία με τον επίσκοπο σε θέματα ποιμαντικά των γυναικών πιστών με γενική επίβλεψη όλων των προβλημάτων τους.
ε. Επίσκεψη και ενίσχυση των φυλακισμένων.
στ. Φροντίδα της ευπρέπειας, της διακόσμησης και της καθαριότητας των ναών.
ζ. Διακονία στη βάπτιση των γυναικών με χρίση του σώματός τους, καθώς ο τελών τη βάπτιση ιερέας ή επίσκοπος έχριε μόνον το μέτωπο των βαπτιζομένων γυναικών για λόγους ευπρέπειας.
η. Μετέφεραν τη θεία Κοινωνία και μεταλάμβαναν γυναίκες ασθενείς.
θ. Λάμβαναν ενεργό μέρος στο σαβάνωμα, στην κήδευση και στον ενταφιασμό νεκρών γυναικών.

Τα τελευταία χρόνια στην Ορθόδοξη Εκκλησία έχει εκδηλωθεί έντονη και σαφής η πρόθεση αναζωπύρωσης, ανανέωσης και επιστροφής του θεσμού των διακονισσών με διορθόδοξα συνέδρια78 και εμπεριστατωμένες θεολογικές μελέτες79.

Η  ιερά  Σύνοδος  της  Εκκλησίας       της  Ελλάδος  έχει συστήσει Ειδική ΣυνοδικήΕπιτροπή        Γυναικείων θεμάτων (Κανονισμός 153/2002), η οποία έχει διοργανώσει μέχρι τώρα τέσσερις Συνδιασκέψεις Γυναικών –Εκπροσώπων Ιερών Μητροπόλεων80. Πρόκειται επομένως περί θέματος επικαιρότητας και έντονου προβληματισμού με θετικά προμηνύματα επαναβίωσης του θεσμού των διακονισσών στη ζωή της σύγχρονης Ορθόδοξης Εκκλησίας.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

46  . Βασικές πηγές γιά τον βίο της Ολυμπιάδοςς βλ. «Βίος ἤτοι πολιτεία καί πράξεις τῆς Ὀλυμπιάδος, διακόνου γενομένης της αγιωτάτης μεγάλης Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως», σ. 400-423 και γαλλική μετάφραση J. BOUSQUET, Revue de l’ Orient Chrétien 11 (1906)
225-250. «Διήγησις της οσίας ηγουμένης Σεργίας εις την οσίαν Ολυμπιάς», σ. 44-51 και γαλλική μετάφραση J. BOUSQUET, Revue de l’ Orient Chrétien 12 (1907) 255-268. ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ  ΕΛΕΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, Η προς Λαύσον ιστορία. Περί Ολυμπιάδος, 144 PG 34, 1244-1250. ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ ΕΛΕΝΟΠΟΛΕΩΣ, Διάλογος ιστορικός περί του βίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, PG
47, 5-82. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Εκκλησιαστική Ιστορία, 6, PG 67, 661-726. ΣΩΖΟΜΕΝΟΥ, Εκκλησιαστική Ιστορία, 8, PG 67, 1513-1592. ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥ, Εκκλησιαστική Ιστορία, 13, 24 PG 146, 1009-1013.
47 Κατά τον Παλλάδιο και το Συναξάριον της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως (Acta Sanctorum Novembris, σ. 840) ο πατέρας της ονομαζόταν Σεκούνδος, κατ’ άλλους Ανύσιος (PG 52, 545).
48. ΛΙΒΑΝΙΟΥ, Επιστολαί αριθμ. 677, 734, 770, 771, 802 και 1473, τόμ.10-11, Λειψία 1963
49. Υπάρχει μή επαρκώς τεκμηριωμένη και η άποψη περί της Θεοδοσίας. ως μητέρας της. Βλ. ΜΠΟΝΗ, Περί τῆς μητρός τῆς Ἁγίας Ὀλυμπιάδος.
50. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Έπη, Παραινετικόν προς Ολυμπιάδα, Βιβλίο 2, 6
PG 37, 1542-1550. Βλ. επίσης ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΣΤΑΜΟΥ, Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου, σ. 21-24.
51 ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ ΕΛΕΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, Η προς Λαύσον ιστορία. Περί Ολυμπιάδος, 144
PG 34, 1244 -1250.
52 .ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ ΕΛΕΝΟΠΟΛΕΩΣ, Διάλογος, PG 47, 60-61.
53. ΣΩΖΟΜΕΝΟΥ, Εκκλησιαστική Ιστορία, 8, 9 PG 67, 1537.
54. «Βίος ἤτοι πολιτεία καί πράξεις τῆς Ὀλυμπιάδος, διακόνου γενομένης
της αγιωτάτης μεγάλης Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως», σ. 413-414.
55. ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ ΕΛΕΝΟΠΟΛΕΩΣ, Διάλογος, PG 47, 61.
56 ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ ΕΛΕΝΟΠΟΛΕΩΣ, Διάλογος, PG 47, 56-58.
57. «Βίος ἤτοι πολιτεία καί πράξεις τῆς Ὀλυμπιάδος, διακόνου γενομένης της αγιωτάτης μεγάλης Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως», σ. 415.
58. «Βίος ἤτοι πολιτεία καί πράξεις τῆς Ὀλυμπιάδος, διακόνου γενομένης της
αγιωτάτης μεγάλης Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως», σ. 415.
59. ΑΜΑΝΤΟΥ, Ιστορία του Βυζαντινού κράτους, σ. 88.
60. ΣΩΖΟΜΕΝΟY, Εκκλησιαστική. Ιστορία, 8, 24, PG 67, 1577-1579.
61 «Βίος ἤτοι πολιτεία καί πράξεις τῆς Ὀλυμπιάδος, διακόνου γενομένης της
αγιωτάτης μεγάλης Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως», σ. 416.
62   Για τις επιστολές του Χρυσοστόμου πρός την Ολυμπιάδα βλ.  ΙΩΑΝΝΟΥ
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Επιστολαί, PG 52, 549-623.
63. ΜΠΟΝΗ, Περί τῆς μητρός τῆς Ἁγίας Ὀλυμπιάδος, σ. 8.
64. Βασιλειανόν Μηνολόγιον, 3, PG 117, 557-560. ΓΕΔΕΩΝ, Βυζαντινόν Εορτολόγιον, σ. 136
65 KÖTTING, «Olympias», σ. 1153
66 ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΗΣ, «Ακολουθία της αγίας Ολυμπιάδος», σ.135.
67. Βλ. Ενδεικτικά, ΑΓΑΠΗΤΟΥ, Ολυμπιάς – μία πρωταθλήτρια αγάπης.
ΚΑΡΑΜΠΕΤΣΟΥ, Βίος της Αγίας Ολυμπιάδος. ΝΤΙΤΟΡΑ, Η αρχόντισσα του
Βυζαντίου. Βλ. επίσης τις πιό γενικές μελέτες. ΣΤΕΦΑΝΑ, «Η ζωή και το έργον μίας βυζαντινής ηρωἱδος», , σ. 364-369. ΓΑΛΑΝΟΥ, Οι βίοι των αγίων ολοκλήρου του έτους (μήν Ιούλιος), σ. 165. ΘΕΟΔΩΡΟΥ
ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ, «Ολυμπιάς», 889-895. ΤΣΑΜΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Μητερικόν, τόμ. Α΄, σελ. 321 -345 και τόμ. στ΄, σελ. 427-429 και 431-449. ΗRΙΝGΕR, Chrysostomus und Olympias. KIRSCH, “Saint Olympias”. ED. VENABLES, “Olympias”, p. 73-75.
68 Ρωμ. 16, 1-2.
69 Α΄ Τιμ. 3, 5.
70 Α΄ Τιμ. 3, 11.
71  ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Η ρωμαϊκή πολιτεία και ο Χριστιανισμός μέχρι των μέσων του γ΄ αιώνος, σ. 261-297, 280 και 282.
72 Στρωματείς 3, 6, PG8, 1157.
73. ΩΡΙΓΕΝΗ, Εις επιστολήν προς Ρωμαίους 10, 17 PG 14, 1278.
74   Βλ.  ΜΠΑΛΑΝΟΥ,  Πατρολογία,  σ.  433-434.  GUNK,  Didascalia  et
Constitutiones Apostolourm, σ. 104 κ.ε. και σ. 212-214.
75 ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ ΡΩΜΗΣ, Οπερα, 8, 28 PG1, 1124. (Dup.)
76   Βλ. ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ, Η «χειροτονία» ή «χειροθεσία των Διακονισσών», σ.
50 κ. ε. ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ, «Ο θεσμός των διακονισσών», σ. 621-660, όπου και εκτενείς παραθέσεις σχετικών κειμένων ευχολογίων.
77 CR. SCHOELL - G. KROLLI, Corpus juris civilis, σ. 18, 21 και 35.
78. Βλ. ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ, Το Διοθρόδοξον Θεολογικόν Συνέδριον, περί της θέσεως της γυναικός εν τη Ορθόδόξω Εκκλησία και περί του ζητήματος της χειροτονίας των γυναικών.Πραγματοποιήθηκαν δύο Διασκέψεις Ορθοδόξων Γυναικών, η πρώτη το 1976 στην Ι. Μονή Αγάπια της Ρουμανίας και η δεύτερη το 1990 στα Χανιά, οι οποίες συμπεριέλαβαν το θέμα στις συνεδρίες τους όπως και τα Διορθόδοξα Συνέδρια το 1975 στο Ερεβάν Αρμενίας, το 1980 στη Ν. Υόρκη, το 1994 στη Λειβαδιά, το
1996 στην Αντίς Αμπέπα, το 1996 στη Δαμασκό και το 1997 στην Κωνσταντινούπολη.
79  ΓΙΟΚΑΡΙΝΗ, Η ιεροσύνη των γυναικών στο πλαίσιο της οικουμενικής
κίνησης. ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ, Ἡ «χειροτονία» ή «χειροθεσία» των Διακονισσῶν. ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ, Ηρωίδες της χριστιανικής αγάπης.
80. Α΄ Συνδιάσκεψη, Νέο Προκόπιο Ευβοίας, 22-24 Οκτωβρίου 2002˙  Β΄ Συνδιάσκεψη, Νεάπολη Θεσσαλονίκης, 3-5 Φεβρουαρίου˙ Γ΄ Συνδιάσκεψη, Βόλος, 20-21 Ιουνίου˙ Δ΄ Συνδιάσκεψη, Αθήνα, 3-4 Ιουνίου 2011.
81 Ένδειξη της πρώτης αρίθμησης.
82 Βλ. MALINGREY, Jean Chrysostome, Lettres a Olympias.

π. ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΣΑΪΝΙΔΗ
Οι επιστολές του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου προς την Διακόνισσα Ολυμπιάδα
Ιστορικά –Προσωπογραφικά - Ποιμαντικά
Μεταπτυχιακή Εργασία που υποβλήθηκε στο Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Τομέας Αγίας Γραφής και Πατερικής Γραμματείας
Σύμβουλος Καθηγητής πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης





Η ηλεκτρονική επεξεργασία  επιμέλεια και μορφοποίηση  κειμένου  και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο , για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο

©ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
 http://www.alavastron.net/


Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |