ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: ΑΡΕΙΟΣ ( + 335) Αθανάσιος ΆναζαρβούΠαυλίνος Τύρος

Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2016

ΑΡΕΙΟΣ ( + 335) Αθανάσιος ΆναζαρβούΠαυλίνος Τύρος




ΑΡΕΙΟΣ ( + 335) Αθανάσιος Άναζαρβού Παυλίνος Τύρος

ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ

Ό Άρειος έγινε θεμελιωτής τής ριζοσπαστικότερης αίρέσεως τοΰ χριστιανισμού. Δεν ήταν σπουδαίος θεολόγος, αλλά εύστροφος κι έντυπωσιακός, λαϊκοδιαλεκτικός καί πειστικός, μορφωμένος καί ασκητικός, δραστήριος καί οργανωτικός. Ή λιβυκή του καταγωγή, ή σπουδή του στήν ’Αλεξάνδρεια καί ή μαθητεία του στόν Λουκιανό (’Αντιόχεια) τόν έφεραν σ’ έπαφή μέ ποικίλες ισχυρές παραδόσεις, έκκλησιαστικές καί μή, τίς όποιες άντιμετώπισε έκλεκτικά. ’Έτσι έπηρεάστηκε σταθερά άπό τόν ιουδαϊκό μονοθεϊσμό καί τήν φιλοσοφική άντίληψη περί άπόλυτης ύπερβατικότητας καί περί άκινή του του Θεοΰ, άπό τίς κοσμολογικές δυαλιστικές άντιλήψεις καί προπαντός άπό τήν διδασκαλία τοΰ Φίλωνα περί τοΰ κτιστοΰ Λόγου, διά τοΰ όποιου ό Θεός δημιούργησε τόν κόσμο (Περί των θυσιών Αβελ καί Κάιν 18, 66).Στόν άλεξανδρινό χώρο βρήκε τήν βασική του ιδέα ότι ό μόνος αιώνιος Θεός δέν είναι δυνατό νά έχει άίδιοναίώνιον Υίό. Τήν ιδέα του αυτή προσπάθησε μετά νά στηρίξει μέ τήν βοήθεια τής ίστορικογραμματικής ερμηνευτικής μεθόδου τής ’Αντιόχειας καί μάλιστα μέ τόν ισχυρισμό ότι ή διδασκαλία του προέρχεται άπό «εκλεκτούς» «θεοδιδάκτους», ότι ό ίδιος έχει τήν «γνώσιν» καί τήν «σοφίαν» «ύπό Θεοΰ μαθών».



 Οί φράσεις αύτές, μέ τίς όποιες άρχίζει τό εκλαϊκευτικό του έργο Θάλεια, προϋποθέτουν ευαισθησία γιά άπόκρυφες παραδόσεις καί κλίμα γνωστικισμού, πού τόν εμπόδιζε νά έχει ρεαλιστική σκέψη καί πιστότητα στήν Παράδοση.Τό άρχικό πρόβλημα τοΰ Άρείου υπήρξε τό πώς τής δημιουργίας. Άπό αυτό άναγκάστηκε νά μιλήσει γιά τήν σχέση Θεοΰ Πατέρα καί Υίοΰ, άποκλείοντας τήν άίδιααίώνια γέννηση στήν θεότητα. 'Η εκκίνησή του όμως ύπήρξε άπόλυτα θεωρητική, άπό τό πρόβλημα κα θεαυτό, άποσυνδεδεμένο τελείως άπό τήν πίστη καί τήν Παράδοση τής Εκκλησίας όπως θά εκκινούσε καί κάθε φιλόσοφος ή γνωστικός. Αγνόησε τήν θεολογία τοΰ ’Ωριγένη περί αιωνιότητας τοΰ Λόγου καί τήν σαφή διδασκαλία τοΰ Διονυσίου ’Αλεξάνδρειάς περί άιδιότητας τοΰ Υίοΰ, τόν όποιο έμμεσα χαρακτηρίζει όμοούσιον πρός τόν Πατέρα. Καί τό σπουδαιότερο, άθέτησε τήν πολυσήμαντη στήν απλότητά της ομολογία όλων άνεξαιρέτως τών προγενέστερων του βαπτιστηρίων Συμβόλων, έφόσον μετέτρεψε τό «πιστεύω εις ένα Θεόν Πατέρα παντοκράτορα» εις (πιστεύομεν)  «οΐδαμεν ένα Θεόν, μόνον άγέννητον, μόνον άίδιον..» (ΒΕΠ 37, 102). Άφαιρώντας δηλαδή την λέξη «Πατήρ» κατανοούσε τόν Θεό φιλοσοφικά καί όχι ώς πρόσωπο, πού ήταν πάντα πατέρας καί δροϋσε ώς πατέρας, ώστε νά τόν γνωρίζουμε άπό τήν δράση του ώς πατέρα.

Χρησιμοποίησε αντίθετα τήν άποψη τοϋ Ωριγένη ότι ό Λόγος γεννήθηκε «θελήσει» τού Πατέρα καί τίς άτυχεΐς εκφράσεις του Διονυσίου ότι ό Υιός είναι κτΐσμα καί ποίημα, τίς όποιες όμως ό ίδιος συγγραφέας είχε σαφώς καταδικάσει (’Έλεγχος καί ’Απολογία). Τό εμφανές εκκλησιαστικό στήριγμα τοΰ Άρεΐου ύπήρξεή διάχυτη αντίληψη τής subordinatio, ότι δηλ. ό Υιός είναι οπωσδήποτε κατώτερος τοΰ Πατέρα. Τήν αντίληψη αυτή διηύρυνε, θεμελίωσε καί κορύ φωσε, ώστε νά τήν παρουσιάσει ώς διδασκαλία γενικής ισχύος καί κύρους. Σύμφωνα μέ αυτήν ό Θεός (πατέρας) είναι μόνος άναρχος, αληθινός καί άίδιος. Ό Υιός αποτελεί τό πρώτο γέννημα τοΰ Θεοΰ καί γι’ αύτό είναι μονογενής καί μοναδικός έχει αρχή, ορίστηκε, κτίστηκε, γεννήθηκε «θελήματι καί βουλή» τοΰ Θεοΰ «έξ ούκ όντων»· είναι πλήρης χάριτος θεός, άλλ’ όχι μέρος ή πρόβληση ή όμοούσιος τοΰ Θεοΰ Πατέρα, διότι τότε ό Θεός θά ήταν σύνθετος καί μεταβλητός κατά τήν ούσία του, διότι αύτό θά σήμαινε δύο αρχές αγέννητες ή δύο αρχές χωρίς αρχή ή προβολή τοΰ Υίοΰ, όπως προβάλλονται οί «αιώνες» τοΰ γνωστικισμού.

Εγκλωβισμένος στήν φιλωνική, τήν κοσμολογική καί φιλοσοφική (κυρίως αριστοτελική) αυτή αντίληψη καί στοχαζόμενος ερήμην τής Παραδόσεως, δέν κατάλαβε τό θεολογικό βάρος τοΰ όρου «φυσική υίότης», μέ τήν όποια ό ’Αλέξανδρος Αλεξάνδρειάς, βοηθού μενος άπό τόν Αθανάσιο, άπαντοΰσε στό πώς τής αιωνιότητας τοΰ Υίοΰ, χωρίς νά αναιρείται ή μοναδικότητα τής άρχής. Ή συνθηματική φράση, μέ τήν όποια χαρακτηριζόταν ή διδασκαλία τοΰ Άρείου καί τών οπαδών του, ήταν ότι ό Υιός «ήν ποτέ ότε ούκ ήν», φράση πού κυκλοφορούσε άπό τούς χρόνους τοΰ Διονυσίου Ρώμης (259268) (βλ. άπόσπασμα 2: PG 25, 461C).
Ή αιρετική διδασκαλία τοΰ Άρεΐου συνιστά ριζική αναίρεση τής Εκκλησίας, εφόσον ό Υιός είναι γΓ αύτόν κτίσμα καί όχι φύσει Θεός, καταδικάστηκε οριστικά στήν Α' Οικουμενική Σύνοδο, αλλά ποτέ δέν έπαυσε νά ταλαιπωρεί τήν Εκκλησία μέ τήν άναζωπύρησή της αμέσως μετά τόν θάνατο τοΰ Άρείου καί τούς ποικίλους άπόη χούς της στούς μεταγενέστερους αιώνες. Παράλληλα ό ’Άρειος έγινε καί πρόδρομος τοΰ Άπολιναρίου μέ τήν άποψή του ότι στόν Χριστό τήν θέση τής ψυχής κατέχει ό θείος Λόγος.


ΒΙΟΣ

Ό "Αρειος γεννήθηκε περί τό 260 ή λίγο νωρίτερα στην Λιβύη, άλλα σπούδασε στην ’Αλεξάνδρεια καί την Αντιόχεια, όπου άκουσε τόν μάρτυρα Λουκιανό. Άπό τό 300 τουλάχιστον ζοϋσε στήν ’Αλεξάνδρεια. Προσχώρησε στό σχίσμα του Μελιτίου (περί τό 305), τόν όποιο έγκατέλειψε γιά νά επανελθεί στήν Εκκλησία. Ό Πέτρος Αλεξάνδρειάς τόν δέχτηκε καί μάλιστα πρίν τό 311 τόν χειροτόνησε διάκονο, θέση άπό τήν όποια μετά έβαζε κατά τοΰ έπισκόπου του, μέ αποτέλεσμα νά έπανασυνδεθεΐ μέ τόν Μελί τιο. Ό Άχιλλάς ’Αλεξάνδρειάς (τέλος 311άρχές 312) συγχώρησε, δέχτηκε καί χειροτόνησε τόν "Αρειο πρεσβύτερο. Τοΰ άνέθεσε μάλιστα έργο διδακτικό καί έρμηνευτικό (των Γραφών), τό όποιο άσκοΰσαν κατ’ εξοχήν οί όπωσδήποτε πεπαιδευμένοι πρεσβύτεροι.
Ό διάδοχος τοΰ Άχιλλά ’Αλέξανδρος (313) τοποθέτησε τόν "Αρειο στό προάστιο τής ’Αλεξάνδρειας Βαύκαλη, όπου άνέπτυξε σπουδαία δράση, κηρυκτική, έρμηνευτική καί όργανωτική (συγκρότησε όμάδες παρθένων, δεδομένου ότι ό ίδιος είχε τάσεις έγκρατιτικές). "Ετσι γρήγορα έγινε ό έπι φανέστερος πρεσβύτερος τής ’Αλεξάνδρειας μέχρι τό 318 περίπου, όταν καταγγέλθηκε άπό τόν Κόλλουθο ώς κακόδοξος. Πρώτοι, φαίνεται, άντέδρα σαν στήν διδασκαλία του μερικοί άπό τούς άκροατές του, οί όποιοι τήν κοινολόγησαν ευρύτερα. "Αρχισαν οί έντονες συζητήσεις γιά τήν σχέση τοΰ Υίοΰ πρός τόν Πατέρα, πού άπό τήν ένορία τής Βαυκάλεως έπεκτάθηκαν σέ όλη σχεδόν τήν ’Αλεξάνδρεια. Ό "Αρειος άντιμετωπίστηκε πρώτα άπό τόν Κόλλουθο, τόν Ίερακά καί άλλους κληρικούς. Ή άδυναμία συμφωνίας άνάγκασε τόν επίσκοπο ’Αλέξανδρο νά καλέσει ειδικές δημόσιες συνάξειςσυνόδους, όπου οί άντίφρονοΰντες ύποστήριξαν τίς θέσεις τους. Μεταξύ 320 καί 322, καί άφοΰ τό θέμα είχε ώριμάσει, ό ’Αλέξανδρος κάλε σε σύνοδο άπό 100 περίπου έπισκόπους, οί όποιοι καταδίκασαν τό "Α ρειο, πού σέ λίγο κατέφυγε στήν Καισάρεια τής Παλαιστίνης.
Μετά τήν καταδίκη του ό "Αρειος όργάνωσε συστηματικά τήν διάδοση τής διδασκαλίας του καί τήν συγκρότηση ομάδων όμοφρόνων, όχι μόνο στήν ’Αλεξάνδρεια άλλά καί στήν Καισάρεια τής Παλαιστίνης, όπου έπι σκόπευε ό σοφός όμοϊδεάτης του Ευσέβιος, στήν Τύρο καί τήν Νικομήδεια, πόλεις τίς όποιες έπισκέφτηκε προσωπικά. 'Η Νικομήδεια μάλιστα, όπου έπισκόπευε ό ισχυρός στήν αύτοκρατορική αύλή Ευσέβιος, έγινε τό κέντρο τής δραστηριότητας τοΰ ίδιου καί τών οπαδών του γενικά. "Εγραψε τό ήμιρυθμικό έργο του Θάλεια, πού διέδωσε μεταξύ τών λαϊκών στρωμάτων, καί άλληλογράφησε μέ πολλούς έπισκόπους, άρκετοί τών όποιων τάχτηκαν μέ τό μέρος του, όπως έδειξαν δύο τοπικές  άλλά παράτυπες σύνοδοι στήν Νικομήδεια καί τήν Καισάρεια Παλαιστίνης. Τό 324 ό "Οσιος Κορδούης έπιχείρήσε νά συμφιλιώσει τόν ’Αλέξανδρο μέ τόν "Αρειο, φέρνοντας γιά τούς δύο πρωταγωνιστές γράμμα τοΰ Μ. Κωνσταντίνου. ΓΗ διαφορά όμως, πού ήταν ούσιαστική καί όχι τυπική, όπως νόμιζαν στήν άρχή ό Μ. Κωνσταντίνος καί ό Κορδούης, εξετάστηκε στήν σύνοδο ’Αντιόχειας (αρχές 325), ή όποια καί καταδίκασε τόν "Αρειο καί τούς όπα δούς του. Τό ίδιο έγινε στήν Α' Οϊκουμ. Σύνοδο, ή όποια συγκλήθηκε (Ιούνιος 325) κυρίως γιά τό θέμα του άρειανισμοΰ. Ό Άρειος έξορίστηκε στην ’Ιλλυρία καί ή Εκκλησία φάνηκε νά ειρηνεύει, αλλά γιά μικρό διάστημα.
Οί παρασκήνιακές έπεμβάσεις τοΰ Ευσεβίου Νικομήδειας καί τοΰ Εύσε βίου Καισαρείας στόν Μ. Κωνσταντίνο καί ή θεολογική άγνοια τοΰ αύτο κράτορα μετέβαλαν γρήγορα τήν κατάσταση. Στό τέλος τοΰ 327 ό Άρειος ύπέγραψε μινιμαλιστική όμολογία πίστεως, κείμενο πού θεολογικά άντι προσώπευε παλαιότερη έποχή καί δέν άνέφερε κάτι γιά τήν ούσιαστική σχέση Πατέρα καί Υίοϋ. Βάσει αύτοΰ ό Μ. Κωνσταντίνος άπήτησε από τόν ’Αλέξανδρο νά δεχτεί καί νά άποκαταστήσει τόν Άρειο. Αύτός δέν ύπέ κυψε. Τήν τακτική του άκολούθησε φυσικά καί ό ’Αθανάσιος (άπό τό 328). Τό 333 ό αύτοκράτορας διέταξε νά καοΰν τά έργα τοΰ Άρείου, ό όποιος όμως με τήν βοήθεια των φίλων του πέτυχε νά καταδικαστεί τό 335 στήν σύνοδο τής Τύρου ό μέγας πολέμιός του ’Αθανάσιος καί λίγο μετά νά άπο κατασταθεΐ ό ίδιος (ό "Αρειος) άπό σύνοδο στά 'Ιεροσόλυμα. Τό ίδιο έτος ό Μ. Κωνσταντίνος είχε συμφωνήσει καί γιά τήν πανηγυρική αποκατάσταση τοΰ Άρείου, άλλά ό θάνατος τοΰ τελευταίου ακριβώς τήν παραμονή τής τελετής πρόλαβε τά γεγονότα.

ΕΡΓΑ

Ό "Αρειος δέν ύπήρξε σπουδαίος συγγραφέας, άλλά πρός διάδοση των άπόψεών του έγραψε κείμενα έπιστολικά, όμολογιακά καί ποιητικά, πού τά περισσότερα χάθηκαν. Διασώθηκαν μόνο τά έξής:
Πρός Εύσέβιον Νικομήδειας (επιστολή). Γράφηκε άμέσως μετά τήν καταδίκη του στήν ’Αλεξάνδρεια (περί τό 320;), γιά νά γνωστοποιήσει στόν Ευσέβιο τό γεγονός άλλά καί τίς ιδέες του. Ή πρώτη σημαντική καί αυθεντική πηγή γιά τόν άρειανισμό."Εκθεσις πίστεως Άρείου πρός ’Αλέξανδρον. Γράφηκε περί τό 320 (ή λίγο μετά) άπό τήν Νικομήδεια, γιά νά έκθέσει καί ύποστηρίξει τίς θέσεις του.Θάλεια. Συλλογή των σημαντικότερων κειμένων τοΰ Άρείου, πού συχνά γράφονταν σέ δακτυλικό έξάμετρο καί δέν φαίνεται νά έχουν σχέση μετρική όπως λέγεται μέ τούς στίχους τοΰ Σωτάδη, γνωστοΰ γιά τά εύτρά πελα ποιήματά του, κατάλληλα γιά διασκεδάσεις. Θάλεια ή Θαλία σημαίνει συμπόσιο καί περιλαμβάνει στίχους καί πεζά, γραμμένα στήν Αλεξάνδρεια μετά τό 320 μέ σκοπό τήν εύχερέστερη διάδοση των άπόψεών του. Έπρό κειτο γιά εύμνημόνευτες κατηχήσεις καί τραγούδια. 'Η συλλογή χάθηκε, εκτός άπό τά τμήματά της πού διέσωσε ό Μ. Αθανάσιος στήν προσπάθεια του νά άναιρέσει τό περιεχόμενό της.'Ομολογία (έπιστολή) Άρείου καί Εύζωίου πρός τόν αύτοκράτορα Κωνσταντίνο. Γράφηκε πρός τό τέλος τού 327 γιά νά δώσει έρεισμα στόν αύτοκράτορα, πού είχε ήδη αποφασίσει τήν αποκατάσταση τοΰ Αρείου. Στήν ομολογία σκόπιμα δέν περιλαμβάνονται οί κρίσιμοι περί Χριστού οροί ούτε τοΰ Άρείου ούτε τοΰ ’Αλεξάνδρου Αλεξάνδρειάς καί τού Συμβόλου τής Νίκαιας.Αναφέρουμε ακόμα δύο Επιστολές τού Μ. Κωνσταντίνου πρός τόν Ά ρειο καί τήν καταδικαστική Απόφαση τοΰ ίδιου αύτοκράτορα γιά τόν Ά ρειο περί τό 333.


ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΑΝΑΖΑΡΒΟΥ.

Μαθήτευσε στόν Λουκιανό, ήκμασε κατά τήν β' καί γ' δεκαετία τοΰ Δ' αί., ύπήρξε ένας άπό τούς δασκάλους τοΰ Άετίου, έγινε επίσκοπος Άναζάρβου στήν Κιλικία καί άναμίχτηκε δραστήρια στόν Αρειανισμό. Πρίν άπό τήν Σύνοδο τής Νίκαιας (325) δέχτηκε άπό τούς πρώτους τίς άπόψεις τοΰ Άρείου, τίς όποιες μέ Γράμμα του πρός τόν Αλέξανδρο Αλεξάνδρειάς προσπαθεί νά ύποστηρίξει. Απόσπασμα διέσωσε ό Αθανάσιος (Περί τώνέν Άριμίνω καί Σελεύκεια συνόδων 17). ΒΕΠ 37, 107. Η. G. Opitz, Athanasius Werke, III 1, σ. 18. Φιλοστόργιος, Έκκλ. ίστ. Γ' 15. Στήν αποσπασματική συλλογή Sermones arianorum σώζονται τρία επιστολικά χωρία, πού ό G. Bardy Αποδίδει στόν Αθανάσιο Άναζάρβου. G. Bardy, Recherches sur s. Lucien d’Antioche et son ecole, Paris 1936, σσ. 206210. D. De Bruyne, Deux Iettres inconnues de Theognius, Γ ev8que arien de Nicee: ZNW 27 (1928) 110.

ΠΑΥΛΙΝΟΣ ΤΥΡΟΥ.


 ’Έμμεσος μαθητής τοΰ Λουκιανού, έγινε δραστήριος οπαδός τοΰ Άρείου πολύ πρίν άπό τήν Σύνοδο τής Νίκαιας. Μετά τήν καθαίρεση τοΰ Εύσταθΐου Αντιόχειας τό 330, τοποθετήθηκε άπό τούς φίλους του άρειανούς στόν θρόνο τής Αντιόχειας, αλλά πέθανε τό 331. Σώζεται σύντομο Απόσπασμα Επιστολής του άπό τόν Μάρκελλο Άγκύρας, πού εκτός άλλων τόν κατηγορεί ότι στηρίζεται στόν ’Ωριγένη. Η. G. Opitz, Athanasius Werke, III 1, σσ. 1718. ΒΕΠ 37, 106.


30.    ΣΥΝΟΔΟΙ ΤΥΡΟΥ ΚΑΙ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ (335)


Συγκροτήθηκαν καί οί δύο μέ πρωτοβουλία των άρειανοφρόνων καί μέ διαταγή τοΰ Μ. Κωνσταντίνου. Ή πρώτη γιά νά καταδικάσει μέ αναληθείς κατηγορίες τόν ’Αθανάσιο καί ή άλλη κυρίως γιά νά άποκαταστήσει σέ κοινωνία έκκΛ,ησιαστική τόν ’Άρειο καί τούς επίσης καταδικασθέντες οπαδούς του.'Η σύνοδος τής Τύρου, στήν όποια πρωτοστάτησαν οί καταδικασμένοι άρειανόφρονες Εύσέβιος Νικομήδειας καί Θεόγνιος Νίκαιας καί στήν οποία ό έκπρόσωπος τοΰ Κωνσταντίνου επέβαλε στούς ορθοδόξους τίς απόψεις των άρειανών, δέν συνέταξε κείμενο έπίσημο, διότι ούσιαστικά διακόπηκε γιά νά συνεχίσει στά Ιεροσόλυμα, όπου έγιναν καί τά εγκαίνια τοΰ μεγαλοπρεπούς ναοϋ τής Άναστάσεως. Έκει πληροφορήθηκαν οί επίσκοποι ότι ό "Αρειος έπέδωσε έπιστολή (ομολογία), πού θεωρήθηκε ώς «ύ γιής καί έκκλησιαστική» από τόν αύτοκράτορα. Τότε, λοιπόν, ή σύνοδος έστειλε ’Επιστολή πρός τήν Εκκλησία 'Αλεξανδρείας, Αίγύπτου, καί γενικά πρός τούς έπισκόπους τής «οικουμένης», γιά νά έπιβάλει καί νά πληροφορήσει τήν έπαναφορά τοΰ Άρείου στούς κόλπους τής Εκκλησίας (τό κείμενο είς ’Αθανασίου, Περί των έν Άριμίνω... 21, 27: Η. G.
Μέ άφορμή τήν σύνοδο τής Τύρου καί τό έργο της γράφηκαν οΐ έξής Επιστολές:
Τη σννόδφ τή κατά Τϋρον, Κωνσταντίνου (Θεοδωρήτου, Έκκλησ. Ιστορία Α' 29).
Τοϊς έπισκόποις τοϊς συνελθοΰσιν έν Τύρφ, Κωνσταντίνου (Σωκράτους, Έκκλησ. ιστορία Β' 28, 212).
Φλαβίω Διοννσίφω τω κόμη τι, έπίσκοποι Αίγύπτου (δύο έπιστολές).
άιονυσίφ τφ κόμητι, ’Αλέξανδρος Θεσσαλονίκης.
Τοΐς περί Ευσέβιον, Διονύσιος ό κόμης.
Θεογνίφ, Μάρι καίΜακεδονίφ... τοΐς άπό Τύρου έλθοΰσίν έπισκόποις, πρεσβύτεροι καί διάκονοι ’Αλεξάνδρειας.
Τη άγίφ σννόδφ (Τύρου) των μακαρίων έπισκόπων, πρεσβύτεροι καί διάκονοι Μαρεώτιδος.
Πρόν τόν Φιλάγριον έπαρχον Αίγύπτου, πρεσβύτεροι καί διάκονοι Μα ρεώτιδος.
Τά παραπάνω έπιστολικά κείμενα καταχωρίζει ό ’Αθανάσιος στό έργο του ’Απολογητικός Β' 7381. Η. G. Opitz, μν. έργ., σσ. 152161.

31.    ΣΥΝΟΔΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ (338)

'Όταν ό ’Αθανάσιος μετά τόν θάνατο τού Μ. Κωνσταντίνου (337) έπέ στρεψε στήν ’Αλεξάνδρεια, οί περί τόν Εύσέβιο Νικομήδειας έστειλαν (338) Αντιπροσωπεία στήν Ρώμη, μέ σκοπό νά πείσει τόν έπΐσκοπό της ’Ιούλιο νά δεχτεί τήν κατά τοΰ Αθανασίου Απόφαση των συνόδων Τύρου καί 'Ιεροσολύμων (335). Στήν κίνηση αύτή Αντέδρασε ό Άθανάσιοςμέ σύγκληση στήν ’Αλεξάνδρεια, τό 338, συνόδου 80 περίπου έπισκόπων, οί όποίοι συνέταξαν έπιστολή «Τοΐς άπανταχοϋ τής καθολικής Εκκλησίας έτησκό ποις». Στήν σύνταξη τού μακροϋ αύτοϋ κειμένου πρωτοστάτησε Ασφαλώς ό ’Αθανάσιος. Παραλήπτης ήταν βέβαια καί ό Ρώμης. Στηλιτευόταν στό κείμενο ή Απαράδεκτη διαδικασία τής Τύρου, Ανατρέπονταν οί κατά τοΰ ’Αθανασίου κατηγορίες, προτεινόταν πρός λύση του όλου θέματος ή σύγκληση νέας Αλλά κανονικής γενικής συνόδου καί δηλωνόταν ότι δέν είναι δυνατό οϋτε κάν νά όνομαστεΐ σύνοδος ή σύναξη στήν Τύρο, διότι έκεΐ τόν Απόλυτο λόγο είχαν κατά τυραννικό τρόπο κοσμικοί άρχοντες:
«Πώς δέ σύνοδον όνομάζειν τολμώσιν, ής κόμης προύκάθητο καί
παρήν σπεκουλάτωρ καί κομενταρήσιος ήμας ( = τούς έπισκόπους) είσήγεν άντί διακόνων τής έκκλησίας; Εκείνος (= ό κόμης) έφθέγ γετο καί οί παρόντες έσιώπων, μάλλον δέ ύπήκουον τφ κόμητι καί τό κινούν τούς δοκοΰντας έπισκόπους ύπό τής έκεΐνου βουλής έν εποδίζετο. Εκείνος έκέλευεν, ήμέίς ύπό στρατιωτών ήγόμεθα· μάλλον δέ τών περί Εύσέβιον κελευόντων, έκεΐνος ταΐς τούτων έξυπη ρετέίτο γνώμαις» (’Αθανασίου, 'Απολογητικός Β' 8, 3).
Τό κείμενο περιλήφτηκε στόν ’Απολογητικό Β' 319 τοΰ ’Αθανασίου. Η. G. ΟΡΙΤΖ, Athanasius Werke, II 1, Berlin 1935/41, σσ. 89101. ΒΕΠ 31, 51-65.

Πρώτη εισαγωγή  και δημοσίευση κειμένων  στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο
ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ Α΄   ΣΤΥΛ.ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Η  επεξεργασία, επιμέλεια  μορφοποίηση  κειμένου  και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο, για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο:
©  ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/






Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |