ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Οι ενδοιασμοί του Μητροπολίτη

Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2017

Οι ενδοιασμοί του Μητροπολίτη



Από το συγγραφικό έργο του Μητροπολίτου
"Η ζωή εκ τάφων"-Μαρτύριο των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου,
Ειρήνης και των συν αυτοίς μαρτυρησάντων
Οι ενδοιασμοί του Μητροπολίτη

Η εύρεση της σιαγόνας του αγίου Ραφαήλ ήταν η πρώτη από το πλήθος των θαυμαστών ευρέσεων που επακολούθησαν. Προς το παρόν αποτελούσε σοβαρό αποδεικτικό στοιχείο γιά τη γνησιότητα του ιστορικού των Αγίων που τότε είχε αρχίσει να αποκαλύπτεται. Μετά απ’ αυτό το γεγονός, αποφάσισαν να ξαναεπισκεφθούν τη Μητρόπολη, γιά να βρουν τον ίδιο τον Μητροπολίτη Μυτιλήνης και να του αναφέρουν γιά την ανεύρεση των λειψάνων και τις εμφανίσεις του Αγίου. Πήγαν λοιπόν οι Επίτροποι της Εκκλησίας με τον Άγγελο Ράλλη, αλλά επειδή δεν είχαν οι ίδιοι προσωπική εμπειρία, δεν κατόρθωσαν να γίνουν πιστευτοί. Όταν γύρισαν, είπε ο Ράλλης στη Μαρία Τσολάκη "Εσύ τον είδες πρώτη, εσύ να πας να τα πεις στο Δεσπότη".

Με τα πολλά εκείνη δέχθηκε και μαζί με την πεθερά του Ράλλη, την Αγγελική Μαραγκού, πήγαν στον Μητροπολίτη. Ο Μητροπολίτης, αφού άκουσε όλα όσα του διηγήθηκε η Μαρία Τσολάκη γιά τα θαύματα και τις εμφανίσεις του αγίου Ραφαήλ, της είπε "Είναι τόσο παράδοξα αυτά που μου λέτε, ώστε δεν μπορώ να τα πιστέψω, θέλω χειροπιαστές αποδείξεις!". "Και τι είναι, Σεβασμιώτατε, ο Άγιος, γιά να τον πιάσω από το χέρι και να τον φέρω εδώ να τον δείτε; Εμφανίζεται γιά λίγο κι ύστερα χάνεται" του αποκρίθηκε με πρωτόγνωρο θάρρος. Τη στιγμή εκείνη της ήρθε στο νου και του διηγήθηκε ένα όνειρο που το είχε δει τρεις φορές τρία διαφορετικά βράδυα πριν λίγο καιρό.


"Σαν να βρισκόμουν στις Καρυές. Βλέπω τον άγιο Ραφαήλ με επανωκαλύμμαυχο έξω από το Εκκλησάκι. Του έβαλα μετάνοια και φίλησα το χέρι του. "Δεν ήρθα εδώ μόνος μου, μου είπε. Ήρθα με το διάκονο Νικόλαο, που μαρτύρησε μαζί μου. Το μνημείο του είναι στο αριστερό προαύλιο της αρχαίας Εκκλησίας, τρία μέτρα αριστερά. Όταν το βρείτε, δεν θα πειράξετε τις πλάκες που έχει επάνω. Ν’ ανεβή αμέσως ο ιερεύς. Εκείνο το βράδυ θα αγρυπνήσετε κοντά του".

Την ίδια στιγμή μου έδειξε που βρίσκεται το μνημείο. Είναι στη βάση μιας ξερολιθιάς. Έκανε τότε τρεις σταυρούς αποπάνω με το χέρι του, λέγοντας "Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος". Άνοιξε η γη, και είδα πως ακριβώς είναι το μνημείο. Σκεπασμένο με μαύρες μισοκαμένες πλάκες, κόκκινες πλάκες στα πλάγια, δύο πέτρες δεξιά κι αριστερά να βαστούν το κρανίο, άλλη πέτρα κάτω από το κεφάλι, στο στόμα ένα κεραμίδι με δύο σταυρούς και τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος.

"Λίγο πιο πέρα είδα μια μαυροφόρα που έκλαιγε και μου είπε "Περπατάς, με πατάς και δεν σκύβεις να με πάρεις”».

Όση ώρα τα έλεγε αυτά, ο Δεσπότης τα έγραφε όλα. Στο τέλος την έβαλε και τα υπέγραψε. "Άν πραγματικά, της είπε, ευρεθούν έτσι όπως μου τα είπατε, τότε μόνον θα πιστεύσω ότι όλα είναι αλήθεια".

Όταν γύρισαν στο χωριό και τα διηγήθηκαν, εκνευρισμένος ο άντρας της έβαλε τις φωνές· "Καλά, εσύ στα βαφτίσια τους ήσουν και έβγαλες τον ένα Ραφαήλ και τον άλλο Νικόλαο;". Κι ο Άγγελος Ράλλης της είπε "Εδώ εμείς δεν σιγουρέψαμε ακόμη τον ένα Άγιο, κι εσύ μίλησες και γιά άλλον; Αν δεν βρεθή ο τάφος, τι θα γίνει με τον Δεσπότη; Δεν είναι, μετά, να εμφανισθούμε πουθενά". “Ε, αν δεν βρεθούν, Άγγελε, έτσι ακριβώς όπως τα είπα στον Δεσπότη, τότε θα πούμε πως όλα όσα είδαμε μέχρι τώρα είναι ψέματα".


Καμένα παιδικά οστά (η εύρεση του πιθαριού με οστά της Αγίας Ειρήνης)

Εκείνο τον καιρό, μια άλλη θερμιώτισσα, η Βιργινία Αδάμ, είχε δει στον ύπνο της ότι αριστερά από το Εκκλησάκι, δυό-τρία μέτρα όμως ανατολικότερα από εκεί που έδειχνε η Μαρία Τσολάκη, υπάρχουν μαυρισμένα οστά· μιά άγνωστη γυναίκα της εξήγησε ότι αυτά τα οστά ανήκουν σε μάρτυρα. Το πρωί διηγήθηκε το όνειρο της στον π. Ευθύμιο, στον Άγγελο Ράλλη, στο Δούκα Τσολάκη και σε μερικούς άλλους Θερμιώτες.

Ο Δούκας, πιστεύοντας ότι στο σημείο που είχε δει η γυναίκα του ήταν απίθανο να είχαν θάψει νεκρό, αφού το έδαφος ήταν επικλινές και βραχώδες, αποφάσισε να σκάψει εκεί που έδειξε η Βιργινία Αδάμ, γιατί το χώμα ήταν μαλακό και χωρίς πέτρες. Άρχισε το σκάψιμο και σε μικρό βάθος ήρθαν στο φως μερικά οικιακά σκεύη αρχαίας εποχής, όλα πήλινα, σπασμένα φλυτζάνια, σπασμένες κούπες με ζωγραφισμένους σταυρούς και διάφορα άλλα σχέδια, κρύσταλλα από πολυέλαιο, ένδειξη ότι ήταν αντικείμενα μοναστηριού. Συνεχίζοντας το σκάψιμο, βρήκε τρία μεγάλα πιθάρια.



Το μεγαλύτερο από αυτά ήταν μέσα μαυρισμένο από φωτιά και στον πυθμένα του υπήρχε μια μεγάλη πέτρα μαυρισμένη και καμένη. Κάτω από την πέτρα βρέθηκαν λίγα παιδικά οστά μισοκαμένα: ένα χεράκι, ένα ποδαράκι, δυό-τρία δαχτυλάκια, καρβουνιασμένα πλευρά και μία ωμοπλάτη. Την έκπληξη τους διαδέχθηκε η απογοήτευση· έσκαβαν γιά τον τάφο του διακόνου Νικολάου και αντί γι’ αυτόν βρήκαν ένα πιθάρι με καψαλισμένα παιδικά οστά.

"Να δούμε τώρα, πως θα τα βγάλεις πέρα με τον Δεσπότη, θυμάσαι τι του είπες; Τα υπέγραψες κιόλας" είπε ο Άγγελος Ράλλης στενοχωρημένος στη Μαρία Τσολάκη. "Καί μη χειρότερα, του αποκρίθηκε απογοητευμένη κι εκείνη. Μνημείο γυρεύαμε και κιούπι βρήκαμε. Τέλος πάντων, εδώ επάνω άλλους έσφαξαν, άλλους έκαναν ψητούς και άλλους κρομμυδάτους!" Λέγοντας τα αυτά γέλασε με απλότητα, γέλασαν και οι άλλοι μαζί της. "Εγώ πάντως επιμένω στο σημείο που μου έδειξε κι όχι εκεί που σκάψατε εσείς", συνέχισε.

Την ίδια νύχτα παρουσιάσθηκε στον ύπνο της ο άγιος Ραφαήλ θυμωμένος, την έπιασε από τον ώμο, την τράνταξε με δύναμη και της είπε με πολύ αυστηρό ύφος: "Γιατί περιγέλασες τα οστά που βρέθηκαν στο πιθάρι; Δε φθάνει μόνο αυτό, αλλά εξαιτίας σου γέλασαν και οι άλλοι. Αν ήξερες τι θρήνος έγινε μέσα σ’ αυτό το κιούπι, θα ράγιζε η καρδιά σου! Εκεί μέσα οι αγριότουρκοι βασάνισαν τη Ρηνούλα, το κοριτσάκι του προεστού, με τον πιό βάρβαρο τρόπο μπροστά στους γονείς του, και συ τώρα που βρέθηκαν τα κοκκαλάκια του γέλασες; Όταν οι Χριστιανοί μας έθαψαν νύχτα, έθαψαν και την Ρηνούλα κοντά στον πατέρα της. Αυτά τα κοκκαλάκια ξεχάστηκαν μέσα στο πιθάρι, γιατί τα σκέπαζε η πέτρα που έπεσε από τον γκρεμισμένο τοίχο. Ήταν το δεξί χέρι και το αριστερό πόδι που της έκοψαν οι Τούρκοι".

Ταυτόχρονα της έδειξε την αναπαράσταση αυτού του φρικτού μαρτυρίου. Η Μαρία πετάχθηκε από τον ύπνο τρομαγμένη και έβαλε τα κλάματα. Ο ώμος της, αλλά και το χέρι της ολόκληρο ήταν πιασμένο γιά πολλές μέρες.

Τα λιγοστά οστά της μάρτυρος Ειρήνης τα τοποθέτησαν σ’ ένα ξύλινο κιβώτιο και τα φύλαξαν μέσα στο Εκκλησάκι.



Περίοδος αναβολής και δοκιμασίας

Ήταν Ιούνιος του 1960. Παρ’ όλους τους δισταγμούς και τις αμφιβολίες, αποφάσισαν να ξανασκάψουν, μιάς και όλα τα ενύπνια μέχρι τότε συμφωνούσαν ως προς το ακριβές σημείο του τάφου. Ανέθεσαν το σκάψιμο στο Δούκα Τσολάκη. Εκείνος όμως συνέχιζε να αμφιβάλλει γιά το υποδεικνυόμενο σημείο. Έσκαψε λίγο και, διαπιστώνοντας ότι το έδαφος εκεί ήταν πετρωμένο, σταμάτησε. "Καλά σας το 'λεγα εγώ ότι δεν μπορεί να υπάρχει τάφος" είπε με σιγουριά πλέον. Κατέβηκαν λοιπόν απογοητευμένοι στο χωριό και στεναχωρημένοι, επειδή θα άρχιζαν πάλι να τους ειρωνεύονται. Πραγματικά, έβλεπαν στην αγορά τον Ράλλη μαζί με τον Τσολάκη και έλεγαν: "Να ο ηγούμενος με τον διάκονο".

Τη νύχτα η Μαρία Τσολάκη είδε στον ύπνο της ότι βρέθηκε στις Καρυές και, λίγο πιο πέρα από το σημείο όπου είχε σκάψει ο άντρας της, πάνω στο μονοπάτι, καθόταν η μαυροφορεμένη γερόντισσα που είχε ξαναδεί και σιγόκλαιγε. "Γιατί, θεία, κλαις; Μήπως έχασες το δρόμο;" την ρώτησε η Μαρία. "Όχι, κόρη μου, δεν έχασα το δρόμο. Κλαίω, γιατί ο άντρας σου σκάλισε λίγο μόνο το χώμα και σταμάτησε χωρίς να σκάψει. Περνάτε και με πατάτε. Σκάψετε να με βγάλετε".

Το ίδιο βράδυ η Βασιλική Ράλλη σε όνειρο της βρέθηκε σ’ ένα δρόμο κοντά στη Μητρόπολη Μυτιλήνης και είδε τον άγιο Ραφαήλ αυστηρό να της φωνάζει "Βασιλική, Βασιλική, γιατί δεν συνεχίσατε το σκάψιμο γιά το μνημείο του αγίου Νικολάου;". Αυτή προσπάθησε να δικαιολογηθή, αλλά ο Άγιος την διέκοψε απότομα. "Εμένα δεν μπορείς να με ξεγελάσεις. Να σκάψετε εξάπαντος. Δεν καταλαβαίνετε ότι η Μητρόπολη και όλος ο κόσμος αυτό το μνημείο περιμένουν γιά να πιστέψουν; Μην απογοητευθήτε. Τρία στρώματα χώμα θα βγάλετε και μετά θα βρεθή ο τάφος".

Αποφάσισαν να ξανασκάψουν στις 13 Ιουνίου. Οι εργάτες που θα έσκαβαν ήταν ο Δούκας Τσολάκης και ο Νίκος Ποδάρας. Ο Άγγελος Ράλλης φοβούμενος τα σχόλια των απίστων, σε περίπτωση που δεν θα βρισκόταν το μνημείο, σκέφθηκε να φύγει εκείνη τη μέρα. "Βασιλική, είπε στη γυναίκα του, αύριο θα πάω στο χωριό μου. Σκάψετε εσείς γιά τον τάφο". Την άλλη μέρα πρωί πρωί έφυγε γιά το χωριό που γεννήθηκε, την Πέτρα της Λέσβου. Αλλά και ο Τσολάκης την παραμονή της ανασκαφής αποφάσισε να μην ανεβή να σκάψει. "Μαρία, μπορεί ο τάφος να υπάρχει, αλλά όχι σε κείνο το σημείο. Εγώ δεν ανεβαίνω να σκάψω, θα κάνω τον άρρωστο. Ας σκάψει μόνο ο Ποδάρας η ας βρουν άλλον εργάτη".

Η γυναίκα του όμως δεν απογοητεύθηκε. "Όλη τη νύχτα προσευχόταν με δάκρυα και θερμή πίστη στο Θεό και Τον παρακαλούσε να φωτίσει τον άντρα της. Καθώς κοιμόταν ο Δούκας, κατά τα μεσάνυχτα, είχε μιάν απροσδόκητη και συγκλονιστική εμπειρία. Χωρίς ο ίδιος να καταλάβει πως, σαν να ήταν μέρα και ανέβαινε στις Καρυές. Στο σημείο που έλεγαν ότι υπήρχε ο τάφος, στο πλάι, κάτω από μιά ελιά βλέπει να κάθεται ένας μικρόσωμος μοναχός με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος. Μπροστά του υπήρχε μαρμάρινο μνημείο με Σταυρό και πάνω στο Σταυρό ακάνθινος στέφανος. Μόλις ο Δούκας τον πρόσεξε, ο μοναχός του μίλησε "Δούκα, είμαι ο διάκονος Νικόλαος. Γιατί αμφιβάλλεις ότι εδώ υπάρχει ο τάφος μου; Ξέχασες τι έπαθες από τον άγιο Ραφαήλ; Χειρότερα θα πάθεις από μένα". Σήκωσε τότε το δεξί χέρι και σχημάτισε το σημείο του Σταυρού πάνω από το μνημείο. "Εδώ να σκάψετε γιά να με βρείτε" πρόσθεσε.

Ο Δούκας ξύπνησε αναστατωμένος. Χίλιες σκέψεις στριφογυρνούσαν στο μυαλό του. Όταν τον ξαναπήρε ο ύπνος, άκουσε και ο ίδιος και η γυναίκα του μια φωνή απέξω που τον καλούσε "Δούκα... Δούκα... Δούκα..., αυτό που σου είπα μην το ξεχάσεις!". Σηκώθηκε, βγήκε έξω, έκανε ένα γύρο, αλλά πουθενά δεν υπήρχε ψυχή στα έρημα καλντερίμια της Θερμής. Έπεσε ξανά στο κρεβάτι, αλλά δεν πρόλαβε να ξανακοιμηθή· ξαφνικά αισθάνθηκε το σπίτι του να ταρακουνιέται συθέμελα, σαν να γινόταν σεισμός. Ήταν τρεις με τέσσερις τα χαράματα· σηκώθηκε και είπε στη γυναίκα του "Φεύγω γιά τις Καρυές, θα σκάβω συνέχεια μέχρι να βρω νερό..." Εκείνη δεν έβρισκε λόγια να ευχαριστήσει τον Θεό, που μ’ αυτόν τον θαυμαστό τρόπο διέλυσε κάθε αμφιβολία του άντρα της τόσο γιά το μέρος που ήταν θαμμένος ο άγιος Νικόλαος, όσο και γιά τα ονόματα των δύο Αγίων, που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν τα πίστευε.

Το ίδιο βράδυ η μητέρα της Μαρίας Τσολάκη, η Ελένη Καραδημητράκη, είδε στον ύπνο της τον θείο της Βασιλικής Ράλλη, που είχε πεθάνει πριν από χρόνια. "Ξημερώνοντας, θα ρθει η κόρη σου να σου πει ότι ανεβαίνει στις Καρυές, θα σκάψουν και θα βρουν αυτήν την εικόνα της Παναγίας κάτω από ένα ανάχωμα" της είπε, δείχνοντας μια στρογγυλή εικόνα της Παναγίας. Το πρωί η Μαρία, πριν ανεβή στις Καρυές, πέρασε από τη μητέρα της. Έμεινε όμως έκπληκτη, γιατί η μητέρα της αντί να της φωνάξει, όπως το συνήθιζε όποτε πήγαινε στις Καρυές, της μίλησε γιά εικόνα της Παναγίας που είχε δει στον υπνο της.

Η Βασιλική Ράλλη όμως είχε μια διαφορετική επίσκεψη. Αποβραδίς είδε στον ύπνο της σαν να βρισκόταν μέσα στο Εκκλησάκι των Καρυών. Προσευχόταν και παρακαλούσε την Παναγία να βρεθή ο τάφος του αγίου Νικολάου, γιά να αποστομωθουν οι άπιστοι. Εκείνη την ώρα άνοιξε η πόρτα, μπήκε μέσα ένας μοναχός και της λέει "Να μην σκάψετε, παιδί μου, αύριο, γιατί θα γίνετε ρεζίλι, δεν πρόκειται να βρείτε τίποτα". "Ποιός είσαι πάτερ;" ρώτησε η Βασιλική, κι αυτός απάντησε "Είμαι ο άγιος Ραφαήλ!". Χαμογέλασε όμως και φάνηκαν δύο σειρές μαύρα δόντια πολύ άσχημα.

Κατάλαβε ότι δεν ήταν ο άγιος Ραφαήλ, αλλά ο αντίδικος, και κάνοντας το σημείο του Σταυρού είπε "Εις το όνομα της αγίας Τριάδος να εξαφανισθής". "Σταυρό μην κάνεις, γιατί θα με σκάσεις" ξεφώνησε απεγνωσμένα ο πονηρός, αλλά η Βασιλική άφοβα συνέχιζε να σταυροκοπιέται και να λέει "Ο Σταυρός, το ακαταμάχητο όπλο του Χριστού μας, θα σε κάψει παμπόνηρε". Τότε το Εκκλησάκι γέμισε με φλόγες που έγλυφαν την Βασιλική χωρίς να την καίνε, ενώ ο πονηρός πήρε το σχήμα του σκύλου και με αποτροπιαστικά ουρλιαχτά έφυγε ταπεινωμένος.

Λίγες μέρες πρίν, η Μαρία Τσολάκη είχε μια παρόμοια εμπειρία. Παρουσιάστηκε στον ύπνο της ένας καβαλάρης και της είπε με στόμφο "Εγώ είμαι ο άγιος Δημήτριος, και ήρθα να σου πω να μη σκάψετε γιά τον τάφο, γιατί δεν πρόκειται να τον βρείτε". Η Μαρία από την πρώτη κιόλας στιγμή ένιωσε μια ταραχή κι ένα περίεργο αίσθημα απέχθειας που ποτέ της δεν είχε ξανανιώσει. Κάτι μέσα της την πληροφορούσε ότι δεν ήταν άγιος αυτός. Του ζήτησε λοιπόν να κάνει το σταυρό του, ενώ σταυροκοπιόταν και η ίδια.

Αυτό ήταν, ο πονηρός έσβησε μέσα σ’ ένα πάταγο. Η Μαρία ξύπνησε τρομαγμένη, αλλά δόξασε το όνομα του Θεού που δεν επέτρεψε να την πλανέψει ο αντίδικος. Όταν ξανακοιμήθηκε, είδε μια μαυροντυμένη γυναίκα που της είπε να μην αμφιβάλλει γιά το μνημείο του αγίου Νικολάου. Την διαβεβαίωσε ότι είναι θέλημα Θεού να σκάψουν στο συγκεκριμένο σημείο, γιατί θα τον βρουν οπωσδήποτε κι αυτό θα είναι τρανή απόδειξη γιά όλη την υπόθεση των Αγίων.

Είναι αξιοπρόσεκτο το γεγονός ότι γιά την αποκάλυψη του παρόντος ιστορικού η Πρόνοια του Θεού επιστράτευσε ανθρώπους με πίστη, απλότητα και ταπείνωση, που θέλησαν να υπηρετήσουν με ειλικρίνεια και φόβο Θεού τους Αγίους. Βρήκε σ’ αυτούς καλό εσωτερικό κόσμο και τους έδωσε διάκριση στις κρίσιμες περιστάσεις, ώστε να ξεχωρίσουν τις αποκαλύψεις του Θεού από τις πλάνες του πονηρού, σαν να είχαν μαθητεύσει γιά χρόνια στην ασκητική παράδοση της Εκκλησίας, θωρακισμένοι με τη Χάρη Του, εξαιτίας της ταπεινοφροσύνης τους, έμειναν σταθεροί και με το όπλο του Σταυρού διέλυσαν τις πανουργίες του πονηρού.

Αλλά και το γεγονός ότι ο αντίδικος μετήλθε πρώτα όλους τους άλλους τρόπους χωρίς αποτέλεσμα, και την έσχατη ώρα επιχείρησε ο ίδιος πλέον να τους παραπλανήσει και να ματαιώσει την ανασκαφή, πρόδιδε την καθοριστική και ανυπολόγιστη σημασία της ευρέσεως του μνημείου. Δεν χωρούσε πλέον άλλη αναβολή, αφού, έστω και με τα αρνητικά αυτά περιστατικά, κατάλαβαν ότι δεν έπρεπε να καθυστερήσουν είχε φθάσει η ώρα γιά την ανεύρεση του αγίου Νικολάου.


Αναμφίβολο καύχημα (η εύρεση του Αγίου Νικολάου)

Η 13η Ιουνίου ήταν μιά καλοκαιρινή ηλιόλουστη μέρα με ανυπόφορη ζέστη. Στον τόπο της ανασκαφής είχαν άνεβή, εκτός από τους δύο εργάτες, η Βασιλική Ράλλη, η μητέρα της Αγγελική Μαραγκού, η Ανθούλα 'Αλατερού και η Μαρία Τσολάκη. Ο Τσολάκης και ο Ποδάρας έσκαβαν μουσκεμένοι στον ιδρώτα. Στίς δώδεκα παρά τέταρτο το μεσημέρι, στο σημείο που η Μαρία Τσολάκη και η Μαρία Δουργκούνα είχαν δει την γερόντισσα να κλαίει, βρήκαν ένα μικρό στρογγυλό μολύβδινο εικόνισμα με μιά οπή στην άκρη σαν να κρεμόταν από αλυσίδα. Από τη μια μεριά είχε ανάγλυφη την εικόνα της Παναγίας και από την άλλη την εικόνα του Ταξιάρχη Μιχαήλ. Η χαρά όλων ήταν απερίγραπτη. Άρχισαν να το ασπάζονται και να σταυρώνονται μ’ αυτό, κι έπειτα το τοποθέτησαν μέσα στο Εκκλησάκι.


Ο Δούκας κατέβηκε στο χωριό και ειδοποίησε τον παπαΕυθύμιο, ο οποίος ανέβηκε και έψαλε την Παράκληση. Σε λίγη ώρα ανέβηκαν και οι αδελφές Δουργκούνα.

Μετά απ’ αυτή τη διακοπή, το σκάψιμο συνεχίσθηκε. Τόσο η κούραση, όσο και ο καυτερός ήλιος έκαναν τους εργάτες να πλέουν στον ιδρώτα. Κατά τις δύο το μεσημέρι ο ουρανός άρχισε να γεμίζει ξαφνικά από σύννεφα. Η λαμπρή καλοκαιρινή ήμερα μεταβλήθηκε σε μελαγχολική φθινοπωρινή. Μια παγωμένη νοτιά, που σηκώθηκε απότομα και λύγιζε τα κλαδιά των δέντρων μέχρι το έδαφος, προμήνυε την μπόρα που θα ξεσπούσε σε λίγο.

Κατά τις τρείς, άρχισαν να πέφτουν οι πρώτες χοντρές σταγόνες βροχής. Ο παπά-Ευθύμιος έφυγε γιά το χωριό. "Βασιλική, σε λίγο θα ξεσπάσει άγρια μπόρα και αναγκαστικά θα πρέπει να σταματήσουμε" είπε ο ένας από τους εργάτες. Εκείνη όμως θυμήθηκε ότι σε ενύπνιο της Μυρσίνης Δουργκούνα ο άγιος Ραφαήλ είχε πεί ότι το μνημείο του αγίου Νικολάου θα το έβρισκαν μια μέρα βροχερή. Από το στόμα της βγήκαν λόγια πίστως "Προς Θεού, παιδιά, μη σταματάτε! θα τον βρούμε, μη σταματάτε!".

Με υπεράνθρωπο, θαρρείς, κουράγιο οι εργάτες εξακολούθησαν να σκάβουν. Μια ολόθερμη προσευχή έβγαινε από την καρδιά όλων "Θεέ μου, αποστόμωσε τους απίστους! Κάνε να βρούμε το μνημείο!". Ήταν τέσσερις παρά τέταρτο, και η βροχή είχε πλέον δυναμώσει.

Η Βασιλική φοβήθηκε πως θα 'πρεπε πια να σταματήσουν. Απεγνωσμένα έτρεξε μέσα στο Εκκλησάκι, και ο πόνος της έγινε θερμή προσευχή με δάκρυα "Παναγία μου, καλύτερα να με έβρισκε μια συγκοπή, να μην κατεβώ στο χωριό άπρακτη". "Σκεπτόμουν, εξομολογείται η ίδια, ότι, εάν δεν βρίσκαμε τον τάφο του αγίου Νικολάου, δεν θα είχαμε πιά το δικαίωμα να ξανασκάψουμε. Ουτε η Αρχαιολογική Υπηρεσία, ούτε η Μητρόπολη θα μας επέτρεπαν να επαναλάβουμε τις ανασκαφές. Αλλά και οι άπιστοι θα χλεύαζαν τους Αγίους και την ιερή υπόθεση των Καρυών".

Ξαφνικά ακούστηκε μιά κραυγή χαράς και συγκινήσεως· "Βασιλική, έλα έξω. Τον βρήκαμε, τον βρήκαμε!" Κάτι σαν ηλεκτρισμός διαπέρασε το κορμί της. "Πετάχτηκα έξω από το Εκκλησάκι και η σκηνή που αντίκρισα θα μου μείνει αξέχαστη ως την τελευταία μου πνοή. Ο λατρευτός μας νεκρός είχε βρεθή. Γύρω από τον τάφο του όλοι, γονατισμένοι επάνω στο λασπωμένο χώμα, έκλαιγαν με λυγμούς". Τι είχε συμβή;


Καθώς έσκαβαν ο Τσολάκης και ο Ποδάρας, βρήκαν δύο μεγάλες πλάκες. Ανοίγοντας το μέρος, παρουσιάσθηκαν και άλλες μικρότερες πλάκες κτισμένες μεταξύ τους, κι έτσι φάνηκε ολόκληρο το μνημείο. Σήκωσαν τότε μια μεγάλη πλάκα και φάνηκε από το άνοιγμα ο σκελετός. Καθώς όμως έβγαζαν τις υπόλοιπες, από απροσεξία έσπασαν το αριστερό πόδι.

Ο σκελετός του Αγίου βρέθηκε όπως ακριβώς τον περιέγραφαν τα ενύπνια· το κεφάλι στηριγμένο ανάμεσα σε δύο πέτρες, άλλη πέτρα άποκάτω γιά προσκέφαλο, ένα κεραμίδι με δύο σταυρούς στο στόμα, τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος. Αλλά και ο τάφος βρέθηκε στο ακριβές σημείο που υποδείκνυναν όλα τα άτομα, σε μεγάλο βάθος. Διακρίνονταν καθαρά τρία στρώματα χώμα. Τέλος, η βροχή την ώρα που βρέθηκε ο Άγιος ήταν άλλη μια επιβεβαίωση των αποκαλύψεων που είχαν προηγηθή.


Η Μυρσίνη Δουργκούνα με τη Βασιλική Ράλλη, σαν νέες μυροφόρες, έτρεξαν γρήγορα στο χωριό, γιά να φέρουν την χαρμόσυνη είδηση. Πήγαν κατευθείαν στην Εκκλησία και ενημέρωσαν τον παπά-Ευθύμιο, όπως είχε υποδείξει ο άγιος Ραφαήλ σε ένα από τα ενύπνια. Ο παπά-Ευθύμιος χτύπησε την καμπάνα, το νέο διαδόθηκε αμέσως απ’ άκρη σ’ άκρη της Θερμής, και πολύς κόσμος μαζί με τον Εφημέριο ανέβηκε στις Καρυές να προσκυνήσει και να βεβαιωθή. Από τους πρώτους κατέφθασε και ο Πρωτοσύγκελλος π. Νικόδημος. Η ανεύρεση του τάφου του αγίου Νικολάου έγινε πλέον το αναμφίβολο καύχημα των πιστών.



Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |