ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Η κοινοβιακή ζωή

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016

Η κοινοβιακή ζωή



Βατοπεδινές Κατηχήσεις
Γέροντος Ιωσήφ
Κατήχηση   5η
Η κοινοβιακή ζωή

Αδελφοί και πατέρες, οι «τα πάντα καλώς διαταξάμενοι» πνευματοφόροι Πατέρες, οργάνωσαν το κοινοβιακό μας σύστημα λαμβάνοντας υπόψη τους ασθενέστερους χαρακτήρες, για ευκολώτερη τήρηση του μοναστικού μας βιώματος.Πρότυπο του κοινοβιακού μας συστήματος είναι η πρώτη χριστιανική Εκκλησία στην οποία «ην αυτοίς άπαντα κοινά» (Πραξ. δ΄, 32) και η οποία μιμήθηκε τον κοινοβιακό τρόπο ζωής του Κυρίου με τους Αποστόλους πριν αποσταλούν στο κήρυγμα.
Το κοινόβιο στην πράξη είναι αντίγραφο κάθε ιδανικής οικογένειας. Σ αυτήν κάτω από την πρόνοια και κηδεμονία του πατέρα, παρά το ανόμοιο της ηλικίας και το χαρακτήρα των μελών της, υπάρχει συμφωνία και αρμονία στο βίωμα, που οφείλεται στο σύνδεσμο και την ένωση, που προκαλεί η αγάπη.Εμείς, στο κοινοβιακό σύστημα, δημιουργήσαμε νέα και υψηλότερου επιπέδου οικογένεια, που στηρίζεται στην «εν Χριστώ» αγάπη, η οποία «ου λογίζεται το κακόν και ου ζητεί τα εαυτής» (Α Κορ. ιγ΄, 5). Αυτή αντικατέστησε την πρσωπική μας οικογένεια, που αρνηθήκαμε. Ο σκοπός, που αναφέρουμε τα γνωστά αυτά στοιχεία, είναι η αναζωπύρωση της καλής πρόθεσης. Σκεφτείτε ότι ο Κύριος μας κάλεσε στην πνευματική ενότητα και στρατεία και μας συγκέντρωσε στο σύνδεσμο αυτό της παναγάπης του. Ας μη ραθυμήσουμε κάτω από την πίεση των παράλογων προφάσεων της μάταιης ζωής. Ας κρατήσουμε την πνευματική μας πανοπλία. Την υπακοή, την ταπείνωση, την πραότητα, την ελπίδα, την πίστη, την καρτερία, την ευλάβεια, την αγάπη. Ιδιαίτερα την ειρήνη και την αδιάλειπτη αίνεση και ευχή του Κυρίου μας, που ευδόκησε, ως πανάγαθος, να μας χαρίσει τη βασιλεία του. Εμείς, ως συνετοί και πρόθυμοι, θα είμαστε ε΄τοιμοι πάντοτε και στον κατάλληλο χρόνο θα την αρπάξουμε, ως αληθινοί βιαστές
.
«Τοις έμπροσθεν επεκτεινόμενοι» (Φιλ. γ΄, 13) συνεχώς. Ουδέποτε οπισθοχωρούμε μετρώντας ανθρώπινα και υπολογίζοντας τους δικού μας σκοπούς και στόχους. Δεν βαδίζουμε «δια είδους», αλλά μόνο «δια πίστεως». Αναλογιζόμαστε ότι όσα κατέχουμε και κρατούμε, με τη Χάρη αυτού που μας κάλεσε, είναι περισσότερα από όσα προσδοκούμε και τα οποία στον κατάλληλο καιρό θα αποδοθούν και «υπέρ εκ περισσού», κατά το λόγο του Κυρίου. «Υμείς δε εστε», μας πληροφορεί, οι διαμεμενηκότες μετ εμού εν τοις πειρασμοίς μου» και εάν υπομείνετε καρτερικά, «διαθήσομαι υμίν βασιλείαν, ίνα εσθίητε και πίνητε επί της τραπέζης μου» (Λουκ. κβ΄, 28 30), «ότι ουκέτι υμάς λέγω δούλους... υμάς δε είρηκα φίλους» (Ιω. ιε΄, 15).
«Ουκ άξια τα παθήματα», αδελφοί και πατέρες, «του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι» (Ρωμ. η΄, 18). Μήπως όσοι ζουν στον κόσμο της ματαιότητας δεν κοπιάζουν και πιέζονται και αδικούνται και υποβιβάζονται και πολλές φορές στερούνται και τη ζωή τους, για μία προσωρινή και φανταστική ευημερία, που μετά από λίγο αποχωρίζονται εξαιτίας του θανάτου και των τόσων φανερών κινδύνων;
Όλη η δική μας προσπάθεια και ο κόπος δεν γίνονται για τα φαινόμενα και την ύλη, αλλά για την ακριβέστερη τήρηση του θείου θελήματος. Για την απαλλαγή μας από τα παράλογα πάθη και συστήματα, που η προηγούμενη ζωή μας μετέδωσε, αλλά και γενικά για τα μεταπτωτικά τραύματα του αντιστρατευόμενου νόμου που μας ωθούν στην αποστασία. Εδώ βρισκόμαστε με κύριο σκοπό την τήρηση των υποσχέσεων του βαπτίσματος, τις οποίες εγκαταλείψαμε λόγω της αμέλειάς μας. Όχι μόνο αυτό, αλλά βαδίζοντας «εν καινότητι ζωής» και γνωρίζοντας ότι δεν ανήκουμε στον εαυτό μας, αλλά ανήκουμε «τω υπέρ ημών αποθανόντι και εγερθέντι», ετοιμαζόμαστε για να νεκρώσουμε τα γήινα μέλη μας. «Ότι όσοι εβαπτίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν... ίνα ώσπερ ηγέρθη Χριστός εκ νεκρών δια της δόξης του πατρός, ούτω και ημείς εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν. Ει γαρ σύμφυτοι γεγόναμεν τω ομοιώματι του θανάτου αυτου, αλλά και της αναστάσεως εσόμεθα» (Ρωμ.στ΄, 3, 5).
Με την ολοκληρωτική αυταπάρνηση και υπακοή της πατερική μας παράδοσης καταργούμε τον παλαιό άνθρωπο, τον οποίο περιφέρουμε, και ντυνόμαστε τον νέο που δεν φθείρεται «κατά τας επιθυμίας της απάτης» (Εφ. δ΄,22) και εισερχόμαστε «ενδότερον του καταπετάσματος», όπου τα πάντα είναι «καινά». Εκεί η αγάπη περισσεύει και τότε ρυθμίζουμε τους εαυτούς μας, ω΄στε όλα να γίνονται με αγάπη. Που τότε αντιλογία, που γογγυσμός, που μεμψιμοιρία, που η καταραμένη κατάκριση και κατηγορία, που η ραθυμία και αμέλεια και η άνομη προφασιολογία; Τότε πραγματικά ενεργείται έμπρακτα η μακάρια εντολή «παντα υμών εν αγάπη γινέσθω» (Α Κορ. ιστ΄, 14). Σ αυτήν την αίσθηση εφαρμόζεται και η εντολή του Κυρίου μας. «Εάν αγαπάτε με, τας εντολάς τας εμάς τηρήσατε» (Ιω. ιδ΄, 15).
Προβάλαμε σύντομα την αγάπη, η οποία είναι ο σύνδεσμος της τελειότητας, αλλά δίκαια αυτός ανήκει στους νόμιμους αθλητές του αναίμακτου μαρτυρίου, στο οποίο η θεία αγάπη μας κατέταξε.
Οι υπεύθυνοι της αδελφότητας με σύνεση και φόβο να χειρίζονται τις διακονίες. Με τον τρόπο αυτό θα γίνονται σεβαστοί στους νεώτερους και θα αποτελούν για αυτούς παράδειγμα. Η «φιλαδελφεία μενέτω» (Εβρ. ιγ΄, 1), ειδικά στους ασθενέστερους στο χαρακτήρα. Με συμπαθή τρόπο να ελέγχεται η παρακοή και η ιδιορρυθμία και ειδικά η απόκρυψη οποιασδήποτε ενέργειας αντίθετης στη γνώμη του Ηγουμένου και πνευματικού πατέρα. Οι πιο ικανοί από τους αδελφούς, μετά από έγκριση και προτροπή του Γέροντα, να ενθαρρύνουν τους αδύνατους και να επιβάλλουν με ειρήνη την τάξη και την εφαρμογή του τυπικού προγράμματος. Ειδικά να επιμένουν στο αδιάλειπτο της θείας επίκλησης, της ευχής, για τους αδύνατους ελαφρώς προφορικά, για να αποφεύγεται η αργολογία και ο μετεωρισμός. Εντονώτερα πάντως επιβάλλεται επιμονή στο πρόγραμμα, τόσο του κοινοβίου όσο και στο προσωπικό του καθενός αδελφού, ώστε να μη μας υποκλέπτει η ραθυμία και η αμέλεια.
Όλα αυτά να τα κάνετε χωρίς γογγυσμούς και διαλογισμούς, «ίνα γένησθε άμεμπτοι και ακέραιοι, τέκνα Θεού αμώμητα εν μέσω γενάς σκολιάς και διεστραμμένης εν οις φαίνεσθε ως φωστήρες εν κόσμω» (Φιλ. β΄,15). Η έμπρακτη ενάρετη ζωή το φως, το οποίο φωτίζει το σκότος της αγνωσίας, που υπάρχει στον κόσμο. Με αυτόν τον τρόπο εκπληρώνουμε την εντολή, που υπάρχει για τη διακονία της ιεραποστολής, ως «ηλεημένοι υπό Χριστού». «Ου δύναται πόλις κρυβήναι επάνω όρους κειμένη, ουδέ καίουσι λύχνον και τιθέασιν αυτόν υπό τον μόδιον, αλλ επί την λυχνίαν, και λάμπει πάσι» (Ματ. ε΄,14 15).
Και στα τέλη των αιώνων, τα οποία σήμερα ζούμε, υπάρχουν οι απορίες και ερωτήσεις: Εφαρμόζεται και σήμερα η πίστη; Γίνεται και σήμερα πραγματικότητα το ιερό ευαγγέλιο; Να, λοιπόν, και η δική μας ζωντανή μαρτυρία. Ότι, όχι μόνο η αλήθεια του Χριστού και της πίστης ζει και ενεργείται από του φιλόθεους, αλλά και η περίσσεια της Χάρης και της αυτοθυσίας είναι ορατή και εφαρμόζεται από τους ήρωες μοναχούς και Γέροντες, είτε στα αντρικά, είτε στα γυναικεία μοναστήρια.
Ας γυρίσουμε όμως και πάλι στην ουσία και την έμπρακτη ζωή, τον κύριο σκοπό της αποστολής μας. «Έστωσαν υμών αι οσφύες περιεζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι» (Λουκ. ιβ΄, 35). διότι αναμένουμε αυτόν που μας κάλεσε να τον ακολουθήσουμε. Ο εχθρός μας, «ως λέων ωρυόμενος», ζητά όχι μόνο τον τραυματισμό, αλλά και την ολοκληρωτική καταστροφή και για το σκοπό αυτό γρηγορούμε, «υπωπιάζοντες» το σώμα και «δουλαγωγούντες», υποτάσσοντας ταυτόχρονα και κάθε νόημα στην υπακοή του Χριστού. «Μη τα υψηλά φρονούντες», αλλά τα ταπεινά κρατούντες. Ας κρατήσουμε τη σωτήρια αυτομεμψία, η οποία προετοιμάζει την ταπείνωση και μας ανακόπτει από την κρίση και την απείθεια, και την πίστη, με την οποία θα αντλούμε χάρη και δύναμη από τον Κύριό μας.
Βλέπετε, αδελφοί, πως ασφαλίζει ο Κύριος τους μαθητές του; Και ποιοι είναι αυτοί; Δεν είμαστε μάλλον εμείς, οι οποίοι τα στίγματα του Κυρίου μας περιφέρουμε στη σταυρωμένη μας ζωή; «Μη ποτε έσται εν τινι υμών καρδία πονηρά απιστίας εν τω αποστήναι από Θεού ζώντος» (Εβρ. γ΄, 12). Το δε «αποστήναι» δεν σημαίνει την άρνηση των επαγγελιών και υποσχέσεων, τις οποίες δώσαμε γυμνοί μπροστά στην ωραία πύλη; Και συνεχίζει ο παύλος: «Φοβηθώμεν ουν μη ποτε, καταλειπομένης επαγγελίας εισελθείν εις την κατάπαυσιν αυτού, δοκή τις εξ υμών υστερηκέναι» (Εβρ. δ΄,1). «Εισερχόμεθα γαρ εις την κατάπαυσιν οι πιστεύσαντες» (Εβρ. δ΄,3). «Σπουδάσωμεν ουν εισελθείν εις εκείνην την κατάπαυσιν, ίνα μη εν τω αυτώ τις υποδείγματι πέση της απειθείας (Εβρ. δ΄,11). Και «κατάπαυσις» σε μας δεν είναι άλλη παρά η απολύτρωσή μας από τα πάθη, και η πληρέστατη και ενεργής ενοίκηση του Παναγίου Πνεύματος στην ψυχή μας. «Προσερχώμεθα μετά αληθινής καρδίας εν πληροφορία πίστεως ερραντισμένοι τας καρδίας από συνειδήσεως πονηράς» (Εβρ. ι΄,22). Έτσι πιστεύοντας και ζώντας, «το αίμα του Χριστού... καθαριεί την συνείδησιν υμών από νεκρών έργων εις το λατρεύειν Θεώ ζώντι» (Εβρ. θ΄,14). Ποιά είναι τα νεκρά έργα, παρά τα παράλογα πάθη, οι ανταρσίες και απείθειές μας στον αγώνα που κάνουμε;
Αποτελέσματα της πρακτικής εργασίας του μοναχού που γίνεται με φόβο Θεού, είναι ο στεναγμός, τα δάκρυα, η κατήφεια, η ησυχία, η προσευχή, η σιωπή, η επιμονή και το οδυνηρό πένθος, ως συναισθήματα. Έργα είναι η αγρυπνία, η νηστεία, η εγκράτεια, η πραότητα, η μακροθυμία, η επίμονη προσευχή, η πνευματική μελέτη, η ταπείνωση, η φιλαδελφία, η υποταγή, η κακοπάθεια και η μόνιμη αγάπη προς όλους.
Όσων είναι ράθυμοι και δεν θέλουν να υποταχθούν και να αποβάλουν την καταστρεπτική κρυψίνοια, είναι ως μόνιμο «προσόν» η ακηδία, ο μετεωρισμός, η απροσεξία. η περιέργια, ο γιγγυσμός και ο μαρασμός, ως συναισθήματα της παραμελημένης ζωής. Πράξεις,σ αυτούς που ζουν κατ αυτόν τον τρόπο, είναι η αδηφαγία, η οργή, ο θυμός, η καταλαλιά, η φυσίωση, η ματαιολογία, η ακαταστασία, η λήθη, η ταραχή, η ζήλεια, η φλυαρία, το παράλογο γέλιο και ο σκοτισμός και η απόγνωση, που προέρχονται απ αυτά!
Με κόπο και αποστροφή καταγράψαμε, σύμφωνα με την κρίση των Πατέρων μας, τις συνέπειες της ζωής της αμέλειας, ώστε να είναι προσεκτικοί «οι του Χριστού».
Χρειάζεται να έχουν πολλή προσοχή οι αγωνιζόμενοι και ειδικά εκείνοι στους οποίους κατά το παρελθόν συνέβησαν τραύματα, πτώσεις και λάθη, που οι εικόνες και μνήμες τους κρατιούνται από τη διάνοια. Με θάρρος να συνεχίζουν την πορεία του προγράμματος και της υπακοής και να μην τρομάζουν ή αποθαρρύνονται, όταν παράδοξα και χωρίς αφορμή αισθάνονται πόλεμο από διάφορα πάθη, είτε με τη μορφή λογισμών, είτε με τη μορφή πύρωσης των μελών. Αυτό δεν σημαίνει ούτε ήττα, ούτε οπισθοχώρηση. Ο πόλεμος δημιουργείται από τις προλήψεις που υπάρχουν, με τις οποίες μας ερεθίζουν οι πονηροί δαίμονες, ίσως και από την αδαότητα και απειρία στον τρόπο της πάλης. Υπάρχει και άλλος λόγος για τον οποίο επιμένουν οι μορφές του παρελθόντος και ταλαιπωρούν. Είναι ο αντιστρατευόμενος νόμος, κληρονομιά της αδαμιαίας πτώσης, τον οποίο η παντοδύναμη Χάρη του Κυρίου μας θα καταργήσει και θα χαρίσει με πατρική αγάπη και πλουσιοπάροχα, στους νόμιμους αθλητές το βραβείο της «άνω κλήσεως». Αμήν.

ΚΑΤΗΧΗΣΗ 6η
Πιστοί οικονόμοι στα πνευματικά και στα υλικά αγαθά
Αδελφοί και πατέρες, ο αδίστακτος εχθρός μας, που «περιπατεί ως λέων ωρυόμενος» (Α Πέτ. ε΄,8), δεν θα διστάσει να μας καταπιεί, εάν μας βρει κοιμισμένους ή αμελείς. Η προθυμία και ο θερμός ζήλος των αδελφών της συνοδείας μας, μας χαροποιεί και μας ενθαρρύνει στις προσδοκίες μας. Ειδικά αισθάνθηκα, με πνευματική χαρά, την αψευδή υπόσχεση του Κυρίου μας, ότι θα αναπαύσει τους ευλαβείς «κοπιώντας και πεφορτισμένους» (Ματ. ια΄,28).
Είναι άξιοι πολλής ευφημίας και μεγάλου επαίνου όσοι ακούραστα και αγόγγυστα σήκωσαν το Σταυρό του Κυρίου μας και τον ακολουθούν με την περιεκτική φιλοπονία. Και δικαιούνται το «βραβείον της άνω κλήσεως» (Φιλ. γ΄,14) όσοι βαστάζουν αγόγγυστα τις δυστροπίες των ασθενέστερων και τα υπόλοιπα συμπτώματα από τις εναλλαγές των καταστάσεων, που συμβαίνουν στις διακονίες.
Υπάρχουν αδελφοί της μονής, που μετακινούνται μέσα και έξω από αυτήν. Μεταφέρουν τις απαραίτητες ύλες για τις ανάγκες μας, αλλά και το πλήθος των επισκεπτών. Αυτοί οι αδελφοί βρίσκονται σε βαρύτερη και δυσκολώτερη διακονία. Πολλές φορές βρίσκονται μακρυά από την αδελφότητα και αγωνιούν μπροστά στα απρόοπτα περιστατικά που συναντούν. Εάν όμως βαδίζουν με πίστη και επικαλούνται τις ευχές των πνευματικών τους οδηγών, θα βρίσκουν εύκολα τη λύση στις δυσκολίες.
Αυτή η ενέργεια της πίστης να μη λείπει από κανένα σας, αφού είναι «πάντα δυνατά τω πιστεύοντι» (Μαρκ. θ΄,23). Και αυτή η πίστη, όπου υπάρχει, προκαλεί τη χάρη, που τα «ασθενή θεραπεύει και τα ελλίποντα αναπληροί». Μας κάνει νικητές και μας ελευθερώνει από το φθόνο και την επιβουλή του Πονηρού.
Η μοναχική μας ιδιότητα δεν περικλείεται σε χώρους, γιατί δεν είναι εξωτερική τέχνη και ενέργεια, αλλά προσωπικό βίωμα. Ως πρόσωπα ενεργούμε την υποταγή και υπακοή στον Κύριό μας. Η ζωή μας δεν περιορίζεται ούτε περιγράφεται έξω από μας. Το «του Κυρίου εσμέν» (Ρωμ. ιδ΄, 8) είναι για μας η μεγαλύτερη πραγματικότητα. Μακάριος είναι εκείνος που συνέλαβε αυτό το νόημα και το εφαρμόζει προσωπικά πάνω και πέρα από τις βιολογικές του ανάγκες, «Μακάριοι οι δούλοι εκείνοι, ους ελθών ο κύριος ευρήσει γρηγορούντας. Αμήν λέγω υμίν ότι περιζώσεται και ανακλινεί αυτούς, και παρελθών διακονήσει αυτοίς» (Λουκ. ιβ΄, 37).
Παρακαλώ, αδελφοί, ας μη νυστάξουμε για να μην αποβληθούμε. Ο Κύριος τους «κοπιώντας και πεφορτισμένους» καλέι για πληρωμή και ανάπαυση. «Ανω σχώμεν τας καρδίας» και «εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών» «τω λυτρωτή Θεώ ημών παραθώμεθα».
Όπως πάντοτε σας αναφέρω, να μην ξεχνούμε ότι συνεχίζουμε την ιεραποστολική μας ιδιότητα μυστηριακά και όχι όπως τη φαντάζεται και την περιγράφει ο κόσμος. Ο Κύριός μας, ως μέγας και αναντικατάστατος ιεραπόστολος, περιγράφεται ως «ποιών τε και διδάσκων» (Πραξ. α΄,1). Ο κόσμος και μάλιστα ο σημερινός, χόρτασε από λόγια και σχήματα, απραγματοποίητες υποσχέσεις και αφηρημένς ιδέες και ζητά επίμονα να δει πρακτικά εφαρμοζόμενο το ευαγγέλιο. Και μάλιστα θέλει να δει αν οι θείες επαγγελίες είναι αληθινές. «Όσοι γαρ έλαβον αυτόν έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι» (Ιω. α΄, 12). Ποιά είναι τα «τέκνα του Θεού»; Ποιοί είναι οι κληρονόμοι του Πατέρα και «συγκληρονόμοι του Χριστού»; (Ρωμ. η΄, 17). Ποιοί έγιναν υιοί ανάστασης και δεν υπάρχει σ αυτούς στοιχείο του παλαιού ανθρώπου; Ποιοί μέσα στα αίτια και στις αφορμές μένουν αμέτοχοι και εμπαίζουν τον κόσμον και όσα ανήκουν σ αυτόν; Αφήνω τα άλλα και προκαλώ τους οπαδούς του «αιώνος τούτου» να μας παρουσιάσουν ήρωες αυτού του είδους χρησιμοποιώντας τα επιτεύγματα της γνώσης τους.
Από την ημέρα που ο Κύριός μας εξέλεξε τους μαθητές του και τους μύησε στα δικά του δόγματα και μυστήρια της ανθρώπινης ανάπλασης, συνεχίζεται μέχρι σήμερα αυτή η ιερώτατη παράδοση και επαγγελία. Από γενιά σε γενιά οι άξιοι οπαδοί και μαθητές δίνουν την έμπρακτη μαρτυρία, ότι ο Ιησούς, τότε και μετά μέχρι και σήμερα, είναι «ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ.ιγ΄,8).
Πόση προσοχή και προσπάθεια πρέπει να καταβάλουμε, για να δείξουμε αυτήν την ιδιότητά μας, ώστε και εμείς να είμαστε «εν αισθήσει» μέτοχοι στα βραβεία της θείας ευλογίας και αληθινοί μάρτυρες γι αυτούς, που ζητούν από μας την πραγματική μαρτυρία; Με «περιεζωσμένας τας οσφύας και καιομένους τους λύχνους» (Λουκ. ιβ, 35), της ευλαβείας και του ζήλου, θα δίνουμε ακατάπαυστα την καλή μας μαρτυρία όπου η περίσταση μας προκαλεί.
Να είμαστε έτοιμοι να αρνηθούμε το δικό μας θέλημα. Πρόθυμοι στον κόπο της περιεκτικής φιλοπονίας. Ανεκτικοί και συμπαθείς σ αυτούς που κορο:ιδεύουν τη συνετή πρόθεσή μας και προσεκτικοί στα σκάνδαλα του Πονηρού, που δημιουργούνται από διάφορες αφορμές. Κρατώντας αμετάβλητη την καλή απόφαση της πολύμορφης ομολογίας μας, με προθυμία ανταποκρινόμαστε στον πειρασμό, που δημιουργήθηκε και έχει σκοπό την αποθάρρυνσή μας. «Τη προσευχή προσκαρτερούντες» (Πραξ. α΄, 14) αντιμετωπίζουμε τη σατανική επήρεια, που έχει σκοπό να παρεμποδίσει το κοινοβιακό μας πρόγραμμα. Με πίστη στην πατρική πρόνοια και κηδεμονία των πνευματικών μας οδηγών, τίποτα δεν φοβόμαστε και μπροστά σε τίποτα δεν υποχωρούμε.
Ολόκληρη η Αγία Γραφή, Παλαιά και Καινή Διαθήκη, διατάζει για την προσοχή και τη φυλακή της καρδιάς. Στην ανθρώπινη αδιαφορία αναφερόμενος ο Δαυΐδ λέγει: «Υιοί ανθρώπων έως πότε βαρυκάρδιοι» (Ψαλμ. δ΄,2) και πάλι: «Η καρδία αυτών ματαία» (Ψαλμ ε΄, 9). Και για τους ματαιόφρονες λέγει: «Είπε γαρ εν τη καρδία αυτού, ου μη σαλευθώ» (Ψαλμ. θ΄,27).
Είμαστε φιλόθεοι αδελφοί μου, δεκτικοί προσβολής λογισμών, και αρετής και κακίας. Δεσπότης και κύριος των αποφάσεων και των παθών είναι ο ευσεβής και φιλόθεος λογισμός. Σκοπός και προορισμός μας είναι η διάκριση των προσβολών και εικόνων που διακινούν τους λογισμούς μας. Με αυτόν τον τρόπο θα γνωρίζουμε σε τι αποβλέπουν και κατά που κινούν πρώτα τη σκέψη μας. Μετά, ελέγχουμε αν ερεθίζουν τα πάθη ή αντίθετα ωθούν στη δικαιοσύνη και τις αρετές. Το «πάση φυλακή τήρει σην καρδίαν» (Παρ. δ΄, 23) αυτό το νόημα έχει. Και η ιερώτατη νήψη, που είναισχεδόν το επάγγελμα των μοναχών, αυτήν την εργασία μόνιμα εκτελεί. Και η προσεκτική νήψη γεννά τη διάκριση, που είναι ο πνευματικός οφθαλμός.
Όλα όμως αυτά έχουν ως βάση τους την ακρίβεια της συνείδησης, που χαράζει δρόμο πλεύσης με κατεύθυνση πνευματική. Η δική μας αδιαφορία προκαλεί την άμβλυνση της συνείδησης. Όταν κατ επανάληψη περιφρονούμε τους υπαινιγμούς της συνείδησης, που μας υποδεικνύουν κάτι ή μας ελέγχουν, τότε αυτή σιωπά και εμείς πορευόμαστε επικίνδυνα, αφού έξω από το φως της επικρατούν τα πάθη και ο νόμος της διατροφής, ο παλαιός άνθρωπος.
Προσέχετε και στη διακονία σας. «Δουλεύσατε τω Κυρίω εν φόβω και αγαλλιάσθε αυτώ εν τρόμω» (Ψαλμ. β΄,11). Και αυτά ακόμα τα αντικείμενα, τα εργαλεία και τα υλικά που δαπανούμε είναι αναθήματα στη μονή και η κακή χρήση τους θεωρείται ιεροσυλία. Θα ακούσουμε, οι απρόσεκτοι, το «επικατάρατοι οι ποιούντες το έργον του Κυρίου αμελώς» (Ιερ. λα΄,10). Πόσο μεγάλη ευθύνη έχουμε για τη σπατάλη, για την οποία δυστυχώς η γενιά μας δεν δείχνει προσοχή. Ο Κύριος μετά το χορτασμό των πεντακισχιλίων διέταξε να μαζέψουν «το περισσεύον των κλασμάτων» (Ματ. ιδ΄, 20), για να μη χαθεί τίποτα. Σε τι θα χρησίμευαν τα μισοφαγωμένα κομμάτια του κριθαρένιου ψωμιού, παρά μόνο για να διδάξει ο Κύριος τη νέα γενιά των χριστιανών, ως υιών του Θεού, ως οικονόμων μυστηρίων πνευματικών, να μην περιφρονούν όσα ο Θεός παρέχει για τη συντήρηση της ζωής; Ο Παύλος τονίζει ότι η «σπαταλώσα, ζώσα τέθνηκε» (Α Τιμ. ε΄,6). Εάν τα υλικά και επίγεια δεν κρατήσετε, λέγει ο Κύριος, πως θα σας μιλήσω για τα επουράνια; Πως και εμείς θα χαρακτηριστούμε πραγματικά πιστοί οικονόμοι «ους ελθών ο Κύριος ευρήσει ούτω ποιούντας» (πρβλ. Λουκ. ιβ΄, 43).
Σ αυτό το θέμα επιμένω, γιατί έχω προσωπική πείρα. Ο οσιώτατος Γέροντας μας δίδασκε, και εμείς βλέπαμε πρακτικά, το μέγεθος της ακρίβειας στην οικονομία των πραγμάτων και των πιο ασήμαντων ακόμη. Μας έλεγε ότι πολλές φορές έβλεπε τον προστάτη μας Αγιο, τον Τίμιο Πρόδρομο, να μας τροφοδοτεί με υλικά αγαθά. Τα έριχνε από τον τοίχο της μάντρας, γιατί ακριβώς, όπως έλεγε στο Γέροντα, του άρεσε η οικονομία με την οποία χειριζόμαστε τη θεία ευλογία.
Και η αγαθή συμπεριφορά πολύ εκτιμάται από τη Χάρη του Θεού, που είναι μαζί αμς. Γι αυτό σας συνιστώ να είστε αγαθοί, γλυκείς, πράοι, ταπεινοί σε όλες τις κινήσεις. Πόσο το εκτιμούν αυτό οι επισκέπτες προσκυνητές, που έχουν «κεκαυτηριασμένην συνείδησιν» (πρβλ. Α Τιμ.δ΄, 2) από τον κυκεώνα του παγκόσμιου αναρχισμού και του αδικώτατου συμφέροντος; Πόσες φορές, και παλαιότερα και πρόσφατα, είδαμε να μεταβάλλει τα θηριώδη ένστικτα μία πράη και αγαπητική έκφραση; «Πάντα ημών εν αγάπη γινέσθω» (Α Κορ. ιστ΄,14), «ανεχόμενοι αλλήλους» (Εφ. δ΄,3), «εν σπλάγχνοις Χριστού» (Φιλ α΄,8) δεν προστάζει ο Κύριός μας;
Τιμιώτατα μέλη του Χριστού και γνήσιοι μαθητές του Λόγου, εμείς είμαστε «το άλας της γης και το φως του κόσμου» (Ματ. ε΄, 13 14), ως συνεχιστές της ιερής παράδοσης. Αν έτσι πιστεύουμε και ενεργούμε, πολύ γρήγορα η Χάρη θα μας πληροφορήσει την απόκτηση της υιικής ταυτότητας, που ο Κύριος χαρίζει σ όσους τον ακολουθούν και τον αντιγράφουν. Τους πληροφορεί, όχι εξ ακοής, αλλά εν αισθήσει ότι «υμείς δε εστε οι διαμεμενηκότες μετ εμού εν τοις πειρασμοίς μου, καγώ διατίθεμαι υμίν καθώς διέθετό μοι ο πατήρ μου βασιλείαν, ίνα εσθίητε και πίνητε επί της τραπέζης μου εν τη βασιλεία μου» (Λουκ. κβ΄,28).
Όσοι αμελούν τα καθήκοντά τους, και καυχώνται για τους εξωτερικούς τύπους που τηρούν, θα ακούσουν: «Ο μη ων μετ εμού κατ εμού εστι και ο μη συνάγων μετ εμού σκορπίζει» (Ματ. ιβ΄,30).
Και οι αγαθές μνήμες των ηρώων της πίστης μας να μη σας εγκαταλείπουν, γιατί ο άνθρωπος ως θύμα της επιρροής πολύ μεταβάλλεται και επηρεάζεται από την εικόνα του καλού και ειδικά των ομοιοπαθών μας οσιώτατων Πατέρων. Αυτοί με αθλητική επιμονή εργάστηκαν τη δικαιοσύνη και πρόσφεραν πάρα πολλά στην τήρηση της ευαγγελικής παράδοσης. Δεν το πέτυχαν μόνοι τους, αλλά με τη Χάρη που είχαν μέσα τους. Η ίδια Χάρη προχείρισε και μας τα ευτελή, «μωρά και εξουθενημένα» (Α Κορ. α΄,27 28) στην ίδια διακονία και αποστολή.

ΚΑΤΗΧΗΣΗ 7η
Το ομολογιακό στοιχείο της μοναχικής ζωής
Αδελφοί και πατέρες, θέλω να σας υπενθυμίσω ότι ολόκληρη η αναστροφή στη στρατευμένη πορεία μας είναι ομολογιακή. Η άρνηση προκάλεσε την πτώση και τη φθορά. Καθήκον μας είναι, αν θέλουμε τη θεραπεία και την ανάπλασή μας, η μόνιμη και σταθερή ομολογία. Και ο Κύριός μας, μας τόνισε με έμφαση ότι μόνον «όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς, όστις δ αν αρνήσηταί με...αρνήσομαι αυτόν» (Ματ. ι΄,32). Ολόκληρη η πεισματική επιμονή των αθλητών της πίστης μας σ αυτό μόνο απέβλεπε, στην ακριβή και πλήρη ομολογία του θείου θελήματος, είτε στη δογματική, είτε στη λατρευτική, είτε στην παραδοσιακή του μορφή. «Στήκετε, και κρατείτε τας παραδόσεις ας εδιδάχθητε είτε δια λόγου είτε δι επιστολής ημών» (Β Θες. β΄,15), ερμηνεύει ο Παύλος.
Κάθε εντολή και παράδοση της πίστης μας, έχει πάντοτε την ίδια αξία και σημασία, γιατί είναι διαταγή του Αγίου Πνεύματος. Την υποχρέωση αυτήν, όλων των λογικών όντων, ερμηνεύοντας ο Δαυΐδ λέει: «Δια τους λόγους των χειλέων σου εγώ εφύλαξα οδούς σκληράς» (Ψαλμ. ιστ΄,4) και συνεχίζει: «Ταύτα πάντα ήλθον εφ ημάς και ουκ επελαθόμεθά σου» (Ψαλμ. μγ΄,18 ), «ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής» (Ψαλμ. μγ΄,23).
Στην εκκλησιαστική μας Ιστορία δεν είναι λίγα τα εκατομμύρια των ομολογητών και μαρτύρων των δογμάτων της πίστης μας. Βρίσκουμε μάρτυρες και ήρωες, που ομολόγησαν και μαρτύρησαν για τα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Αλλους που μαρτύρησαν για τη λατρευτική της παράδοση ή για την απλή μόνο παράδοση. Μάρτυρες ήταν όσοι δεν αρνήθηκαν τον αληθινό Θεό έναντι της ειδωλολατρίας. Μάρτυρες και όσοι μαρτύρησαν για το δόγμα της Αγίας Τριάδας. Μάρτυρες, όσοι μαρτύρησαν για τα θεία μυστήρια, για τις άγιες εικόνες και γενικά για την παράδοση. Μάρτυρες, όσοι μαρτύρησαν για την τήρηση της παραδοσιακής μας δίαιτας και νηστείας, όπως και οι Μακκαβαίοι που τήρησαν το μωσαΐκό νόμο, που απαγόρευε το χοιρινό κρέας και τα φαγητά των ειδωλολατρών.
Υπάρχουν όμως, και οι μάρτυρες και ομολογητές της ακριβούς ασκητικής και αγωνιστικής ζωής. Δεν είναι ομολογία όταν χάριν της ειρήνης, αφήνουμε το θέλημά μας έναντι των αφελών ή όσων επιμένουν πεισματικά; Δεν είναι ομολογία όταν δεν επιμένουμε στη γνώση μας και υποχωρούμε σ όσους δεν γνωρίζουν; Δεν είναι ομολογία όταν είμαστε κουρασμένοι και φορτωμένοι και αναγκαζόμαστε να συνεχίσουμε τον κόπο αγόγγυστα, χάριν της υπακοής, επειδή παρουσιάστηκε μια ανάγκη; Δεν είναι ομολογία όταν παρουσιάζεται απόλαυση ή άνεση ή τιμή και εμείς προτιμούμε τη «στενή και τεθλιμμένη οδό» (Ματ. ζ΄,14) ; Δεν είναι ομολογία όταν μας αδικούν ή μας περιφρονούν οι πολυάριθμοι ράθυμοι και σκανδαλοποιοί και αγόγγυστα υπομένουμε, σαν να πάσχει κάποιος άλλος; Και γενικά όλος ο όρος και νόμος της περιεκτικής φιλοπονίας, που εκούσια περιφέρουμε, τι άλλο είναι παρά το φρόνημα όσων θέλουν να σωθούν, οι οποίοι και «διωχθήσονται»! (Β Τιμ γ΄,12). Σε μας ανήκουν, θεοφιλέστατοι και φιλόπονοι πατέρες και αδελφοί, αυτά τα ομολογιακά στάδια και μακάριος όποιος «φυλάξει ταύτα και συνήσει τα ελέη του Κυρίου» (Ψαλμ. ρστ΄,43).
Απαραίτητη και χρήσιμη εργασία και μέσο για την απόκτηση του θείου ζήλου που μας προάγει στο ομολογιακό στάδιο είναι, κατά τους Πατέρες, το να μην αμελήσουμε την ανάγνωση των θείων Γραφών και των ενάρετων βιωμάτων. Με αυτήν παίρνουμε τα κατάλληλα εφόδια για τους πειρασμούς που εμφανίζονται και για να αντιμετωπίζουμε τις παγίδες, που είναι στρωμένες στον αόρατο πόλεμο.
Η επίμονη ευχή να μη λείπει από το μαχητή των αόρατων και πονηρών δαιμόνων, που με την αιωνόβια πείρα του πολέμου δεν υποχωρούν. Πολύ συμβάλλει η σιωπή του στόματος για να παραμένει η πρόθεση και η ευχή και επιπλέον η αυτογνωσία, που ξεσκεπάζει την ευτέλεια και ανικανότητά μας και έτσι παρατείνεται η υπομονή.
Όταν ο αθλητής ενεργεί αυτόν τον καλόν αγώνα, τον παρενοχλούν η κενοδοξία και η κρίση. Η αυτομεμψία όμως αυτόματα τις αναιρεί και έτσι πλησιάζει η άνεση του ταπεινού φρονήματος.
Και οι μνήμες των διάφορων παθημάτων του Κυρίου καθώς και οι άπειρες ευεργεσίες και χάριτες που ισόβια μας καταξίωσε, πολλή ωφέλεια προκαλούν. «Μη επιλανθάνου πάσας τας ανταποδόσεις αυτού» (Ψαλμ. ρβ΄,2). Κατάλληλος είναι και ο λόγος του Δαυΐδ «Προ του με ταπαινωθήναι, εγώ επλημμέλησα» (Ψαλμ. ριη΄,67).
Τίμιοι εργάτες του νοητού αμπελώνα, ας μη μας επηρεάζει η ακαταστασία του κόσμου. Ας προσκαρτερούμε στην προσευχή και με αντίρρηση να πολεμούμε τις προσβολές του εχθρού. Μην είστε δειλοί στην επίμονη βία του νοητού πολέμου. Η έλλειψη πείρας στον τρόπο της μάχης σας προκαλεί αποθάρρυνση, γιατί νομίζετε ότι ηττηθήκατε. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα
Εάν εμείς προδίδαμε την αρχή και τη θέση μας και αφήναμε το πρόγραμμα, τότε θα είχε αιτία να καυχηθεί ο διάβολος. Ο νεοπροσύλητος στον πνευματικό αγώνα και την πλήρη αυταπάρνηση δεν είναι εύκολο να πετύχει τόσο σύντομα, αφού και απλή τέχνη δεν διδάσκεται γρήγορα.
Στο Θεό είμαστε στρατευμένοι. Αυτός μας προσκάλεσε. Αυτός γνώριζε εκ των προτέρων ποιοι είμαστε. Πως τώρα θα μας εγκαταλείψει και θα μας παραδώσει αβοήθητους στους εχθρού μας; Μόνος του μας ενθαρρύνει. «Ου μη σε ανώ ουδ ου μη σε εγκαταλίπω» (Εβρ. ιγ΄,5), αλλά «ιδού εγώ μεθ υμών ειμι πάσας τας ημέρας» (Ματ. κη΄,20). Πως θα απορριφθούμε, αδελφοί μου, όταν μέρα και νύκτα με αλάλητους στεναγμούς κρούουμε τα σπλάγχνα του και δεν σιωπούν τα χείλη, η γλώσσα και ο νους,. από την επίκληση της δικής του βοήθειας; Εάν υπόσχεται ότι «ος εάν ποτίση ποτήριον ψυχρού μόνον εις όνομα μαθητού ου μη απολέση τον μισθόν αυτού» (Ματ. ι΄,42), θα παραβλέψει εμάς που τον ακολουθούμε και τα αρνούμαστε όλα, ακόμη και την προσωπική μας ζωή, με την ομολογιακή υποταγή;
Πολλές φορές παρατείνονται οι πόλεμοι, ειδικά του θυμικού και επιθυμητικού μέρους, είτε καλλιεργώντας μίσος ή αποστροφή όσων μας προκαλούν πειρασμούς, είτε προβάλλοντας απαγορευμένες επιθυμίες. Και παρά το ότι συνεχώς παρακαλέσαμε αυτοί δεν υποχώρησαν. Αυτό δεν σημαίνει ήττα, ούτε απομάκρυνση της Χάρης και πρόνοιας του Κυρίου μας. Είναι μυστικός τρόπος της Χάρης, που γυμνάζει τους αθλητές στη νόμιμη πάλη. Όπως τα τραύματα του σώματος παρά την ιατρική περίθαλψη δεν θεραπεύονται αμέσως, αλλά χρειάζονται κάποιο χρονικό διάστημα, και πάλι όχι ομοιόμορφο σε όλους, αλλά ανάλογα με τη φύση και την ιδιοσυγκρασία, έτσι και οι πόλεμοι των διάφορων παθών δεν μοιάζουν, παρόλο που ο κάθε αγωνιστής προσπαθεί.
Η πρόθεση υπάρχει και η προσπάθεια , όσο μπορούμε εμείς, γίνεται. Την απαλλαγή και ελευθερία το Πνεύμα το Αγιο την παρέχει. Αν αυτός που πάσχει δεν είναι ικανός να κυβερνήσει την ελευθερία του, ο πάνσοφος ιατρός δεν τη δίνει.
Όλα αυτά που σας υπενθυμίζω δεν είναι γνώμες δικές μου, αλλά των θεοφόρων μας Πατέρων και ως πρεσβύτερος, μεγαλύτερος ανάμεσά σας, σας παρακινώ σε αφυπνισμό και εγρήγορση, γιατί ο καιρός «συνεσταλμένος εστί» και ποιος γνωρίζει τι θα συμβεί αύριο; Αισθάνομαι και το χρέος μου απέναντί σας . Θέλω να ξέρετε ότι δεν αμέλησα, κατά το λόγιο, «ουκ υπεστειλάμην του μη αναγγείλαι υμίν πάσαν την βουλήν του Θεού».
Ας μη νυστάζουμε και αμελούμε, αδελφοί μου, γιατί καθαρά μας αναφέρει η Γραφή ποιοί είναι αυτοί που δεν κληρονομούν τη βασιλεία του Θεού και τις πράξεις των οποίων ντρέπομαι να περιγράψω. Ο ανθρωποκτόνος διάβολος δεν σταματά να πολεμά και δεν τον φοβίζουν, ούτε τα εξωτερικά σχήματα τα οποία φέρουμε, ούτε και οι τύποι τους οποίους χρησιμοποιούμε, αν στην ουσία δεν πολεμούμε τα πάθη και όλα τα συστήματα του «παλαιού ανθρώπου».
Κρατήστε τη χρηστή συμπεριφορά, σαν παιδιά αγαπημένα του Θεού, και «πάσα πικρία και θυμός και οργή και κραυγή (γογγυσμός) αρθήτω αφ υμών συν πάση κακία. Γίνεσθε δε εις αλλήλους χρηστοί, εύσπλαγχνοι, χαριζόμενοι εαυτοίς καθώς και ο Θεός εν Χριστώ εχαρίσατο υμίν» (Εφ. δ΄,31 32).
Εάν με προσοχή και προθυμία ανταποκρινόμαστε στα καθήκοντά μας, τότε αυξάνει μέσα μας ο πόθος και η παρρησία και με ζήλο ευχόμαστε και ψάλλουμε «δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν αυτώ και κλαύσωμεν εναντίον του Κυρίου, του ποιήσαντος ημάς» (Ψαλμ ςδ΄,6). Μπορούμε να μεταβάλουμε τον τόπο της διαμονής μας, όχι σε εργαστήριο υλικών πραγμάτων, αλλά σε δεύτερο θαβώρειο όρος της μεταμόρφωσής μας. Όπως οι κατάλληλοι τεχνίτες με την κατεργασία των πρώτων υλών, ξύλων ή μετάλλων, παράγουν έργα πολυτελή, έτσι και στο πνευματικό εργοστάσιό μας θα δημιουργήσουμε πολυτελείς χαρακτήρες. Θα μεταβάλουμε τα προϊόντα της εφάμαρτης και εμπαθούς ζωής, με την καλή μας προσπάθεια και τη Χάρη του Χριστού μας, σε χαρακτήρες «κατ εικόνα και καθ ομοίωσιν» του πλάστη μας, όπως μας προόρισε η παναγάπη του.
Η διαμονή και δραστηριότητά μας θα αναδείξει τον τόπο μας σε άλλο θαβώρειο όρος, όπου θα καταστραφεί ο παλαιός άνθρωπος και θα «καταποθεί το θνητόν υπό της ζωής» (Β Κορ. ε΄,4). Ο θυμός, το πονηρότατο θηρίο, θα γίνει πραότητα. Η κενοδοξία ταπείνωση, η πονηριά απλότητα. Ω απλότητα, που σε αγκαλιάζει ο Κύριος και σε μακαρίζει! Η ραθυμία θα γίνει δραστηριότητα. Η αντιλογία, ο γογγυσμός, η ιδιορρυθμία, το θέλημα, το πείσμα, η κρίση, και όσα προκαλούν το θάνατο, θα μεταβληθούν από τη Χάρη, με τη δική μας προσφορά, σε ταπείνωση και αγάπη, σε ανάσταση και ζωή.
Όπως σκοπός των στρατιωτών, που παρατάσσονται στη γραμμή του πυρός, είναι να νικήσουν και να κατακτήσουν λάφυρα, έτσι και μεις θέλουμε να πάρουμε τα δικά μας λάφυρα. Και ποια είναι αυτά; Αντί των συντριμμάτων του νόμου της διαστροφής του παλαιού ανθρώπου, που μας κατακυρίευε όταν ζούσαμε «ως άθεοι εν κόσμω» (Εφ. β΄, 12), λόγω της πλάνης του διαβόλου, τώρα με τη Χάρη του Χριστού θα γίνουμε «θυσία ζώσα ευάρεστος τω Θεώ» (Ρωμ. ιβ΄,1). «Η αγάπη ανυπόκριτος, τη φιλαδελφία εις αλλήλους φιλόστοργοι, τη τιμή αλλήλους προηγούμενοι, τω πνεύματι ζέοντες, τω Κυρίω δουλεύοντες, τη ελπίδι χαίροντες, τη θλίψει υπομένοντες, τη προσευχή προσκαρτερούντες, ευλογούντες τους διώκοντας υμάς» (Ρωμ. ιβ΄. 9 14). Να ένα μέρος της εικόνας του «καινού ανθρώπου», όπου συγκεντρώνεται όλη μας η προσπάθεια.
Να είστε προσεκτικοί την ώρα της κρούσης και της πάλης, οπόταν το κατεστημένο του αντιστρατευόμενου νόμου, θέλει να επιβληθεί. Τότε «αντίστητε τω διαβόλω και φεύξεται αφ υμών» (Ιακ. δ΄,7), «ότι μείζων εστίν ο εν υμίν ή ο εν τω κόσμω» (Α Ιω. δ΄, 4). Πολλές φορές θα συμβαίνει, στους φιλόθεους αθλητές, μια απότομη επίθεση, χωρίς λόγο ή από δική μας παράλειψη. Είναι το σύστημα των ληστών, που χωρίς να το περιμένουμε επιτίθενται. Δεν πρέπει να τρομάξει ο αγωνιστής. Να μη μειώσει το θάρρος της αντίστασής του. Με όπλο το θείο όνομα να αναστρέψει και να αφανίσει την πονηρή επιβουλή. Γνωρίζοντας ο μακρόβιος εχθρός ότι με τη διεστραμμένη εικόνα, που χρησιμοποιεί στην επίθεσή του, προκαλεί ταραχή και αποθάρρυνση, ιδιαίτερα στους απλούστερους χαρακτήρες, δεν χάνει ευκαιρία, όταν μάλιστα υποψιάζεται προκοπή.
Να είστε «τω πνεύματι ζέοντες» και αντιδρώντας με παρρησία να αποκρίνεσθε στον Πονηρό: «Υπαγε οπίσω μου απατεώνα, Κύριον τον Θεόν μου προσκυνήσω», του οποίου το όνομα και η Χάρη με περιβάλλει. Η επιμονή της μάχης και του πολέμου, είτε στον κόσμο των πραγμάτων, είτε των νοημάτων να μη μας φοβίζει ή αποθαρρύνει. Εφόσον βρισκόμαστε στην πολύπαθη «κοιλάδα του κλαυθμώνος» (Ψλαμ. πγ΄,6), δεν απαλλασόμαστε από την επιβουλή και επίθεση του Πονηρού, που προσπαθεί να μας αποτρέψει από την υποταγή στο θείο θέλημα και να μας στερήσει τις θείες επαγγελίες, τις οποίες ο Κύριος πατρικά χαρίζει σε όσους τον ακολουθούν. Επειδή όμως βρισκόμαστε στο «γίγνεσθαι», όπως οι μαθητές στο σχολείο τους, και επειδή δεν έχουμε τελειοποιηθεί ακόμη, κάνουμε λάθη. Τα λάθη αυτά δεν σημαίνουν, ούτε ήττα, ούτε προδοσία ή υποχώρηση. Προσδοκούμε με τη Χάρη του Χριστού μας «ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος», που ο Κύριος ετοίμασε σε όσους υπομένουν μέχρι τέλους.

ΚΑΤΗΧΗΣΗ 8η
«Σχολάσατε και γνώτε»
Αδελφοί και πατέρες, στο πνευματικό σχολείο που φοιτούμε, παρατείνεται η διάρκεια των μαθημάτων, μέχρι να πάρουμε το πτυχίο μας. Και εμείς οφείλουμε ακούραστα να εμμένουμε και να μελετούμε τα στοιχεία, που μας είναι απαραίτητα για να φτάσουμε στο στόχο μας και να επιτύχουμε το σκοπό μας. Να, λοιπόν, μια καλή αρχή και μελέτη που είναι αναγκαία. «Σχολάσατε και γνώτε, ότι εγώ ειμι ο Θεός» (Ψαλμ. με΄,10). Ακριβώς αυτόν το Θεό εμείς αναζητούμε και γυρω απ αυτόν στρέφεται όλο το ενδιαφέρον μας. Η αρχή όμως της γνώσης, η μάλλον της επιτυχίας και κατάκτησης, έχει ως βάση το «σχολάσατε». Τι σημαίνει το «σχολάσατε», παρά μόνο την αποκοπή και τον αποχωρισμό από κάθε άλλη σχέση ή μέριμνα και την ολοκληρωτική αφιέρωση και αποκλειστική σπουδή και φροντίδα του κέντρου του στόχου μας; Δυο ειδών ασχολίες επιβάλλονται ταυτόχρονα για την πληρέστερη κατάκτηση του στόχου μας. Η μία είναι η ολοκληρωτική αμεριμνία από τα πράγματα και τις ιδέες αυτού του κόσμου. Η άλλη είναι η αξιολόγηση της αμοιβής, η οποία αναμένει αυτούς που είναι ολοκληρωτικά αφοσιωμένοι σ αυτό το σκοπό. Το βραβείο αυτής της εργασίας είναι δύσκολο να εκφραστεί, γιατί δεν πρόκειται για αξίες, δωρεές η κληρονομιές τόπων και χώρων, αλλά για την υιοθεσία του Θεού, που είναι ο μοναδικός Πατέρας μας. «Έσομαι υμίν εις πατέρα, και υμείς έσεσθέ μοι εις υιούς και θυγατέρας, λέγει Κύριος παντοκράτωρ» (Β Κορ. στ΄, 18).
Ο ρύπος με τον οποίο η αμαρτωλότητα μόλυνε την καρδιά, και χρονικά και ποσοτικά, είναι πραγματικά πολύς και χρειάζεται ανάλογη φωτιά για να τον καθαρίσει, δηλαδή δάκρυ με ζήλο, μετάνοια και γενικά φιλοπονία.
Αυτά, ως απαραίτητα καθαρτικά μέσα, γίνονται ή με εκούσιους πόνους και συντριβή, που δεν διακόπτονται από την ομιχλώδη ραθυμία και αμέλεια, ή με ακούσιες επιφορές, που η πανσωστική πρόνοια του σωτήρα μας επινοεί, για να μη στερηθούμε την πατρική του ευλογία για τη σωτηρία μας.
Δεν είναι όμως, αδελφοί μου, τα εκούσια ελαφρότερα και ευκολώτερα, αφού ελέγχονται από τη δική μας δύναμη και θέληση, παρά τα ακούσια, που είναι άγνωστης χρονικής διάρκειας και τόπου και ποιότητας;
Παραχαράζουν τη μετάνοια και εμπαίζονται από τα πράγματα και αποτελέσματα, όσοι δεν εφαρμόζουν σωστά και όπως πρέπει την πρακτική υποταγή. Δεν δέχονται τις υποδείξεις και οδηγίες των γερόντων και πνευματικών διδασκάλων, αλλά ξαναζωντανεύουν την κατάρα του αναρχισμού και της ιδιορρυθμίας, της οποίας αποτέλεσμα είναι ο σκοτισμός και η αιχμαλωσία. Γίνονται κατά τη Γραφή «ενώπιον εαυτών επιστήμονες» (Ησ. ε΄, 21).
Στα σχέδια της περιεκτικής πρόνοιάς του, ο παντεπόπτης Θεός, δεν δίνει τη δωρεά της σωτηρίας αβασάνιστα και χωρίς δοκιμή. Γι αυτό αφήνει το καμίνι των πειρασμών και συστέλλει τη βοήθεια της Χάρης του. Εγκαταλείπεται η ψυχή στη ζάλη των πειρασμών και στους λογισμούς, υπό την επήρεια των πονηρών δαιμόνων, για να δείξει σε τι ακριβώς κλίνει η ροπή της και τι προτιμά. Το Θεό Πατέρα και ποιητή ή τον κόσμο αυτόν και το « λείον» (εύκολο) της ηδονής;
Τότε, ή τη Χάρη του διπλασιάζει στους νόμιμους αθλητές, ή τους παραδίδει στους ακούσιους πειρασμους και τις συμβατικές συμφορές, για να γνωρίσουν εκ πείρας τη δική τους ευτέλεια και ότι, κατά το λόγο του, «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιω. ιε΄, 5).
Υπάρχει και μια άλλη αιτία, που προκαλεί συνήθως ταραχή στους αγωνιζόμενους για τη σωτηρία τους. Αξίζει να σχολιαστεί προσεκτικά, για να αποφεύγεται η αποθάρρυνση και η δειλία, ιδιαίτερα στους νέους.
Όταν οι ειρηνικοί λογισμοί του αγωνιζόμενου θολώσουν από τη σατανική κακότητα, τότε αρχίζουν τα πύρινα βέλη της επιθυμίας να ταράζουν το νου. Τότε ο νους συγχύζεται από την απρεπή ταραχή, που προκαλούν οι εμπαθείς λογισμοί, και χάνει την ισορροπία της ειρηνικής του κατάστασης. Η σύγχυση αρχίζει με την επιδρομή των « υιών της Βαβυλώνος», που είναι όλα μαζί τα άθεσμα και σαρκικά και άθεα και θυμώδη και ράθυμα. Αυτά όλα μαστίζουν τον αγωνιστή. Αν η θεία παναγαθότητα δεν συντόμευε τις συμφορές «ουκ αν εσώθη πάσα σαρξ» (Ματ. κδ΄, 22).
Αυτό όμως να μην τρομάζει τους αθλητές της ζωής και να νομίζουν ότι είναι κάτι μόνιμο η έγινε λόγω της αμέλειάς τους. Είναι « γυμνασία» της περιεκτικής πρόνοιας, για να αποκτήσουν πείρα του νοητού πολέμου, όσοι θέλουν και άγωνίζονται. Ανάλογα με την αρρώστια που επικρατεί, λόγω των παθών και των συνηθειών, και την εσωτερική κατάσταση της σήψης που προκαλεί η αμαρτία, επιτρέπεται από το Θεό η συμφορά των πειρασμών. Έτσι το πικρό ποτήρι των θείων κριμάτων μας προσφέρεται δριμύτερο ή συμπαθέστερο.
Εάν, κατά κάποιο τρόπο, η ύλη της αμαρτίας, από λογισμούς φιλήδονους η φιλόζωους, που υπάρχει μέσα μας, είναι ιάσιμη και ευκολοθεράπευτη, τότε το ποτήρι των πειρασμών είναι συγκερασμένο με συμπάθεια από το δεσπότη και Κύριό μας. Εάν όμως, η ύλη της αμαρτίας είναι δυσκολοθεράπευτη, λόγω της κατάρας του εγωισμού και της υπερηφάνειας, και η πληγή που προκαλεί τη σήψη σε βάθος κρυμμένη, τότε το ποτήρι των συμφορών είναι δριμύτατο και σκληρό. Αυτό γίνεται για να γνωρίσει σε έκταση τη φτώχεια και τη γύμνωσή του, αυτός που πλανήθηκε, και να πλησιάσει την ταπείνωση και τον κλαυθμό, απ όπου θά ανατείλει η ανάσταση. Ο ωφελιμώτερος τρόπος αληθινής μετάνοιας και ο καλύτερος τρόπος να αποφεύγει ο άνθρωπος τους συνεχείς πειρασμούς και να γνωρίσει τη δική του ασθένεια και αδυναμία είναι το να αποφεύγει το καταραμένο «δικαίωμα».
Αλλο σωτήριο μέσο είναι η εγκράτεια. Σ αυτήν ανήκει η αποφυγή κάθε άνεσης και παρηγοριάς απ όπου και αν προέρχεται. Στη φιλοπονία ανήκει η αποφυγή κάθε τιμής και κάθε ανάπαυσης. Σκοπός της αληθινής μετάνοιας είναι το να είμαστε ταπεινοί, κατηφείς, ξένοι ως προς την κοσμική ζωή και σκέψη και. μιμητές των παθημάτων του Κυρίου. Ο Κύριος ήταν πράος και «ταπεινός τη καρδία», και όχι στο σχήμα, και με πραότητα και ταπείνωση καρδιάς αρέσκεται να τρέχουμε το δρόμο του, και δικαίως, εφόσον «πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν σνντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει» (Ψαλμ. ν΄, 17).
Αλλο είναι η ταπεινολογία, άλλο η ταπείνωση και άλλο η ταπεινοφροσύνη. Την ταπεινολογία και ταπείνωση με διάφορες κακοπάθειες και με τους εξωτερικούς κόπους της αρετής την κατορθώνουν οι αγωνιζόμενοι. Κατορθώνεται με τη λεγόμενη «πρακτική», με τις σωματικές εργασίες και τα γυμνάσματα. Γι αυτό, όταν γίνει κάποιος πειρασμός, εύκολα διαταράζεται.
Η ταπεινοφροσύνη όμως, είναι θείο πράγμα και πολύ ψηλό δώρο. Με τη θεία Χάρη, με την ενέργεια του Παρακλήτου Πνεύματος χαρίζεται σ όσους με ολοκληρωμένη αυταπάρνηση και φιλοπονία « ενέκρωσαν τα μέλη τα επί της γης» (Κολ. γ΄, 5), τα σωματικά και τα διανοητικά. « Καθ όσσν επέχουσιν ανατολαί από δυσμών», τόσο απέχει η ταπεινολογία από την πραγματική ταπείνωση.
Κατά τη Γραφή «ο καρπός του Πνεύματος έστιν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια» (Γαλ. ε΄, 22). Του πονηρού πνεύματος είναι μίσος, αθυμία κοσμική, ακαταστασία ψυχής, ταραχή καρδιάς, πονηριά, περίεργο φρόνημα, αμέλεια, οργή, απιστία, φθόνος, λοιδωρία, κατάκριση, επιθυμία και ακράτεια οφθαλμών και τόσα άλλα που και μόνο η περιγραφή τους προκαλεί ντροπή. Εξάλλου, «εκ γαρ του καρπού το δένδρον γινώσκεται» (Ματ. ιβ΄, 33) και οι συστάσεις γι αυτό είναι περιττές.
Ο Κύριός μας, μόνος του χαρακτηρίζει τις πράξεις και τα αποτελέσματά τους. «Ο αγαθός άνθρωπος εκ του αγαθού θησαυρού εκβάλλει αγαθά, και ο πονηρός άνθρωπος εκ του πονηρού θησαυρού εκβάλλει πονηρά» (Ματ. ιβ΄, 35).
Το πνευματικό φως της Χάρης που παρηγορεί την ψυχή του αγωνιστή, ορίζουν οι Πατέρες, ότι υποχωρεί και μας εγκαταλείπει, λόγω της ακηδίας, ραθυμίας, αμέλειας και αδιαφορίας. Αυτό γίνεται είτε λόγω πολυλογίας, είτε λόγω ακαταστασίας της δίαιτάς μας. Η ακράτεια της πολυλογίας και τα απρόσεκτα μάτια σβήνουν την παρουσία και τη θέρμη του Πνεύματος και τότε επικρατεί το σκοτάδι και η απόγνωση. Τότε επιτίθενται «πάντα τα θηρία τον αγρού και σκύμνοι ωρυόμενοι» και επικρατούν στην ταλαίπωρη καρδιά, αναζητώντας φαγητό εμπάθειας και έτσι αρπάζονν όσα καλά μαζεύτηκαν προηγουμένως από τη Χάρη, λόγω της εργασίας και του κόπου που καταβάλαμε. Μόνο αν η φίλη εγκράτεια και η προσευχή επικρατήσονν, επαναφέρούν την ίαση και την ισορροπία.
Όποιος δεν υποτάχτηκε σε πνευματικό πατέρα, μιμούμενος τον Υιό του Θεού, που υποτάχτηκε μέχρι το σταυρικό θάνατο στον Πατέρα του, δεν γεννήθηκε «άνωθεν» (Ιω. γ΄, 3), όπως ερμηνεύει ο Χριστός στο Νικόδημο. Αφού, λοιπόν, δεν έγινε κάποιος υιός αγαπητός αγαθού πατέρα, πως θα γίνει και ο ίδιος, όταν η ανάγκη το καλέσει, πατέρας και οδηγός άλλων προς σωτηρία;
Είναι πολύ κακό πράγμα η απιστία. Είναι γέννημα του φθόνου και της φιλαργυρίας. Και αν αυτή η απιστία είναι τόσο κακό, πόσο κακά θά είναι αυτά που τη γεννούν; Δίκαια της δόθηκε και δεύτερο όνομα, το όνομα της ειδωλολατρίας. Ας προτάξουμε και εμείς το αντίστοιχο όπλο, που καθαιρεί την ολική αυτή διαστροφή. Ας προτάξουμε την ακτημοσύνη, τη φτώχεια, την ευτέλεια και, υπεράνω όλων, την εγκράτεια, η οποία απωθεί την κοιλιοδουλεία, και τότε θά νικήσουμε με τη Χάρη τον Χριστού.
Στον αγώνα μας θα προβάλλουμε συνεχώς τα κατάλληλα αμυντικά μας όπλα, εφόσον ο βύθιος εχθρός μας ανύστακτα προτείνει όσα εμποδίζουν τη δική μας σωτηρία. «Όλην την ημέραν παρετάσσοντο πολέμους» (Ψαλμ. ρλθ΄, 2) και πράγματι είναι «πολλοί οι πολεμούντες από ύψους» (Ψαλμ. μέ, 2).
Όπως αποκαλύφθηκε στον κορυφαίο μας Πατέρα Αντώνιο, μόνη της η ταπείνωση, ανατρέπει όλα τα όπλα του εχθρού. Ο νους απορρίπτει τις παράλογες και επίμονες προσβολές των αισχρών λογισμών, όταν η ταπείνωση ενωμένη με την υπακοή, με την άοκνη προσευχή, με την προθυμία στα έργα της διακονίας, με τη χωρίς αντιλογία ευπείθεια, με την αγόγγυστη ευκινησία και με την προθυμία, συνδυαστεί με νήφουσα διάνοια.
Πρέπει να γίνεται τακτικά και χωρίς συστολή και ντροπή η εξαγόρευση των λογισμών στους πνευματικούς μας πατέρες. Η συγκράτηση της πολυλογίας και της αναίσθητης παρρησίας, με την οποία αποσύρονται η θέρμη του ζήλου και ο φωτισμός της Χάρης, είναι απαραίτητη.
Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης με πολλή λεπτομέρεια αναφέρει και αριθμεί τις διακονίες και τα καθήκοντα όλης της αδελφότητας, προκαλώντας όλους τους αδελφούς σε νήψη και σε εγρήγορση. Και εμείς αφιερωμένοι στο Χριστό, το Θεό μας, δεν ανήκουμε στον εαυτό μας και άρα θεωρείται ιεροσυλία κάθε αμέλεια ή σπατάλη, που γίνεται από μας. Και όσα ανήκουν στή μονή ή τους ναούς, αναθήματα θεωρούνται και όποιος τα περιφρονεί θα θεωρηθεί όπως ο πονηρός δούλος του ευαγγελίου και θα επισύρει το επιτίμιο που αναφέρει η Γραφή, «επικατάρατος ο ποιών το έργον του Κυρίου αμελώς» (Ιερ. λά, 10).
Θέλω να υπενθυμίσω και το εξής για τα παράπονα που διατυπώνονται για μερικούς άτακτους και απρόσεκτους, που προκαλουν συνεχώς αφορμές ταραχών και επικρίσεων. Δεν μοιάζουμε όλοι οι άνθρωποι στο χαρακτήρα και την πρόθεση, αν και στη φύση και μορφή είμαστε ίδιοι. Αν τα παιδιά μιας μητέρας πολλές φορές δεν ταιριάζουν, πως θα μοιάζουν τα μέλη μιας πολυπληθούς αδελφότητας; Υπάρχουν πολλές φορές μειονεκτήματα στους ανθρώπινους χαρακτήρες, είτε εκ φύσεως, λόγω κληρονομικότητας, είτε επίκτητα, λόγω λανθασμένης ζωής και επιρροής του περιβάλοντος. Πρέπει όμως όλοι να μπούμε στη βασιλεία του Κυρίου μας, αφού μας κάλεσε. Η ασυμφωνία και η ανωμαλία, που αναφέραμε, μόνο με την αλληλεγγύη θα συμβιβαστεί. «Αλλήλων τα βάρη βαστάζετε» (Γαλ. στ΄, 2), λέγει ο Παύλος. «Πάντα υμών εν αγάπη γινέσθω» (Α Κορ. ιστ΄, 14). Το σπουδαιότερο όμως είναι ότι « υμείς οι δυνατοί τα ασθενήματα των αδυνάτων» (Ρωμ. ιε, 1) οφείλετε να βαστάζετε και « τω πλησίον αρέσκετω εις αγαθόν» (Ρωμ. ιε΄,2) ο καθένας και έτσι αναπληρώνεται ο νόμος του Χριστού.



Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |